Πειραγμένοι καιροί

Πάνε χρόνια πολλά που ο νους αν δεν κουράστηκε, βαρέθηκε να μετρά τα σημεία των καιρών, μέσα από ημερομηνίες στοκαρισμένων αξιών και ασυνόδευτων συμβολισμών. Χρόνια ξεφτισμένα ηλικιακά που επιμένουν να κρατούν αξόδευτες μνήμες σε ημερολόγια ανοιχτά, που ψάχνουν την ευκαιρία να τινάξουν τη σκόνη τους διεκδικώντας κάποια λεπτά, μιας κάποιας ώρας στο όριο της μέρας, προκειμένου να τηρηθεί η συνήθεια που έγινε θεσμός ή το αντίθετο.
Πρωτομαγιά (ασχέτου ημερομηνίας) ενός ακόμα σωτηρίου έτους – εφ’ όσον επιμένουμε να υπάρχουμε εις πείσμα κορωνοιών, ανατριχιαστικών στατιστικών και απειλούμενων πολιτικών, δεν έχει σημασία πάντα κάτι υπάρχει- και το δίλημμα παραμένει όπως κάθε χρόνο το ίδιο. –Είναι η Πρωτομαγιά αργία ή είναι απεργία; Γιατί αν είναι «αργία» τότε ν’ ανασκουμπωθούμε να πάρουμε τις πίτες, τις μπύρες και τις σούβλες και να τρέχουμε σαν τη τρελή του Σαγιό σε κάμπους και ρουμάνια να «πιάσουμε» το Μάη. Τώρα γιατί θα πρέπει να τον πιάσουμε στην Άγρια Δύση με τα ηχοσυστήματα των αυτοκινήτων στη διαπασών τρομάζοντας και αυτόν και την γαλήνη της φύσης, ποτέ μου δεν κατάλαβα. Αλλά άντε και τον πιάσαμε… Με τι δικαιολογία ρε αδέρφια;
Αν όμως είναι απεργία, τότε τι γίνεται; Εδώ σε θέλω ρε μάγκα εργατοαφέντη. Να σε δω να κελαηδάς σε άδεια ακροατήρια και να τα ρίχνεις στην πανδημία, για την εξασθενημένη παρουσία συμμετοχής. Να ανεμίζεις την βραχνιασμένη ντουντούκα, άλλοτε σκήπτρο ένδοξων εποχών και να την υποστέλλεις τώρα ταπεινωτικά, αφού μπορείς απλά να κουβεντιάζεις με τους καλαμοδαρμένους στην ερημιά τους, παρευρισκόμενους. Κατάλαβες φίλε τώρα, ότι σε ξεπέρασαν οι καιροί και έμεινες πίσω από μια κοινωνία που είχε ανάγκη να προχωρήσει. Ναι, μια κοινωνία που δεν την αφουγκραζόσουν αφού σ’ ενδιέφεραν μόνο τα δικά σου προνόμια και του εργασιακού σου περίγυρου που σε στηρίζει. Για σένα το Εργατικό ζήτημα στο Τόπο μας είχε περιορισμένο ορίζοντα. Είχε εργασιακά σύνορα που δημιουργούσαν έναν ιδιότυπο ρατσισμό κατηγοριοποιώντας τους εργαζόμενους.
Έτσι δεν είναι; Πώς να σε καταλάβει ο εργάτης φάμπρικας, η υπάλληλος του Μάρκετ, ο μεροκαματιάρης, που ζει με τον τρόμο της απόλυσης και της ανασφάλιστης πολλές φορές εργασίας. Ποιο συνδικαλισμό να εμπιστευθεί και για ποια δικαιώματα να μιλήσει, όταν σε βλέπει να συντάσσεσαι πίσω από κομματικούς στρατούς που διεκδικούν κομμάτι εξουσίας; Αυτής της εξουσίας, που διεκδικείς να γίνεις μέρος της, ενώ θα έπρεπε να έχεις κατοχυρώσει ασυμβίβαστο στο συνδικαλισμό.
Πρωτομαγιά του Σωτηρίου έτους… Δεν έχει σημασία αν είναι του φετινού, του περσινού, του επόμενου, το μοτίβο παραμένει πάντα το ίδιο. Σημαίες, ντουντούκες, καδρόνια, άνθρωποι και μια εξέδρα ικρίωμα που αποτελειώνει η εικόνα το σκοπό. Απλά ο σκοπός που αγιάζει τα μέσα, εκτελεί συνειδητά ή ασυνείδητα, το αναφαίρετο δικαίωμα στην εργασία του κάθε Ανθρώπου, αφήνοντας στο έλεος της τύχης τις ελπίδες, τα όνειρα και το αποτέλεσμα στη ζωή.
Αυτό το αποτέλεσμα ζωής που είναι η αξιοπρέπεια κάθε Ανθρώπου και το σημάδι του πάνω στη Γη, παραβλέπεται παντελώς και επαφίεται στην εύνοια πειραγμένων καιρών που δίνουν την ευκαιρία προκλητικά να τον υποτάσσουν. Άλλοτε μεροληπτώντας για χάρη του σε ταπεινές συναλλαγές οι μπαγάσες, άλλοτε ποδηγετώντας τις διεκδικήσεις του για να διασφαλισθεί η εργασία όπως του λένε και άλλοτε φέρνοντας νόμους που τον αφήνουν ξέφραγο στην εργοδοσία, να ανακυκλώνει στην ανεργία, τον κύκλο των χαμένων ευκαιριών. Ακόμα και η παραγωγή πλούτου αποτελεί προνόμιο η διαδικασία του, και όχι δικαίωμα συμμετοχής, αφορίζοντας τους ανέργους σ’ έναν δυσβάστακτο αποκλεισμό.
Κάπως έτσι ή έτσι, οι ημερομηνίες που σημάδεψαν τον Κόσμο αλλοτριώθηκαν στην επεξεργασμένη προοπτική των Ιδανικών και ότι απόμεινε μνημονεύεται είτε σαν Μαγιάτικο ξεφάντωμα, είτε σαν μνημόσυνο στην εξέδρα των χαμένων ποιητών.
Μαγκλάρας Βασίλης magklarasvas@yahoo. gr