(Φωτο)-Kτήμα Τατοΐου: Εγκρίθηκαν οι μελέτες για το θερινό ανάκτορο που θα λειτουργήσει ως μουσείο

Η αισθητική, λειτουργική και μορφολογική αποκατάσταση του θερινού ανακτόρου στο πρώην βασιλικό κτήμα Τατοΐου αποτελεί το στόχο των οριστικών μελετών που πήραν πράσινο φως από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του ΥΠΠΟΑ.

Με ομόφωνη γνωμοδότησή του το Συμβούλιο ενέκρινε χθες την αρχιτεκτονική, στατική και ηλεκτρομηχανική μελέτη. Το έργο δρομολογείται στο πλαίσιο του φιλόδοξου σχεδίου για την ανάπλαση του πρώην βασιλικού κτήματος σε Πολυθεματικό Περιαστικό Μητροπολιτικό Πάρκο.

Οι κτιριολογικές υποδομές στο ανάκτορο, που θα λειτουργήσει ως μουσείο του εαυτού του, θα έχουν ολοκληρωθεί το 2023, όπως έχει δηλώσει στον «Ε.Τ.» η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη.

Οι χώροι του «θα αντανακλούν την περίοδο του Γεωργίου του Α’, εκθέτοντας έπιπλα, αντικείμενα, πίνακες, αλλά και χαρτώες μαρτυρίες, που τεκμαίρουν τη διαδρομή της τ. βασιλικής οικογένειας». Παράλληλα, στους χώρους του υπογείου θα υπάρχουν αίθουσες για εκπαιδευτικά προγράμματα ή μικρές θεματικές περιοδικές εκθέσεις, ενώ η αίθουσα του κινηματογράφου θα χρησιμοποιείται για προβολές συναφούς ιστορικού υλικού.

Στη σοφίτα -όπου διατηρείται ακόμα η ταπετσαρία- υπήρχαν τα παιδικά δωμάτια.

Ως προς την οικοδομική, λειτουργική και αισθητική αποκατάσταση του μνημείου στην εποχή του Γεωργίου Α’, όπως προβλέπει η μελέτη, επισημαίνεται ότι η επαναφορά του κτιρίου στη συγκεκριμένη εποχή «προτάθηκε μόνο σε όσα στοιχεία υπήρχε επαρκής επιστημονική τεκμηρίωση». Στο πλαίσιο αυτού του στόχου, θα αφαιρεθούν μεταγενέστερες προσθήκες, όπως φεγγίτες και ανοίγματα. Στο ισόγειο, διατηρείται η κεντρική είσοδος στη βόρεια όψη του κτιρίου.

Φωτογραφικό υλικό

H αίθουσα κινηματογράφου στο υπόγειο.

Επισημαίνεται, επίσης, ότι «για την περίοδο του Γεωργίου Α’ υπάρχει φωτογραφικό υλικό για τους εσωτερικούς χώρους του ισογείου, κυρίως από το γραφείο του Γεωργίου Α’, το σαλόνι και στους χώρους της νότιας πλευράς του κτιρίου». Η οριστική αρχιτεκτονική μελέτη ενσωματώνει στοιχεία από την υπό εκπόνηση μουσειολογική μελέτη «προκειμένου να εμπλουτιστεί περαιτέρω το μουσειολογικό αφήγημα», που θα παρουσιάζει τη διαδρομή της τ. βασιλικής οικογένειας. Στην εκπόνηση της μουσειολογικής μελέτης -η οποία αφορά τα έργα τέχνης, έπιπλα και άλλα αντικείμενα της πρώην βασιλικής οικογένειας που θα εκτεθούν- συμβάλλουν οι πρόσφατες εργασίες στο Τατόι, όπου εκατοντάδες κούτες με άγνωστο μέχρι πρότινος περιεχόμενο ανοίχτηκαν, και αυτή τη στιγμή το υλικό τους ταξινομείται και αξιολογείται.

Οπως έχουμε γράψει, το ανάκτορο-μουσείο θα πλαισιώνεται από όμορα κτίρια, που θα προσφέρουν συμπληρωματικές υπηρεσίες. Στα γειτονικά μαγειρεία, για παράδειγμα, θα στεγαστεί το εστιατόριο-αναψυκτήριο του μουσείου.

Για την αποκατάσταση του ανακτόρου δρομολογούνται οι εξής εργασίες: στερέωσης και επισκευής σύμφωνα με την τεχνική περιγραφή της στατικής μελέτης, διαρρύθμισης (κατασκευή νέων χώρων υγιεινής, ενσωμάτωση ανελκυστήρων κ.λπ.), κατασκευή εκ νέου όλων των ηλεκτρομηχανικών εγκαταστάσεων, συντήρησης διακοσμητικών στοιχείων και διαμόρφωσης του περιβάλλοντος χώρου.

Τα χαρακτηριστικά του κτιρίου

Ενας από τους εξώστες.

Στόχος των εργασιών είναι να ανακτήσει το ανάκτορο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του και την αρχιτεκτονική του ταυτότητα ως αντίγραφο αγροικίας στο Πέτερχοφ. Η κατασκευή των θερινών ανακτόρων είναι έργο του αρχιτέκτονα Σάββα Μπούκη. Με εντολή του Γεωργίου και της Ολγας ταξίδεψε στη Ρωσία για να αντιγράψει μία από τις δύο νεογοτθικές επαύλεις που ήταν χτισμένες στο πάρκο του ανακτόρου Πέτερχοφ. Το Τατόι αποτελεί πιστή απομίμηση της έπαυλης Ferme. H ανοικοδόμησή του διήρκεσε από το 1884 έως το 1886 και η σημερινή εικόνα του είναι προϊόν μετατροπών και τροποποιήσεων. Η τελευταία από αυτές χρονολογείται την περίοδο 1947-1967, επί Παύλου Α’, και αφορούσε, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία της αίθουσας κινηματογράφου, την κατασκευή χώρων υγιεινής σε όλα τα υπνοδωμάτια κ.ά. Το κτίριο είναι λιθόκτιστο με μήκος 72 μέτρα και μέγιστο πλάτος περίπου 16 μέτρα και αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα: υπόγειο (επιφανείας 1.220,30 τ.μ.), ισόγειο (1.017,27 τ.μ.) όροφος (963,86 τ.μ.) και σοφίτα (842,86 τ.μ.).

Ο κήπος περιλαμβάνει τρία επίπεδα. Στο ανώτερο τοποθετήθηκε το άγαλμα του Κοζάκου κυνηγού, έργο του Γκεβγκένι Λανσεράι, που υπάρχει μέχρι σήμερα. Το γλυπτό αγόρασε και έφερε από τη Ρωσία η βασίλισσα Ολγα. Το ανάκτορο παραμένει κλειστό από το 1967.

Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου