Σεξοτουρισμός: Ο κορονοϊός έσβησε τα κόκκινα φανάρια στη Ταϊλάνδη

Η πανδημία του κορονοϊού ερήμωσε την «πρωτεύουσα του σεξοτουρισμού», την πόλη Πατάγια της Ταϊλάνδης, αφήνοντας αβέβαιο το μέλλον της για τη μετα-Covid εποχή. Τα μπαρ και τα κλαμπ έκλεισαν, τα φώτα παραμένουν κλειστά στον κεντρικό δρόμο με τα κόκκινα φανάρια τους τελευταίους 20 μήνες και τίποτα δεν θυμίζει τη ζωντανή, απελευθερωμένη πόλη του παρελθόντος.

Οι εργάτες του σεξ στην Μπανγκόκ, στην Πατάγια και το Πουκέτ δυσκολεύτηκαν να επιβιώσουν, λόγω των κλειστών συνόρων κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σύμφωνα με αναφορά του Ινστιτούτου Ερευνών Ανάπτυξης της Ταϊλάνδης, εκτιμάται πως 1,6 εκατομμύρια άνθρωποι -πολλοί από αυτούς εργαζόμενοι στον σεξοτουρισμό- έφυγαν από τις τουριστικές περιοχές και επέστρεψαν στα χωριά και τις πόλεις τους. Οσοι βρήκαν τρόπο να ζήσουν στην Πατάγια αναγκάστηκαν να στοιβαχθούν σε ενοικιαζόμενα δωμάτια, βάζοντας ντιβάνια σε διαδρόμους μικρών διαμερισμάτων, περιορίζοντας τα γεύματά τους σε ένα ή δύο την ημέρα.

Μόνο εμβολιασμένοι

Από την 1η Οκτωβρίου, η Ταϊλάνδη άνοιξε τα σύνορά της και οι επιχειρηματίες και οι άνθρωποι του χώρου εκτιμούν πως σταδιακά οι τουρίστες θα αρχίσουν να επισκέπτονται και πάλι τη χώρα, καθώς η «βιομηχανία» του σεξ θα λειτουργήσει μόνο με εμβολιασμένους επισκέπτες. Πριν από την πανδημία Covid-19, ο τουρισμός επισκεπτών από το εξωτερικό αποτελούσε το 20% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της Ταϊλάνδης και μεγάλο μέρος του οφείλεται στη «βιομηχανία» του σεξ.

Η πρόσφατη εισροή κινεζικών κεφαλαίων δίνει ελπίδα για «λίφτινγκ» της Πατάγια, καθώς επενδυτές φαίνεται πως προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τις εξελίξεις -και τα άδεια ακίνητα- για να αναδιαμορφώσουν την πόλη. Επί του παρόντος, τα σενάρια κινούνται σε όλο το φάσμα -αισιόδοξα και απαισιόδοξα- αν και όλα συνηγορούν, όπως επισημαίνει ο τοπικός Τύπος, ότι η Πατάγια θα αλλάξει προφίλ και δεν θα είναι γνωστή μόνο ως «βιομηχανία» του σεξ.

Η Ενωση Ξενοδοχείων Ταϊλάνδης υποστηρίζει ότι επενδυτές από την ηπειρωτική Κίνα προωθούν κεφάλαια, ώστε να αγοράσουν τα χρεωμένα ξενοδοχεία της Πατάγια. Μάλιστα, η Ενωση χρησιμοποίησε το επιχείρημα ως μέσο πίεσης στους πολιτικούς, ώστε να επιτρέψουν την επανεκκίνηση των δραστηριοτήτων της πόλης και την απελευθέρωση οικονομικής ενίσχυσης.

Οι ειδικοί εκτιμούν πως η Πατάγια θα μπορούσε να προσελκύσει ξένες επενδύσεις, ωστόσο αμφιβάλλουν ότι θα την επιλέξουν ως μόνιμη βάση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, εκτιμώντας ότι θα λειτουργήσει ως πόλη-δορυφόρος. Από την άλλη, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι στη μετα-Covid εποχή η Πατάγια θα επιστρέψει, αργά και σταδιακά, στο προϊόν που ξέρει να πουλάει καλύτερα: το σεξ. Τα μπαρ και τα κλαμπ θα ανοίξουν και οι σεξεργάτες θα επιστρέψουν στα πόστα τους για να βγάλουν χρήματα από τους ξένους τουρίστες.

Αριθμοί-σοκ

Η Ταϊλάνδη εκτιμάται πως απασχολούσε μέχρι πριν από λίγους μήνες 200.000 με ένα εκατομμύριο εργαζομένους σεξ, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων πλήρους απασχόλησης σε μπαρ και τους μερικής απασχόλησης ή τους ελεύθερους επαγγελματίες που συμπληρώνουν το εισόδημά τους καταφεύγοντας στην πορνεία.

Η σεξουαλική εργασία είναι κοινό μυστικό στη χώρα, ωστόσο είναι παράνομη και επιδίδονται αυστηρά πρόστιμα, σε σπάνιες περιπτώσεις και φυλάκιση. Το 2019, σχεδόν 24.000 άνθρωποι συνελήφθησαν, τους δόθηκε πρόστιμο ή τους απαγγέλθηκαν κατηγορίες, σύμφωνα με τη Βασιλική Αστυνομία Ταϊλάνδης.

Αν και τα έσοδα από τις υπόγειες, παράνομες δραστηριότητες είναι δύσκολα μετρήσιμα, ανάλυση του Havoscope -ερευνητική εταιρία που μελετά τη μαύρη αγορά- εκτίμησε σε έκθεσή του το 2015 πως το εμπόριο σεξ στην Ταϊλάνδη αποφέρει 6,4 δισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο.

Για κάθε πέντε μόνιμους κατοίκους αντιστοιχεί μία ιερόδουλη, εκ των οποίων πολλές εργάζονταν στα σεξ κλαμπ και τα go-go bars -συνολικά περί τα 1.000- που βρίσκονται στον διάσημο δρόμο με τα κόκκινα φανάρια, που κατέληξε να ερημώσει λόγω Covid-19.

Εγινε γνωστή ως η «πρωτεύουσα του φθηνού σεξ», απέχει μιάμιση ώρα από την πρωτεύουσα Μπανγκόκ και θεωρείτο μία από τις πλέον τουριστικές περιοχές του κόσμου. Η Πατάγια είναι γνωστή για το τετράπτυχο «ήλιος, θάλασσα, άμμος και σεξ». Εχει χιλιάδες διαθέσιμα κορίτσια και αγόρια, μια εντελώς διαφορετική κουλτούρα, ευχάριστο καιρό και δεν κουβαλάει τα ταμπού που υπάρχουν στις δυτικές χώρες. Οι εργαζόμενοι στον σεξοτουρισμό είναι διασκεδαστικοί, τα σεξουαλικά «πάρε-δώσε» είναι λιγότερο επιχειρηματικά και διαδικαστικά, όλα γίνονται ανοιχτά και δεν υπάρχει διάχυτο το αίσθημα της ντροπής. Το ειδυλλιακό τοπίο για πολλούς κινείται σε παράλληλους δρόμους με τη σωματεμπορία, την εκμετάλλευση ανηλίκων, την πορνεία ανηλίκων και την πληθώρα ασθενειών που μεταδίδονται μεταξύ ιερόδουλων και πελατών.