Βόρεια Κορέα – Ναρκωτικά, όπλα και τρόμος – Τι αποκαλύπτει πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος

Ο Kim Kuk-song πέρασε 30 χρόνια δουλεύοντας στα πιο υψηλά κλιμάκια της πανίσχυρης υπηρεσίας πληροφοριών της Βόρειας Κορέας. Οι υπηρεσίες αυτές ήταν «τα μάτια, τα αυτιά και το μυαλό» του Ανώτατου Ηγέτη της χώρας, λέει σήμερα ο «αποστάτης», ο οποίος αυτομόλησε το 2014 και έκτοτε ζει στη Σεούλ, εργαζόμενος πλέον σε αντίστοιχες υπηρεσίες της Νότιας Κορέας.

Σύμφωνα με το BBC, δέν ήταν εύλολο να γίνει μια συνέντευξη με τον πρώην Ανώτερο Συνταγματάρχη του στρατού της Βόρειας Κορέας. Χρειάστηκαν εβδομάδες για να πειστεί να μοιραστεί την ιστορία του και παρέμενε μέχρι τελευταία στιγμή ανήσυχος για το ποιος μπορεί να ακούει τις συζητήσεις του με τους δημοσιογράφους. Μπροστά στην κάμερα φοράει σκούρα γυαλιά και μόνο δύο άτομα από την ομάδα γνωρίζουν το αληθινό του όνομα.

Ο Kim Kuk-song ισχυρίζεται ότι μέσα στις τρεις δεκαετίες του στον βορειοκορεατικό στρατό διαφύλαξε τα μυστικά ηγετών, έστειλε εκτελεστές να σκοτώσουν τους επικριτές τους και έφτιαξε ένα παράνομο εργαστήριο ναρκωτικών με στόχο την ενίσχυση των «επαναστατικών» κεφαλαίων. Σύμφωνα με το βρετανικό δίκτυο, είναι η πρώτη φορά που ένας υψηλόβαθμος αξιωματικός από την Πιονγκγιάνγκ δίνει συνέντευξη σε ένα μεγάλο δίκτυο.

Στην αποκλειστική συνέντευξή του στο BBC, ισχυρίζεται ότι ήταν «ο πιο κόκκινος από τους κόκκινους», ένας πιστός υπηρέτης του κομμουνισμού. Όμως ούτε ο βαθμός του, ούτε η αφοσίωσή του μπορούν να εγγυηθούν την ασφάλειά σου στη Βόρεια Κορέα. Ο Kim Kuk-song περιγράφει μία βορειοκορεάτικη κυβέρνηση απελπισμένη να βγάλει χρήματα με κάθε δυνατό μέσο. Αποκαλύπτει τη στρατηγική πίσω από τις αποφάσεις της Πιονγκγιάνγκ και τις επιθέσεις κατά της Νότιας Κορέας, και ισχυρίζεται ότι τα κατασκοπευτικά δίκτυα της πατρίδας του μπορούν να φτάσουν σε κάθε γωνιά του κόσμου.

Παρόλο που οι ισχυρισμοί του δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν στο σύνολό τους από το BBC, το δίκτυο επισημαίνει ότι κατάφερε να επαληθεύσει την ταυτότητά του, και να εντοπίσει κάποια στοιχεία που στηρίζουν τα λεγόμενά του.

Μια «ομάδα τρομοκρατίας»

Τα τελευταία χρόνια του Kim Kuk-song στην κορυφαία υπηρεσία πληροφοριών της Βόρειας Κορέας αποκαλύπτουν κάποια στοιχεία για το ξεκίνημα του νυν ηγέτη της χώρας, Κιμ Γιονγκ-ουν, ενός νέου – τότε – άνδρα που αδημονούσε να αποδείξει την αξία του ως πολεμιστής.

Η Βόρεια Κορέα ίδρυσε τη Γενική Υπηρεσία Αναγνώρισης το 2009, την εποχή δηλαδή που ο Κιμ Γιονγκ-ουν προετοιμαζόταν για να διαδεχθεί τον πατέρα του, ο οποίος είχε υποστεί εγκεφαλικό. Επικεφαλής της υπηρεσίας πληροφοριών ήταν ο Κιμ Γιονγκ-τσολ, που παραμένει ένας από τους πιο έμπιστους συμβούλους του Βορειοκορεάτη ηγέτη.

Σύμφωνα με τον πρώην Συνταγματάρχη, τον Μάιο του 2009 δέχθηκαν μια εντολή από ψηλά στην ιεραρχία να σχηματίσουν μια «τρομοκρατική δύναμη κρούσης» για τη δολοφονία ενός αξιωματούχου που είχε αυτομολήσει στο Νότο. «Για τον Κιμ Γιονγκ-ουν, ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει για να ικανοποιηθεί ο πατέρας του», εξηγεί ο κ. kim, αποκαλύπτοντας ότι πραγματικά συστάθηκε μυστικά μια ομάδα για την δολοφονία του Χουανγκ Τζανγκ-γιοπ, και ότι ο ίδιος «οργάνωσε» το χτύπημα.

Ο Χουανγκ Τζανγκ-γιοπ, που υπήρξε κάποτε ένας από τους πιο ισχυρούς αξιωματούχους της Βόρειας Κορέας αυτομόλησε στον Νότο το 1997, κάτι που δεν συγχώρησε ποτέ η Πιονγκγιάνγκ. Η οικογένεια Κιμ ζητούσε εκδίκηση για τον προδότη που πλέον ζούσε στη Σεούλ. Ωστόσο η απόπειρα κατά της ζωής του απέτυχε και οι δύο Βορειοκορεάτες λοχαγοί που συνελήφθησαν για τη συνωμοσία βρίσκονται ακόμα στη φυλακή στη Νότια Κορέα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Βόρεια Κορέα δεν παραδέχτηκε ποτέ την εμπλοκή της στην υπόθεση και κατηγορούσε τη Σεούλ ότι σκηνοθέτησε την επίθεση.

«Στη Νότια Κορέα, η τρομοκρατία είναι ένα πολιτικό εργαλείο που προστατεύει το υψηλό κύρος του Κιμ Γιονγκ-ιλ και του Κιμ Γιονγκ-ουν. Ήταν ένα δώρο που αποδείκνυε την αφοσίωση του διαδόχου σε έναν σπουδαίο ηγέτη», λέει ο κ. Κim.

Στη συνέντευξή του, ο πρώην Ανώτερος Συνταγματάρχης αναφέρεται επίσης σε δύο ακόμη περιστατικά: Τη βύθιση του νοτιοκορεάτικου πλοίου Τσεονάν το 2010 από τορπίλη, που σκότωσε 46 άτομα (για την οποία η Πιονγκγιάνγκ δηλώνει ότι δεν έχει καμία ευθύνη) και την επίθεση στο νησί Γιονπιόνγκ την ίδια χρονιά, κατά την οποία σκοτώθηκαν δύο στρατιώτες και δυο πολίτες. Ο κ. Κim ξεκαθαρίζει ότι ο ίδιος δεν ενεπλάκη άμεσα σε αυτές τις επιχειρήσεις, ωστόσο «δεν αποτελούσαν μυστικό στην υπηρεσία του, αλλά αντίθετα ήταν λόγος για να καυχιούνται».

Σύμφωνα με τον ίδιο, καμία από αυτές τις επιχειρήσεις δεν θα μπορούσε να είχε πραγματοποιηθεί χωρίς διαταγές άνωθεν. 

Ένας κατάσκοπος στον Κυανό Οίκο

Ο κ. Κim υποστηρίζει ότι μία ένα από τα καθήκοντά του στον Βορρά ήταν να αναπτύσσει στρατηγικές για την αντιμετώπιση της Νότιας Κορέας. «Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που έστειλα κατασκόπους στη Νότια Κορέα για να εκτελέσουν αποστολές» ισχυρίζεται.

Παρόλο που αρνείται να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες, δίνει ένα ενδιαφέρον παράδειγμα: «Κάποια στιγμή, ένας Βορειοκορεάτης πράκτορας εστάλη να εργαστεί στο προεδρικό γραφείο της Νότιας Κορέας, και στη συνέχεια επέστρεψε με ασφάλεια στην πατρίδα. Αυτό συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Αφού δούλεψε στον Κυανό Οίκο για πέντε-έξι χρόνια, γύρισε πίσω σώος και έπιασε δουλειά στο Γραφείο Διασύνδεσης 314 του Εργατικού Κόμματος».

Ο κ. Κim αναφέρθηκε και στον φημολογούμενο στρατό από χάκερ που έχει στη διάθεσή του το καθεστώς της Βόρειας Κορέας. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Κιμ Γιονγκ-ιλ είχε ζητήσει ήδη από τη δεκατία του ’80 να εκπαιδεύεται προσωπικό για κυβερνοπόλεμο. «Το πανεπιστήμιο Μόρανμπονγκ επέλεγε τους πιο έξυπνους φοιτητές από όλη τη χώρα και τους περνούσε από εξαετή ειδική εκπαίδευση». Eξηγεί ότι η μονάδα αυτή είναι γνωστή στη Βόρεια Κορέα ως Γραφείο Διασύνδεσης 414, ή με το παρατσούκλι της «Κέντρο πληροφοριών του Κιμ Γιονγκ-ουν».

Υπενθυμίζεται ότι Βρετανοί ειδικοί ασφαλείας πιστεύουν ότι μια βορειοκορεάτικη μονάδα γνωστή ως Lazarus Group ευθύνεται για την κυβερνοεπίθεση που παρέλυσε τομείς του NHS και άλλους οργανισμούς ανά τον κόσμο το 2017. 

Ναρκωτικά και όπλα

Την περίοδο του εφιαλτικού μαζικού λιμού στη Βόρεια Κορέα τη δεκαετία του ’90, ο κ. Κim εργαζόταν στο Τμήμα Επιχειρήσεων και διατάχθηκε να συγκεντρώσει «επαναστικούς πόρους» για τον Ανώτατο Ηγέτη. Αυτό, όπως εξηγεί, σήμαινε παράνομο εμπόριο ναρκωτικών.

«Η παραγωγή ναρκωτικών στη Βόρεια Κορέα του Κιμ Γιονγκ-ιλ κορυφώθηκε την περίοδο του μεγάλου λιμού. Τότε το Τμήμα Επιχειρήσεων είχε ξεμείνει από επαναστατικούς πόρους για τον Ανώτατο Ηγέτη. Αφού μου ανατέθηκε αυτή η αποστολή, έφερα τρεις ξένους στη Βόρεια Κορέα από το εξωτερικό, έστεισα μια βάση παραγωγής στο κέντρο εκπαίδευσης του γραφείου διασύνδεσης 715 του Εργατικού Κόμματος και παρήγαγα ναρκωτικά. Ήταν κρυσταλλική μεθαμφεταμίνη. Στη συνέχεια την πουλούσαμε για δολάρια που παρουσιάζαμε στον Κιμ Γιονγκ-ιλ».

Στην ερώτηση πού κατέληγαν αυτά τα χρήματα που έβγαιναν από τα ναρκωτικά, κι αν μέρος τους έφτανε στον πεινασμένο λαό, η απάντηση του Βορειοκορεάτη αποστάτη ήταν η εξής: «Για να καταλάβετε, όλα τα χρήματα στη Βόρεια Κορέα ανήκουν στον ηγέτη της. Με αυτά τα λεφτά έφτιαχνε βίλες, αγόραζε αυτοκίνητα, φαγητό, ρούχα και πολυτέλειες». Άλλη μια πηγή εισοδήματος για το καθεστώς, σύμφωνα με τον κ. Κim, ήταν η παράνομη πώληση όπλων στο Ιράν, την οποία είχε επίσης αναλάβει το Τμήμα Επιχειρήσεων.

«Η προδοσία»

Ο κ. Κim ζούσε για πολλά χρόνια μια προνομιούχα ζωή στη Βόρεια Κορέα. Μπορούσε να ταξιδεύει ελεύθερα στο εξωτερικό για να συγκεντρώνει χρήματα για τον Βορειοκορεάτη ηγέτη. Αρκετές φορές πουλούσε σπάνια μέταλλα για εκατομμύρια και μετέφερε τα έσοδα πίσω στην πατρίδα μέσα σε βαλίτσα.

Πέρα από το βιοτικό του επίπεδο, που δεν είχε καμία σχέση με τις συνθήκες εξαθλίωσης μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, οι πολιτικές του διασυνδέσεις του επέτρεπαν να μετακινείται από τη μία υπηρεσία πληροφοριών στην άλλη. Οι ίδιες όμως διασυνδέσεις θα έβαζαν τελικά σε κίνδυνο τη ζωή του και τη ζωή της οικογένειάς του.

Λίγο καιρό αφότου ανέλαβε την εξουσία το 2011, ο Κιμ Γιονγκ-ουν αποφάσισε να προχωρήσει σε «εκκαθαρίσεις» όσων εξελάμβανε ως απειλή, συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου του θείου, Γιανγκ Σονγ-θεκ. Η δημοφιλία τον Σονγκ-θεκ έκανε τον νεαρό ηγέτη να αισθάνεται ανασφάλεια και, αντί απλά να τον εξορίσει στη ύπαιθρο, αποφάσισε να τον εκτελέσει.

Ο κ. Κim έμαθε τα νέα της εκτέλεσης όταν βρισκόταν στο εξωτερικό. «Δεν εξεπλάγην απλά, ήταν μεγάλο πλήγμα. Συνειδητοποίησα αμέσως ότι κινδύνευε η ζωή μου και ότι δεν θα μπορούσα πλέον να ζήσω στη Βόρεια Κορέα». Αμέσως ξεκίνησε να σχεδιάζει την απόδραση του ίδιου και των δικών του από την χώρα, την οποία κατόπιν έφερε εις πέρας.

Ο ίδιος χαρακτηρίζει την εγκατάλειψη της χώρας του «όπου βρίσκονται οι τάφοι των προγόνων του» την πιο θλιβερή απόφαση της ζωής του. Όσο για το γιατί αποφάσισε να λύσει επιτέλους τη σιωπή του για όσα γνωρίζει, υποστηρίζει ότι το βλέπει πλέον ως καθήκον του να βοηθήσει όπως μπορεί προκειμένου να απελευθερωθούν οι συμπατριώτες του από τον ζυγό της δικτατορίας. Ένας ακόμη λόγος είναι η επιθυμία του να απευθύνει μια προειδοποίηση για τον κόσμο: «Έχω φύγει χρόνια από εκεί, αλλά η Βόρεια Κορέα δεν έχει αλλάξει καθόλου. Οι στρατηγικές που χαράξαμε συνεχίζονται. Αυτό που πρέπει να ξέρετε είναι ότι η Βόρεια Κορέα δεν έχει αλλάξει ούτε 0,01%».