Χρηματιστήρια: Περιμένουν διόρθωση οι ξένες αγορές-Αισιοδοξία για το Χ.Α.

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι βρίσκεται το Χρηματιστήριο Αθηνών μετά την πρόσφατη επίτευξη νέων υψηλών έτους. Αν και έχει πολλές δυνάμεις στο… πλευρό του, από τα πολλά και σημαντικά νέα γύρω από την οικονομία και τις επενδύσεις αλλά και τις θετικές εξελίξεις που συνεχίζονται στον τραπεζικό κλάδο σε ό,τι αφορά τη μείωση των NPEs και την πορεία προς την ομαλοποίηση, κοιτά ακόμη με δισταγμό και αρκετή αδυναμία τις 1.000 μονάδες. Οι επενδυτές δεν έχουν ακόμη κάνει το μεγάλο come back, ενώ τα σήματα που στέλνουν τις τελευταίες ημέρες οι διεθνείς οίκοι για σημαντική διόρθωση στις αγορές προσεχώς συνθέτουν ένα δύσκολο παζλ για την εγχώρια αγορά.

Το κουμπί του… sell

Σύσσωμες οι διεθνείς επενδυτικές τράπεζες στέλνουν πλέον σήματα συναγερμού για την πορεία των διεθνών αγορών, βλέποντας σημαντική πτώση στις μετοχές, κάτι που, αν υλοποιηθεί, κάθε άλλο παρά αλώβητο θα αφήσει το Χ.Α. Bank of America, Morgan Stanley, Deutsche Bank και Citigroup προειδοποιούν τις τελευταίες ημέρες ότι οι υψηλές αποτιμήσεις έχουν κάνει πλέον πολύ εύθραυστες τις αγορές.

“Αναμένουμε ότι θα υπάρξει σημαντική διόρθωση στις αγορές μετοχών, με τον S&P 500 να υποχωρεί κατά 6% έως 10% το επόμενο διάστημα”, σημείωσε η Deutsche Bank. Οι δείκτες από το μέτωπο της κυκλικής ανάπτυξης κορυφώνονται και οι εκπλήξεις δεδομένων είναι πλέον αρνητικές, όπως τόνισε. Οι αναβαθμίσεις των κερδών είναι πιθανό να έχουν έρθει στο τέλος τους, ενώ οι κίνδυνοι γύρω από τον πληθωρισμό αυξάνονται. Επιπλέον, σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα, οι συνολικές τοποθετήσεις των θεσμικών επενδυτών σε μετοχές είναι υψηλές, ενώ οι ιδιώτες επενδυτές βρίσκονται σε φάση υποχώρησης, αν και τα buybacks και οι εισροές είναι ακόμη ισχυρές.

Μετά το sell-off, ωστόσο, η Deutsche Bank βλέπει επιστροφή του ράλι στις μετοχές, καθώς το βασικό της σενάριο παραμένει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα είναι ισχυρή και πως η άνοδος του πληθωρισμού θα είναι σταδιακή και μέτρια. Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, ειδικότερα, η αντίδραση της αγοράς μετοχών θα εξαρτηθεί από το αν και πώς θα αντιδράσει η Fed. Η ομαλοποίηση της πολιτικής νωρίτερα από το αναμενόμενο λόγω των ανησυχιών της Fed σχετικά με τον πληθωρισμό και όχι την ανάπτυξη είναι πιθανό να οδηγήσει, ωστόσο, σε μεγαλύτερο sell-off στις αγορές, κατά την D.B.

Η επιβράδυνση της ανάπτυξης και η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής είναι ένας αρνητικός συνδυασμός για τις μετοχές, όπως σημειώνει η Bank of America, εκτιμώντας πως το εκρηκτικό ράλι που έχουν σημειώσει οι αγορές της Ευρώπης το τελευταίο διάστημα φτάνει στο τέλος του, και προειδοποιεί τους επενδυτές για διόρθωση άνω του 10% έως τα τέλη του 2021.

Έτσι, η αμερικανική τράπεζα διατηρεί την ουδέτερη στάση της στις μετοχές, την οποία και πρόσφατα υποβάθμισε από το “Οverweight” που τηρούσε για ένα μεγάλο διάστημα. Οι εκτιμήσεις της δείχνουν πτώση του δείκτη Stoxx 600 στις 460 μονάδες έως το τέλος του γ’ τριμήνου και μια πιο ισχυρή διόρθωση άνω του 10% έως τα τέλη του έτους, προς τις 420 μονάδες. Παρ’ όλα αυτά, ο λόγος που δεν έχει μειώσει τη στάση της σε “Underweight”, όπως εξηγεί, είναι ότι θεωρεί ότι η πτώση στις μετοχές θα είναι περιορισμένη συγκριτικά με τις μακροοικονομικές προβλέψεις, ενώ εκτιμά πως υπάρχει περιθώριο πιο περιορισμένου sell-off λόγω ενός πιθανού υποστηρικτικού κύκλου κερδοφορίας.

Πτώση της τάξης του 10%-15% βλέπει από την πλευρά της η Morgan Stanley στις αγορές έως το τέλος του έτους, αναμένοντας πως ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος θα είναι μήνες αρκετής αναταραχής. Όπως εκτιμά, οι αγορές είναι πλέον πολύ ευάλωτες, υπογραμμίζοντας ότι δεν έχει υπάρξει διόρθωση μεγαλύτερη του 10% από τα χαμηλά του Μαρτίου του 2020. Έτσι, προχώρησε στην υποβάθμιση των αμερικανικών μετοχών σε “Underweight”, βλέποντας σημαντικό κίνδυνο έως τον Οκτώβριο λόγω της αύξησης των κρουσμάτων που παρατηρείται και των εντάσεων που προκαλεί η άνοδος των προσδοκιών γύρω από τον πληθωρισμό.

Οι bullish θέσεις στις αμερικανικές μετοχές έχουν αυξηθεί σε τέτοιο βαθμό, που η πιθανότητα διόρθωσης στις αγορές κινδυνεύει να ενισχυθεί, σύμφωνα με τη Citigroup. Οι longs στον S&P 500 υπερτερούν των shorts κατά σχεδόν 10 έναντι 1, με τις μισές από αυτές τις θέσεις να είναι αντιμέτωπες με απώλειες σε περίπτωση πτώση του δείκτη μόλις 2,2%. Αυτό έρχεται, ωστόσο, σε αντίθεση με την Ευρώπη, όπου οι τοποθετήσεις είναι “πιο μετριοπαθείς”, όπως πρόσθεσε.

Το Χ.Α. βλέπει τους καταλύτες να περνούν…

Η ακόμη χαμηλή συναλλακτική δραστηριότητα και η στάση αναμονής που κράτησαν το τελευταίο διάστημα οι επενδυτές εν όψει των ανακοινώσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αλλά και της γενικότερης πορείας της νομισματικής πολιτικής διεθνώς καθώς και του πληθωρισμού, δεν άφησαν το Χρηματιστήριο Αθηνών να “κεφαλαιοποιήσει” τα πολύ θετικά νέα που εισέρευσαν γύρω από την ελληνική οικονομία αλλά και το μέτωπο των επιχειρήσεων, με τον Γενικό Δείκτη να διστάζει να επιστρέψει σε μια ξεκάθαρη ανοδική τάση μετά την επίτευξη νέων υψηλών έτους και 52 εβδομάδων.

Όπως σημειώνει ο Δημήτρης Τζάνας, διευθυντής επενδύσεων της Κύκλος Χρηματιστηριακή, το ελληνικό ΑΕΠ κατέγραψε επίδοση-έκπληξη για το β’ τρίμηνο. Είχε προηγηθεί η αναβάθμιση των τραπεζικών ομολόγων από τη Fitch, η ψήφος εμπιστοσύνης για το ελληνικό αξιόχρεο με την προσφορά 18,9 δισ. ευρώ για δύο εκδόσεις ομολόγων 5ετούς και 30ετούς διάρκειας, ενώ οι συστημικές τράπεζες εμφανίζουν αισθητή βελτίωση στους δείκτες NPE και κεφαλαιακής επάρκειας.

Οι λόγοι της αδυναμίας

Όμως όλα τα παραπάνω δεν είναι αρκετά να αλλάξουν το σκηνικό συναλλακτικής υποτονικότητας στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, με τον Γενικό Δείκτη να παραμένει κοντά στις 900 μονάδες και να αδυνατεί επί του παρόντος να κινηθεί πάνω από τις 929 μονάδες, τα πρόσφατα υψηλά έτους που άγγιξε (στις 30 Αυγούστου). Κατά τον κ. Τζάνα, αυτό οφείλεται είτε στο ότι οι χρόνιες εγχώριες παθογένειες δεν ενθαρρύνουν την αύξηση των συναλλαγών από πλευράς Ελλήνων επενδυτών, παρά τις αυξημένες καταθέσεις ιδιωτών, τα μηδενικά καταθετικά επιτόκια αλλά και την αύξηση του ενεργητικού των θεσμικών επενδυτών, είτε στο ότι οι ξένοι επενδυτές δεν προχωρούν σε αυτήν τη φάση σε αυξημένες τοποθετήσεις στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, τηρώντας στάση αναμονής εν όψει της οριστικοποίησης της πολιτικής των κεντρικών τραπεζών για τις παρεμβατικές κινήσεις τους στις αγορές ομολόγων.

Επιμένουν στο ελληνικό story

Ξένοι και εγχώριοι αναλυτές παραμένουν αισιόδοξοι, ωστόσο, για τις προοπτικές της ελληνικής αγοράς μόλις περάσει τον “κάβο” της μεταβλητότητας και της επενδυτικής άπνοιας, αρκεί βέβαια να μην υλοποιηθεί το σενάριο τρόμου για τις διεθνές αγορές, στο οποίο ποντάρουν πλέον όλο και περισσότεροι διεθνείς οίκοι. Η αγορά έχει δείξει τις τελευταίες μέρες ότι υπάρχουν αγοραστικές δυνάμεις, αλλά παραμένουν επιφυλακτικές και αδύναμες, και χρειάζεται φρέσκα κεφάλαια για να μπορέσει να κινηθεί υψηλότερα.

Το γεγονός είναι πως, αν και το Χ.Α. δεν έχει καταγράψει το εντυπωσιακό ράλι που έχουν καταγράψει οι ξένες αγορές, ωστόσο έχει ακολουθήσει, βουβά ίσως, μια πολύ ισχυρή πορεία και έχει προσφέρει σε όσους το… προτίμησαν σημαντικά κέρδη. Από τον περασμένο Νοέμβριο και τις 564 μονάδες, ο Γενικός Δείκτης έχει σημειώσει άνοδο της τάξης του 60%. Ο κλάδος-κλειδί, ο οποίος και “οδηγεί” παραδοσιακά τον Γενικό Δείκτη, ο τραπεζικός, έχει αλλάξει σελίδα και μόνο θετικά νέα αναμένονται στην πορεία, κυρίως από το μέτωπο των NPEs καθώς και της κερδοφορίας. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, το recovery trade που όλοι ανέμεναν δεν έχει ακόμη… παραδοθεί, και αυτό είναι κάτι που “χρωστά” η ελληνική αγορά. Η πορεία της οικονομίας, άλλωστε, προσφέρει ένα αδιαμφισβήτητα ισχυρό στήριγμα για τα ελληνικά assets, με την Ελλάδα να έχει αιφνιδιάσει ευχάριστα τους παρατηρητές της σε ό,τι αφορά την πορεία της προς την έξοδο από την κρίση της πανδημίας με το εντυπωσιακό 16,2% του β’ τριμήνου.

Σημαντική ψήφο εμπιστοσύνης στις ελληνικές μετοχές έδωσε, άλλωστε, η Morgan Stanley, επιμένοντας στο ελληνικό story. Η αμερικανική τράπεζα τόνισε πως βλέπει το τέλος του μακρού κύκλου των αυξήσεων κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών και την αρχή ενός νέου “κεφαλαίου”, αυτού της αύξησης των δανείων, με “οδηγό” το Ταμείο Ανάκαμψης. Όπως επισήμανε, η πρόοδος στις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα συνεχιστεί, με τη στήριξη του σχεδίου “Ηρακλής”, εκτιμώντας πως οι δείκτες NPEs για όλες τις ελληνικές τράπεζες θα υποχωρήσουν κοντά στο 6% έως τα τέλη του 2024. Ο κλάδος προσφέρει, συνεπώς, ένα σημαντικό επενδυτικό αφήγημα για την ανάκαμψη της οικονομίας, όπως τονίζει, αν και έρχεται και με κάποιους κινδύνους εκτέλεσης.

H Morgan Stanley επισήμανε, παράλληλα, ότι διατηρεί την “Οverweight” στάση της για τις ελληνικές μετοχές στο περιβάλλον της περιοχής της EEMEA (Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή και Αφρική), καθώς συνεχίζουν να αποτελούν ένα από τα κορυφαία plays για την ανάκαμψη του τουρισμού και η Ελλάδα αποτελεί βασικό δικαιούχο του Ταμείου Ανάκαμψης της Ε.Ε. Μια από τις βασικές “εξαγωγές” της περιοχής είναι ο τουρισμός, και εντός της περιοχής η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη έκθεση. Καθώς τα ταξίδια ανακάμπτουν, ο τομέας της φιλοξενίας θα πρέπει να είναι ένας από τους κύριους δικαιούχους από την ανάκαμψη.

Όπως πρόσθεσε, μετά την προσθήκη της Eurobank και της Alpha Bank στον δείκτη MSCI Standard Ελλάδας (ο χρηματοοικονομικός κλάδος πλέον αποτελεί το 37% του δείκτη χώρας), το beta της χώρας σε σχέση με την υπόλοιπη περιοχή του ΕΕΜΕΑ και τις παγκόσμιες αγορές αυξήθηκε, και ο δείκτης, κατά συνέπεια, είναι περισσότερο “προσανατολισμένος” σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάκαμψη. Τέλος, οι αναθεωρήσεις των κερδών για το 2022 για τις ελληνικές μετοχές ήταν καλύτερες από τις αντίστοιχες εταιρείες της EEMEA τους τελευταίους τρεις μήνες, υποστηριζόμενες τόσο από οικονομικούς όσο και από μη χρηματοπιστωτικούς τομείς.

Όπως παρατηρεί ο Νίκος Καυκάς, υπεύθυνος του τμήματος ανάλυσης της Depolas Investment Services, η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου έχει σκαρφαλώσει περισσότερο από 30 μονάδες βάσης τον τελευταίο μήνα. Αυτό δεν βοηθά τις αποτιμήσεις των μετοχών, ωστόσο η εν λόγω μέτρηση του ρίσκου χώρας εκτιμά ότι δεν αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, όσο, φυσικά, παραμένει χαμηλότερα από τα επίπεδα του 1,20%.

Τεχνικά, το Ελληνικό Χρηματιστήριο είναι long (θετική τάση), σχολιάζει από την πλευρά του ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance. Τα επίπεδα των 930-935 μονάδων συνεχίζουν να αποτελούν αντίσταση που πρέπει να κατοχυρωθεί αν είναι να υπάρξει συνέχιση της ανόδου. Η ζώνη των 890-900 μονάδων έχει γίνει σημαντική στήριξη, ενώ ο τραπεζικός δείκτης υπολείπεται αισθητά από τα υψηλά του σε σχέση με τον Γενικό Δείκτη.

Μπορεί οι ξένες αγορές να φοβίζουν για διόρθωση, παρ’ όλα αυτά, αν κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά την ελληνική αγορά, θα καταλάβει πως η επιλεκτική στρατηγική κάνει τη διαφορά, σημειώνει ο κ. Ζαχαράκης. Άλλωστε, οι πιθανότητες να έχουμε σημαντική ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια και αύξηση κερδών στις εισηγμένες δείχνουν ότι μόνο ανοδικά μπορεί να κινηθεί το Χ.Α., όπως καταλήγει.

Το όπλο της ισχυρής ανάπτυξης

Εξάλλου, είναι ξεκάθαρο πως οι ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του ΑΕΠ β’ τριμήνου άνοιξαν έναν νέο κύκλο αναβαθμίσεων των προβλέψεων για την ανάπτυξη της Ελλάδας. Ο οίκος DBRS, ο οποίος αναμένεται την Παρασκευή να δημοσιεύσει τη δεύτερη προγραμματισμένη για το έτος αξιολόγησή του για την ελληνική οικονομία, προχώρησε σε ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεών του για τη χώρα μας, ανεβάζοντας τον πήχη της ανάπτυξης στο 5,2%, ενώ για το 2022 διατήρησε την πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 5%.

Στις προηγούμενες προβλέψεις της η DBRS είχε εκτιμήσει πως στο μέτριο σενάριο η ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος θα φτάσει το 5%, ενώ στο δυσμενές του σενάριο ο οίκος τοποθετούσε την ανάπτυξη στο 3% φέτος και στο 1,5% το 2022. Ο οίκος αποφάσισε πλέον να αποσύρει τα δύο σενάρια, τα οποία και αφορούσαν κυρίως τον αντίκτυπο της πανδημίας στις οικονομίες, και να ακολουθεί ένα βασικό “μέχρι να υπάρξει κάποιο άλλο ξαφνικό σοκ στην παγκόσμια οικονομία”, όπως εξηγεί.

Σε αναβάθμιση των εκτιμήσεών της για την ελληνική οικονομία προχώρησε και η ING, προβλέποντας εκτόξευση του ΑΕΠ κατά 8,5% στο γ’ τρίμηνο που διανύουμε (από 7% πριν) και 6,8% στο δ’ τρίμηνο του έτους (από 5,4% πριν). Αυτό φέρνει πλέον την πρόβλεψη της ολλανδικής τράπεζας για την ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2021 συνολικά στο 5,3% και σημαντικά υψηλότερα από το 4,4% που προέβλεψε πριν από μόλις έναν μήνα. Σημειώνεται πως οι ανακοινώσεις του ΑΕΠ β’ τριμήνου ξεπέρασαν κατά πολύ τις αρχικές εκτιμήσεις της ING, καθώς το 16,2% ετήσιας αύξησης που σημείωσε το ελληνικό ΑΕΠ ήταν σχεδόν διπλάσιο από το 8,5% που προέβλεπε η τράπεζα.

“To ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η αρχή της εισόδου της Ελλάδας σε έναν κύκλο ανάπτυξης ο οποίος θα επεκταθεί τα επόμενα χρόνια, χάρη στην εξομάλυνση των συνθηκών της αγοράς και την ισχυρή επενδυτική δυναμική”, σημείωσε η Axia Research. Οι βασικοί οικονομικοί δείκτες συνεχίζουν τις ισχυρές τάσεις τους και στο τρίτο τρίμηνο, όπως τόνισε, προσθέτοντας πως οι επιδόσεις του β’ εξαμήνου θα υποστηριχθούν περαιτέρω με τα 4 δισ. ευρώ που έλαβε η Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης τον Αύγουστο, ενώ άλλα 3,5 δισ. ευρώ αναμένεται να εκταμιευθούν στα τέλη του 2021.