Χρηματιστήριο Αθηνών: Οι 6 καταλύτες στον δρόμο για τις 1000 μονάδες

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Μπορεί το βάρος των εξελίξεων γύρω από τη μετάλλαξη Δέλτα τόσο στην Ευρώπη όσο και στην “τουριστική” Ελλάδα, καθώς και οι ανησυχίες για τις πληθωριστικές πιέσεις που αυξάνονται διεθνώς, να έχουν “θολώσει” κάπως την εικόνα του Χρηματιστηρίου Αθηνών από τα μέσα Ιουνίου, κάτι που φαίνεται τόσο στην πορεία του Γενικού Δείκτη όσο και στην επενδυτική άπνοια, ωστόσο η ελληνική αγορά έχει πολλά και σημαντικά “αντισώματα” που έχουν τη δυνατότητα να αντιστρέψουν το κλίμα, μόλις περάσει και η καλοκαιρινή ραστώνη του Αυγούστου. Είναι χαρακτηριστικό πως οι εκθέσεις των διεθνών οίκων τόσο για την ελληνική οικονομία όσο και για το Χ.Α. και τις τράπεζες μόνο θετικές είναι το τελευταίο διάστημα, με τους αναλυτές να υπογραμμίζουν τα ισχυρά όπλα των ελληνικών μετοχών αλλά και τη μεγάλη επενδυτική ευκαιρία που συνεχίζει να αποτελεί η Ελλάδα, με “οδηγό” το σχέδιο “Ελλάδα 2.0”, που θα εκτοξεύσει ανάπτυξη και επενδύσεις.

Το “κρυφό” ράλι του Χ.Α.

Μπορεί το Χ.Α. να μη συγχρονίστηκε με το διεθνές ράλι και συνήθως να μην ακολουθεί την άνοδο αλλά και την πτώση των ξένων αγορών, ωστόσο είναι σημαντικό πως η πρόσφατη διόρθωση στα μέσα Ιουλίου αποδείχθηκε και εφήμερη αλλά και… εύκολο να καλυφθεί, αφού ο Γενικός Δείκτης επέστρεψε μέσα σε πέντε συνεδριάσεις εκεί όπου βρισκόταν πριν το sell-off.

Σημαντικό καταλύτη για την πορεία του Χ.Α. αποτέλεσε και αποτελεί ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος, παρά το γεγονός ότι έχει μειώσει ρυθμούς το τελευταίο διάστημα, συνεχίζει να καταγράφει από τα υψηλότερα κέρδη διεθνώς από τα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, όταν τα εμβόλια μπήκαν στην “εξίσωση” των αγορών. Συγκεκριμένα, ο τραπεζικός δείκτης έχει σκαρφαλώσει το τελευταίο εννεάμηνο, και από τα χαμηλά 52 εβδομάδων όπου βρέθηκε (234 μονάδες), κατά 128%, ενώ το ίδιο διάστημα ο Γενικός Δείκτης έχει αυξηθεί κατά 57%. Αυτές οι αποδόσεις κάθε άλλο παρά… αδιάφορες είναι για το μέσο χαρτοφυλάκιο.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, το αμέσως επόμενο διάστημα υπάρχουν σημαντικοί καταλύτες που μπορεί να οδηγήσουν το Χ.Α. στην πόρτα των 1.000 μονάδων, εκτοξεύοντας παράλληλα και τη συναλλακτική δραστηριότητα. Μεταξύ αυτών είναι –χωρίς αμφιβολία− το σχέδιο “Ελλάδα 2.0” και η ανάκαμψη της οικονομίας, η οποία θα συνοδευτεί από αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης. Αυτά αναμένεται να αλλάξουν την εικόνα του Χ.Α., με τους επενδυτές να ποντάρουν και πάλι, όπως το 2019, στο ισχυρό recovery trade των ελληνικών μετοχών. Πέραν των μακροοικονομικών θεμάτων, ισχυρό όπλο εκτιμάται ότι θα αποτελέσουν τα αποτελέσματα εξαμήνου των ελληνικών εισηγμένων, τα οποία ξεκίνησαν με ιδιαίτερα θετική ανταπόκριση από την αγορά, οι πολύ ισχυρές προοπτικές των ελληνικών τραπεζών με τις ψήφους εμπιστοσύνης των διεθνών οίκων να διαδέχονται η μία την άλλη, η συνέχιση της υποστηρικτικής πολιτικής της ΕΚΤ, η οποία έχει δώσει σημαντική ανάσα στην οικονομία και τα ελληνικά assets εν μέσω της πανδημίας, και το στοιχείο ESG, το οποίο “αναβαθμίζεται” στο Χ.Α. και αναμένεται να προσελκύσει ξένους θεσμικούς.

Αύξηση εισροών

Με το μεγάλο ζητούμενο για το Χ.Α. να είναι η ενίσχυση του τζίρου και άρα του επενδυτικού ενδιαφέροντος, οι αναλυτές εκτιμούν πως ήδη η εικόνα έχει αρχίσει να αλλάζει –παρά το διάλειμμα που επέβαλαν η Δέλτα, η καλοκαιρινή ραστώνη αλλά και η αφαίμαξη ρευστότητας λόγω των ΑΜΚ και των εκδόσεων ομολόγων– και σύντομα αναμένεται να αυξηθούν οι εισροές των ξένων επενδυτών.

Όπως σημείωσε η HSBC, μπορεί το ενδιαφέρον των ξένων επενδυτών για τις ελληνικές μετοχές να είναι χαμηλό, όταν ωστόσο αναπτυχθεί το θετικό αφήγημα σε ό,τι αφορά τα θεμελιώδη μεγέθη της ελληνικής αγοράς, υπάρχει αρκετός χώρος για σημαντική ενίσχυση της ρευστότητας. Κατά τη βρετανική τράπεζα, η ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, οι φθηνές αποτιμήσεις αλλά και οι προοπτικές των ελληνικών τραπεζών συνθέτουν ένα ισχυρό αφήγημα για το Ελληνικό Χρηματιστήριο και γι’ αυτό διατηρεί τη θετική της στάση για το Χ.Α. και την επενδυτική περίπτωση των ελληνικών μετοχών. Παράλληλα, τόνισε πως η ελληνική αγορά προσφέρει πολύ ελκυστική μερισματική απόδοση (3,3%), ενώ οι εισηγμένες αναμένεται να σημειώσουν σημαντική αύξηση της κερδοφορίας, της τάξης του 29,5% φέτος και 28,8% το 2022.

Μπορεί το Χρηματιστήριο Αθηνών να κινείται σε υποτονικούς ρυθμούς και να μην έχει ακολουθήσει το ράλι που έχουν καταγράψει επί COVID οι βασικές διεθνείς αγορές, με τον τζίρο το τελευταίο διάστημα να είναι ιδιαίτερα χαμηλός, ωστόσο η Euroxx παρατηρεί ότι η “μεγάλη εικόνα” του Χ.Α. είναι πολύ πιο αισιόδοξη, και αυτό δεν έχει αποτιμηθεί ακόμη. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει, οι ενεργές μερίδες στο Χ.Α. τον Μάρτιο και τον Μάιο ξεπέρασαν τις 36.000, που είναι η καλύτερη επίδοση από το καλοκαίρι του 2014, κάτι που σηματοδοτεί την αύξηση της διάθεσης των επενδυτών για τα ελληνικά assets. Έτσι, εκτιμά πως η συναλλακτική δραστηριότητα θα ανεβάσει ρυθμούς, ενώ θα ενισχυθεί η κεφαλαιοποίηση της αγοράς, με τις ελληνικές επιχειρήσεις να είναι πιο πρόθυμες να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου και σε IPOs. Παράλληλα, βλέπει την επιστροφή του Χ.Α. στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, κάτι που θα αποτελέσει ισχυρό καταλύτη για την αγορά.

Από την πλευρά της, η Eurobank Equities εκτιμά πως η πρόσφατη επιβράδυνση της συναλλακτικής δραστηριότητας είναι προσωρινή, λόγω των ανησυχιών για την πανδημία αλλά και του κύματος ομολογιακών εκδόσεων και ΑΜΚ που προηγήθηκε. Όπως υπολογίζει, ο τζίρος θα ανεβάσει ρυθμούς και πάλι από τον Σεπτέμβριο, καθώς η αγορά θα αρχίσει να επικεντρώνεται στις θετικές προοπτικές της οικονομίας.

Τα μηνύματα

Οι ανακοινώσεις των αποτελεσμάτων εξαμήνου θα δώσουν φρέσκο υλικό προς αξιολόγηση στους επενδυτές. Σύμφωνα με την Beta Securities, τα μεγέθη του εξαμήνου θα έχουν δύο βάσεις σύγκρισης: την πολύ αδύναμη περυσινή και την πολύ ισχυρή του 2019. Με αυτόν τον τρόπο θα γίνει περισσότερο κατανοητή η πρόοδος που έχει συντελεστεί στο εν λόγω διάστημα και πιθανόν να αποτελέσει ένα μέτρο κανονικότητας για τους επιμέρους κλάδους. Σε αυτήν τη συγκυρία οι εισηγμένες εταιρείες θα έχουν και ένα επιπλέον όφελος από τη μείωση του εταιρικού φόρου, ο οποίος θα έχει και την επίδραση του α’ φετινού τριμήνου για όσες εταιρείες δεν δημοσίευσαν πριν από τις 12 Μαΐου. Εκτός από τα οικονομικά πεπραγμένα του δευτέρου τριμήνου, θα δοθούν κάποιες πρώτες κατευθύνσεις για το πώς αναμένεται να κινηθεί το υπόλοιπο της χρονιάς. Αυτό θα είναι το δεύτερο και ίσως το σημαντικότερο σημείο της ανάγνωσης των αποτελεσμάτων, καθώς θα δώσει μια πιο καλή ένδειξη ετοιμότητας σε πιθανά σενάρια lockdown που θα υποχρεώσουν εκ νέου σε περιορισμούς που θα επιφέρουν επιβράδυνση στην οικονομική δραστηριότητα.

Όπως τονίζει και ο Δημήτρης Τζάνας, επικεφαλής επενδύσεων της Κύκλος Χρηματιστηριακή, οι επιδόσεις της ΕΧΑΕ και του Μυτιληναίου, οι οποίες και ξεκίνησαν τον χορό των αποτελεσμάτων, εξέπληξαν ευχάριστα. Παρά το γεγονός ότι η σύγκριση με τα μεγέθη της περσινής χρονιάς με τα λόγω πανδημίας lockdown ευνοεί την καταγραφή υψηλών μεταβολών κερδοφορίας, η προοπτική της συνέχισης καταγραφής τέτοιων επιδόσεων και για τα επόμενα έτη είναι τουλάχιστον αξιοσημείωτη. Δικαιολογεί, δε, την αναβάθμιση των αποτιμήσεων των μετοχικών αξιών. Έτσι, λαμβάνοντας υπόψη την προοπτική των υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα έτη, οι βελτιωμένες επιδόσεις του κύκλου εργασιών, της λειτουργικής κερδοφορίας αλλά και της καθαρής κερδοφορίας, που ευνοείται και από τον χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή, θα αφορούν την πλειονότητα των εισηγμένων εταιρειών και όχι μόνο όσων συνδέονται με τα κονδύλια του ενεργειακού και του ψηφιακού μετασχηματισμού της οικονομίας. Αυτό μπορεί να αποτελέσει ισχυρό καταλύτη στο Ελληνικό Χρηματιστήριο ώστε η αναρρίχηση του Γενικού Δείκτη να συνεχιστεί.

Το μεγάλο στήριγμα της ΕΚΤ

Η πρόσφατη αλλαγή στην πολιτική της ΕΚΤ διασφαλίζει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις αγορές και τις συνθήκες χρηματοδότησης, και αυτό είναι κάτι που ωφελεί την Ελλάδα, τα ελληνικά assets αλλά και τις ελληνικές τράπεζες, τόσο σε ό,τι αφορά την πρόσβαση στις αγορές και τις επιδόσεις των ελληνικών ομολόγων όσο και την απορρόφηση του τεράστιου όγκου των τιτλοποιήσεων που προωθούνται μέσω του σχεδίου “Ηρακλής 2” και την άντληση ρευστότητας από τις τράπεζες με αρνητικό κόστος (TLTROs).

Η ΕΚΤ ξεκαθάρισε ότι δεν θα υπάρξουν αυξήσεις επιτοκίων έως ότου ο πληθωρισμός φανεί να φτάνει τον “συμμετρικό” στόχο του 2%, αρκετά πριν από το τέλος της περιόδου των προβλέψεών της (2021-2023), και να διατηρείται βάσιμα σε αυτό το επίπεδο για το υπόλοιπο διάστημα, αλλά και μεσοπρόθεσμα. Ουσιαστικά, αυτό “μεταφράζεται” στο ότι η ΕΚΤ θα διατηρήσει την πολιτική της εποικοδομητική μέχρι να αυξηθεί ο πληθωρισμός προς το 2% και να διατηρηθεί σε αυτά τα επίπεδα για ικανό διάστημα. Σε ό,τι αφορά την ποσοτική χαλάρωση, όπως έχει ανακοινώσει η ΕΚΤ, “θα τελειώσει λίγο πριν από την πρώτη αύξηση των επιτοκίων”, κάτι που, σύμφωνα με οικονομολόγους, σημαίνει ότι θα συνεχίσει να αγοράζει assets και σε μεγάλη κλίμακα για τουλάχιστον δύο ακόμα χρόνια, αν όχι περισσότερο.

Η πλειονότητα των αναλυτών εκτιμά πως η ΕΚΤ δεν αναμένεται να αφήσει την Ελλάδα εκτός στήριξης ακόμα και μετά τη λήξη του PEPP και θα βρει έναν τρόπο να διατηρήσει την επιλεξιμότητα της Ελλάδας. “Δεν αποκλείουμε η ΕΚΤ να εξετάσει το ενδεχόμενο προσαρμογών στους όρους του PSPP −του κλασικού προγράμματος αγοράς κρατικών ομολόγων, το οποίο θα αποτελέσει τη “γέφυρα” για τη μετά PEPP εποχή− το επόμενο έτος, επιτρέποντας και τις αγορές ελληνικών ομολόγων, εάν χρειαστεί”, σημείωσε ο Ντένις Σεν, ο νέος επικεφαλής της Scope Ratings για την Ελλάδα.

Εκτός από την επιλεξιμότητα στο PEPP, η Ελλάδα έλαβε εν μέσω πανδημίας και το πολύ σημαντικό waiver για την επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων για τις πράξεις χρηματοδότησης της ΕΚΤ, η οποία και λήγει τον Ιούνιο του 2022. Εάν το waiver δεν παραταθεί, υπάρχει κίνδυνος οι ελληνικές τράπεζες να μειώσουν τον δανεισμό TLTRO και να προχωρήσουν σε πωλήσεις ελληνικών ομολόγων. Σύμφωνα με την Bank of America, η ΕΚΤ γνωρίζει πολύ καλά αυτόν τον κίνδυνο και, έτσι, θα επεκτείνει εντέλει το waiver μετά τον Ιούνιο του 2022, μια απόφαση που θα παρθεί το φθινόπωρο.

Μπαράζ θετικών εκθέσεων

Ο τραπεζικός κλάδος είναι κυρίως αυτός που αναμένεται να δώσει τον ρυθμό στο Χ.Α. τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και στο επόμενο διάστημα, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος της συναλλακτικής δραστηριότητας συγκεντρώνεται σε αυτόν. Αποτελεί, συνεπώς, έναν από τους βασικούς καταλύτες για το ισχυρό ανοδικό momentum της αγοράς και τα θετικά μηνύματα από τους διεθνείς αναλυτές δίνουν ένα πολύ σημαντικό σήμα για την ενίσχυση του επενδυτικού τους story.

Η Bank of America σημείωσε πως εδώ και καιρό είχε επισημάνει πως, με βάση το καλό ιστορικό εκτέλεσης των επιχειρηματικών τους σχεδίων, τα ισχυρά επίπεδα κεφαλαίων και τη χρήση του σχεδίου “Ηρακλής”, οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να ολοκληρώσουν επιτυχώς τα προγράμματα μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τους. Ωστόσο, τονίζει, η μείωση του κινδύνου στους ισολογισμούς τους, αν και είναι απαραίτητη προϋπόθεση, δεν αρκεί για να απελευθερωθεί η αξία στις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, καθώς χρειάζεται επίσης να υπάρξει ανάπτυξη με αύξηση των χορηγήσεων νέων δανείων και των διαχειριζόμενων περιουσιακών στοιχείων. Μέχρι στιγμής, πάντως, τα πράγματα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση σε όλες τις ελληνικές τράπεζες και για αυτόν τον λόγο η BofA παραμένει θετική για τον κλάδο, τονίζοντας πως εξακολουθεί να διαπραγματεύεται σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα αποτιμήσεων έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Και η J.P. Morgan υπογράμμισε το σημαντικό discount, που φτάνει το 40% των αποτιμήσεων των ελληνικών τράπεζων σε σχέση με τις τράπεζες της Ευρωζώνης, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται, τη στιγμή που έχουν παρόμοια προφίλ απόδοσης ιδίων κεφαλαίων ROTE για το 2022-2023. Όπως τονίζει, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δημιουργήσει ένα σταθερό ιστορικό εκτέλεσης των στόχων τους τα τελευταία χρόνια, και η υλοποίηση των σχεδίων μετασχηματισμού αναμένεται να συνεχιστεί, τα οποία, σε συνδυασμό με τα πρώτα σημάδια βιώσιμης κερδοφορίας, θα μειώσουν την πίεση στο κόστος ιδίων κεφαλαίων. Η συνέχιση της εκτέλεσης των σχεδίων μείωσης των NPEs, η επιτάχυνση της αύξησης των δανείων με την έναρξη του σχεδίου “Ελλάδα 2.0”, τα οποία εκτιμώνται ότι θα διαμορφωθούν άνω των 20 δισ. ευρώ ανά έτος τα επόμενα χρόνια, καθώς και η περαιτέρω άνοδος των αποτιμήσεων των τραπεζών της Ευρωζώνης, αναμένεται να λειτουργήσουν ως καταλύτες για τις ελληνικές τράπεζες, τονίζει η αμερικανική τράπεζα.

Από την πλευρά της, και η S&P δηλώνει θετική για τις προοπτικές των ελληνικών τραπεζών, εκτιμώντας πως θα συνεχίσουν να σημειώνουν βελτίωση στο μέτωπο της μείωσης των κόκκινων δανείων, με βάση και τις θετικές προοπτικές που έχει αυτήν τη στιγμή η ελληνική οικονομία. Ο οίκος αναμένει ότι οι οικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας θα βελτιωθούν το διάστημα 2021-2024, με τις πολιτικές της κυβέρνησης να κατευθύνονται προς την εξυγίανση του προϋπολογισμού και τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, με τη στήριξη από τους πόρους της Ε.Ε, ενώ οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να “καθαρίζουν” τα NPEs μέσω του “Ηρακλή”, της βελτίωσης του επενδυτικού κλίματος και των μεταρρυθμίσεων.

Ένα… ESG χρηματιστήριο

Σημαντικές εισροές εκτιμάται ότι θα προσελκύσει το Χ.Α. το επόμενο διάστημα και μέσω του νέου ESG “χαρακτηριστικού” που υιοθετεί, με την έναρξη του νέου δείκτη Athex ESG να ξεκινά την προσεχή Δευτέρα 2 Αυγούστου. Αρχικά θα συμπεριλαμβάνει τις 35 εισηγμένες εταιρείες με καλές επιδόσεις σε θέματα περιβάλλοντος, κοινωνίας και εταιρικής διακυβέρνησης, με στόχο να κινητοποιηθούν και άλλες ώστε να βελτιώσουν τη θέση τους σε ένα από τα σημαντικότερα θέματα που απασχολούν του επενδυτές και τις κεφαλαιαγορές παγκοσμίως. Έως το 2023-2025 εκτιμάται ότι οι μετοχές στον ελληνικό δείκτη ESG θα φτάσουν τις 60 και, όπως τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών, Σωκράτης Λαζαρίδης, στόχος είναι ο Γενικός Δείκτης του Ελληνικού Χρηματιστηρίου να γίνει ESG δείκτης.

Οι εισηγμένες που τηρούν τα κριτήρια εισαγωγής στον Athex ESG είναι οι: Coca-Cola, ΟΤΕ, Alpha Bank, Eurobank, ΟΠΑΠ, Μυτιληναίος, Εθνική Τράπεζα, ΔΕΗ, Jumbo, Τράπεζα Πειραιώς, Titan, Motor Oil, ΓΕΚ Τέρνα, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, Lamda Development, Ελληνικά Πετρέλαια, ΕΥΔΑΠ, Ελλάκτωρ, ΑΔΜΗΕ, Σαράντης, Βιοχάλκο, Fourlis, ΕΧΑΕ, Quest, Πλαστικά Θράκης, Πλαστικά Κρήτης, Aegean, Ελβαλχαλκόρ, ΟΛΠ, Cenergy, Ευρωπαϊκή Πίστη, Ιατρικό Αθηνών, Πλαίσιο, Αλουμύλ και Inform Λύκος.

Τα κριτήρια ESG αποτελούν σημαντική “πυξίδα” για τους θεσμικούς επενδυτές διεθνώς, οι οποίοι “κοιτούν” όλο και περισσότερο αυτή την κατηγορία επενδύσεων και, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών, Θεοφάνη Μυλωνά, η Ελλάδα έχει πολύ σημαντικό ρόλο να παίξει σε αυτές τις εξελίξεις και εύκολα μπορεί να αναδειχθεί πρωταγωνίστρια σε αυτό το μέτωπο με τα ανάλογα οφέλη.