Κινδυνεύει να χάσει πλοία η ακτοπλοΐα στο τέλος του χρόνου

Του Γιώργου Γεωργίου

Μεγάλος είναι ο κίνδυνος αποχώρησης των “καλών” πλοίων της εγχώριας ακτοπλοΐας, λόγω των αυξημένων ζημιών των εταιρειών την τελευταία διετία, ως απότοκο της πανδημίας και του κόστους των καυσίμων.

Όπως λένε πηγές του κλάδου στο Capital.gr, στο τέλος του χρόνου που θα γίνει το “ταμείο” των εταιρειών ίσως δούμε πλοία να πωλούνται ή να ναυλώνονται στο εξωτερικό, προκειμένου να προκύψουν κάποια έσοδα. Γίνεται, συνεπώς, αντιληπτό πως μία τέτοια εξέλιξη θα υποβάθμιζε τις υπηρεσίες που προσφέρει η ακτοπλοΐα, οι οποίες βελτιώθηκαν σημαντικά με το πέρας των ετών.

Τα deals

Ήδη, πάντως, διαφαίνονται ορισμένες κινήσεις εξαγορών και ναυλώσεων από εταιρείες. Υπενθυμίζεται ότι η SeaJets του Μάριου Ηλιόπουλου ενίσχυσε τον στόλο της με τέσσερα πλοία (τρία ταχύπλοα και ένα συμβατικό) της Golden Star Ferries, συμφερόντων των αδελφών Στεφάνου. Μάλιστα, το ένα από αυτά, το Superrunner Jet, δρομολογήθηκε στη νέα γραμμή που συνδέει τη Θεσσαλονίκη με τις Σποράδες.

Σύμφωνα με αναλυτές, η κίνηση αυτή εντάσσεται σε μία ευρύτερη προσπάθεια ορισμένων εταιρειών να ενισχύσουν τα μερίδιά τους στις εγχώριες γραμμές, όπερ σημαίνει ότι αυξάνεται σημαντικά ο ανταγωνισμός. Υπό αυτό το πρίσμα, ελλοχεύει η απειλή υψηλών επιπέδων συγκέντρωσης στην αγορά, με μονοπωλιακές επιπτώσεις, καθώς οι μικρότερες εταιρείες μοιάζουν ευάλωτες σε επιθετικές εξαγορές.

Παράλληλα, η Attica Group ναύλωσε πριν από λίγους μήνες το “Blue Star 1”, κατασκευής 2000, στην Irish Ferries για 1+1 χρόνο. Αιτία αυτής της απόφασης ήταν η μείωσης της κίνησης λόγω πανδημίας και η μη δραστηριοποίηση του πλοίου. Το τίμημα δεν έγινε γνωστό, αλλά πηγές της εταιρείας διεμήνυσαν ότι η συμφωνία δημιουργεί θετικά αποτελέσματα.

Καύσιμα και επιβατική κίνηση

Αναφορικά με τα καύσιμα, τα οποία αντιπροσωπεύουν περίπου το 1/4 των λειτουργικών δαπανών των εταιρειών, τους μήνες Απρίλιο και Μάιο, το κόστος ήταν διπλάσιο, συγκριτικά με πέρυσι. Μάλιστα, οι ακτοπλόοι εκτιμούν ότι, στο τέλος του χρόνου, η μέση τιμή θα είναι αυξημένη κατά 60%-70% σε σχέση με το 2020, επιβαρύνοντας σημαντικά τις ήδη πληγείσες εταιρείες.

Σε αυτό το πλαίσιο, επισημαίνεται ότι η αναμενόμενα ενισχυμένη επιβατική κίνηση το φετινό καλοκαίρι δεν θα ισοφαρίσει το κόστος των καυσίμων, με αποτέλεσμα οι εταιρείες να “γράψουν” ζημιές άνω των 200 εκατ. ευρώ συνολικά τη διετία 2020-2021.

Πάντως τα σημάδια βελτίωσης της κίνησης είναι ήδη ορατά. Τον Ιούνιο, σύμφωνα με πληροφορίες, διακινήθηκαν 45% περισσότεροι επιβάτες, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι πέρυσι ο τουρισμός άνοιξε στα μέσα Ιουνίου. Τα μέχρι τώρα στοιχεία καταδεικνύουν “ζωηρότερη” κίνηση στις Κυκλάδες, ενώ αντιθέτως προβληματίζουν οι ροές για Βόρειο Αιγαίο και Κρήτη.

Αρκετά καλύτεροι σε ετήσια βάση αναμένεται να είναι και οι Ιούλιος, Αύγουστος, αλλά σε κάθε περίπτωση η επιβατική κίνηση δε θα πλησιάσει τα επίπεδα του 2019. Παράλληλα, η αύξηση της κίνησης το εν λόγω δίμηνο εκτιμάται ότι θα είναι χαμηλότερη από το +45% του Ιουνίου, καθώς και πέρυσι αυτό το διάστημα είχαμε αφίξεις τουριστών.

Όλα αυτά φυσικά, με την προϋπόθεση να μην υπάρξει εκ νέου έξαρση των κρουσμάτων στη χώρα. Μάλιστα, τις τελευταίες ημέρες, οι ακτοπλόοι διαπιστώνουν, λόγω της σημερινής επιδημιολογικής εικόνας, μία ευρύτερη ανησυχία που ενδέχεται να επηρεάσει τις κρατήσεις των τουριστών.

Τι ζητούν οι ακτοπλόοι

Αυτή η κατάσταση ώθησε τον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) να αποστείλει επιστολή στο Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, ζητώντας μέτρα στήριξης. Στην επιστολή τονίστηκε, μεταξύ άλλων, ότι στις εταιρείες οφείλονται αποζημιώσεις που ξεπερνούν τα 50 εκατ. ευρώ και αφορούν την εκτέλεση δρομολογίων Δημόσιας Υπηρεσίας, κυρίως για την εξυπηρέτηση των μικρών νησιών.

“Παρά την κρίση, τους περιορισμούς στις μετακινήσεις και τον σχεδόν μηδενικό τουρισμό, τα πλοία μας, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, εκτελούν την τρέχουσα περίοδο τα ίδια δρομολόγια με το 2019, όταν η κίνηση ήταν τριπλάσια της σημερινής.

Ο τρόπος αντιμετώπισης του κλάδου των θαλάσσιων επιβατηγών μεταφορών υποδηλώνει υποβάθμιση της σοβαρότητας της κατάστασης και των κινδύνων όχι μόνο για το μέλλον των εταιρειών μας αλλά και για τον τουρισμό της χώρας και τα νησιά μας τα οποία εξυπηρετούμε υποδειγματικά” σημείωσε ο ΣΕΕΝ.

Το “αγκάθι” του στόλου

Μεγάλο πρόβλημα για τον κλάδο είναι φυσικά και ο υπέργηρος στόλος, με τον μέσο όρο ηλικίας των πλοίων να ξεπερνά σήμερα τα 27,32 έτη, με προοπτική να φτάσει τα 37,32 έτη μέχρι το 2030. Έτσι, εκτός των άλλων, αυξάνεται και το κόστος επισκευών – συντηρήσεων των πλοίων, το οποίο, με βάση τις εκτιμήσεις αναλυτών, αποτελεί περίπου το 15% των λειτουργικών εξόδων των εταιρειών.

Η πρόκληση στο project της ανανέωσης είναι η εξεύρεση χρηματοδότησης. Έχουν γίνει προσπάθειες, με οδηγό το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδας, για ανάλυση του κόστους και προς αυτήν την κατεύθυνση έχουν ανοίξει δίαυλοι επικοινωνίας με τις Βρυξέλλες, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, για την εξασφάλιση ευρωπαϊκών πόρων, χωρίς, όμως, ουσιαστικά αποτελέσματα μέχρι σήμερα.

Πάντως στο ελληνικό σχέδιο για το Ταμείο Ανάκαμψης προβλέπεται κονδύλι ύψους 1 εκατ. ευρώ για την “κατάρτιση αναλυτικού σχεδίου και μελέτης για τη σταδιακή ανανέωση του στόλου των επιβατηγών πλοίων” το σχεδιασμό της στρατηγικής και του μηχανισμού χρηματοδότησης.

Ευχής έργον θα ήταν φυσικά, αν τελικά “ξεκολλήσουν” οι διαδικασίες, η ανανέωση του στόλου να γίνει πραγματικότητα μέσα από την εγχώρια ναυπηγική βιομηχανία, η οποία, μετά τις τελευταίες εξελίξεις στον Σκαραμαγκά, δείχνει σημάδια “ζωής”.