Στο “κόκκινο” οι ευρωαγορές με φόντο μάκρο και μετάλλαξη “Δέλτα”

Με απώλειες έκλεισαν τα κυριότερα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια την Παρασκευή, με το ενδιαφέρον των επενδυτών να είναι στραμμένο στα μακροοικονομικά στοιχεία και στις δύο όχθες του Ατλαντικού, τα εταιρικά αποτελέσματα αλλά και την εξάπλωση της μετάλλαξης Δέλτα στην Ευρώπη.

Ειδικότερα, ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε στην ευρωζώνη τον Ιούνιο μετά από μια σταθερή άνοδο τους πρώτους μήνες του 2021, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ενώ το εμπορικό πλεόνασμα της ευρωζώνης συρρικνώθηκε τον Μάρτιο λόγω της πτώσης των εξαγωγών. Η Eurostat ανακοίνωσε πως οι τιμές καταναλωτή διαμορφώθηκαν στο 1,9% τον Ιούνιο σε ετήσια βάση, έναντι του 2% τον Μάιο. Πρόκειται για την πρώτη επιβράδυνση από τον προηγούμενο Σεπτέμβριο.

Την ίδια ώρα η Wall Street δέχεται πιέσεις καθως μια χειρότερη των εκτιμήσεων μέτρηση του καταναλωτικού κλίματος επισκίασε τους ισχυρά στοιχεία για τις  λιανικές πωλήσειες. Συγκεκριμένα, το καταναλωτικό κλίμα στις ΗΠΑ υποχωρεί τον Ιούλιο, καθώς ο αυξημένος πληθωρισμός ασκεί πρόσθετη πίεση στο βιοτικό επίπεδο, ιδίως στα νοικοκυριά με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα.

To Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν ανέφερε ότι τα προκαταρκτικά στοιχεία για τον δείκτη καταναλωτικού κλίματος στη χώρα τον τρέχοντα μήνα το δείχνουν να κινείται στις 80,8 μονάδες έναντι 85,5 τον Ιούνιο, στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Φεβρουάριο. Οι οικονομικοί αναλυτές ανέμεναν τον δείκτη στις 86,3 μονάδες σύμφωνα με έρευνα της Wall Street Journal.

Η έρευνα δείχνει ότι οι καταναλωτές βρίσκονται ενώπιον αύξησης του κόστους ζωής κατά 4,8% φέτος, στο υψηλότερο επίπεδο από το 2008.

Πίσω στην Ευρώπη και στο μέτωπο της πανδημίας, όπου η αναζωπύρωση των κρουσμάτων σε ολόκληρη την ήπειρο λόγωτης ραγδαίας εξάπλωσης της μετάλλαξης Δέλτα επιβαρύνει το επενδυτικό κλίμα, αφού αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αναγκάζονται να επαναφέρουν περιοριστικά μέτρα, τα οποία δυσχεραίνουν την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας.

Το Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσε την Παρασκευή 51.870 νέα κρούσματα κοροναϊού, στο υψηλότερο επίπεδο από τα μέσα Ιανουαρίου.

Σε αυτό το κλίμα, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 υποχώρησε κατά 0,32% στις 454,74 μονάδες, με τον κλαδο των μεταλλευτικών ορυχείων να σημειώνουν πτώση 2,8% και να ηγούνται των απωλειών. Σε εβδομαδιαία βάση, ο δείκτης αναφοράς σημείωσε πτώση περίπου 0,7%.

Στα επιμέρους ταμπλό, ο γερμανικός DAX υποχώρησε κατά 0,57% στις 15.540,31 μονάδες, o γαλλικός CAC 40 έχασε 0,51% στις 6.460,08 μονάδες και ο βρετανικός FTSE 100 σημείωσε μικρές απώλειες της τάξης του 0,06% στις 7.008,09 μονάδες.

Στην περιφέρεια, ο ιταλικός FTSE MIB διολίσθησε κατά 0,33% στις 24.792,78 μονάδες και ο ισπανικός IBEX 35 έχασε 0,24% στις 8.506,20 μονάδες.

Στις επιμέρους μετοχές, η Ericsson σημείωσε “βουτιά” 9,44%. Η σουηδική εταιρεία ανακοίνωσε ότι σύναψε πολυετή συμφωνία 5G ύψους 8,3 δισ. δολαρίων με την αμερικανική Verizon Communications, προεδιοποιώντας ωστόσο ότι οι καθυστερήσεις στην ανάπτυξη του 5G στην ηπειρωτική Κίνα, επηρεάζουν τις πωλήσεις. Η εταιρεία ανακοίνωσε ότι τα κέρδη β΄ τριμήνου διαμορφώθηκαν στα 3,68 δισ. κορόνες (424,6 εκατ. δολάρια) σε σχέση με τα 2,45 δισ. κορόνες πριν από έναν χρόνο. Οι πωλήσεις υποχώρησαν 1,1% στα 54,94 δισ. Κορόνες καθώς οι πωλήσεις στην Κίνα μειώθηκαν κατά 2,5 δισ. δολάρια στο τρίμηνο.

H Richemont έχασε 0,89% την Παρασκευή, παρόλο που η ιδιοκτήτρια εταιρεία των Cartier ανακοίνωσε ότι οι ισχυρές επιδόσεις από τα brands των κοσμημάτων της, ιδιαίτερα στην Αμερική, βοήθησε ώστε οι πωλήσεις της να διπλασιαστούν στο τρίμηνο μέχρι τις 30 Ιουνίου, καθώς υποχωρούσε η επίδραση της πανδημίας.

Πτώση 5,02% και για την Burberry, η οποία ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι έχει σημειώσει “εξαιρετική αρχή” στο νέο έτος, με τις πωλήσεις να επιταχύνονται και να υπάρχει ισχυρή ανάπτυξη στα δερμάτινα είδη.

Στα επιχειρηματικά νέα της ημέρας, γαλλική εταιρεία αυτοκινήτων Renault, ανακοίνωσε αύξηση 18,7% στις πωλήσεις α΄ εξαμήνου αν και παρέμεινε σε επίπεδα χαμηλότερα της περιόδου προ κορονοϊού. Ο όμιλος, όπως και οι άλλες εταιρείες του κλάδου, προωθεί τα ηλεκτρικά οχήματα υπό τον διευθύνοντα σύμβουλο Luca de Me, ενώ παράλληλα περιορίζει το κόστος, συμπεριλαμβάνοντας το ότι εστιάζει σε λιγότερες αλλά πιο επικερδής σειρές. Δήλωσε ότι αυτή η στρατηγική αρχίζει να αποφέρει καρπούς εν μέσω ανάκαμψης της ζήτησης, αν και τα τελευταία στοιχεία αντανακλούν μόνο τον όγκο πωλήσεων. “Σε ένα περιβάλλον που ακόμη αντιμετωπίζει προβλήματα από την πανδημία, η Renault Group πούλησε 1.422.600 οχήματα στο α΄ μισό του 2021, υψηλότερα 18,7% το 2020, αλλά χαμηλότερα 24,2% από το α΄ μισό του 2019”, αναφέρει ο όμιλος σε ανακοίνωση του.