Στο ραντάρ ξένων οίκων μετοχές και ομόλογα

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Δυναμικά έχει επιστρέψει η Ελλάδα στο ραντάρ των διεθνών επενδυτών, οι οποίοι “ποντάρουν” στην ισχυρή ανάκαμψη που θα σημειώσει η ελληνική οικονομία το 2021, μετά και το φως στο τέλος του τούνελ της πανδημίας που έφεραν οι θετικές εξελίξεις με τα εμβόλια. Το Ταμείο Ανάκαμψης, η συνέχιση της μεταρρυθμιστικής πορείας και, κυρίως, το ταχύτερο από το αναμενόμενο ριμπάουντ του τουρισμού −του κλάδου που αποτέλεσε και το μεγάλο “βαρίδι” στην πορεία του ΑΕΠ το 2020− είναι αυτά που κάνουν τη χώρα να ξεχωρίζει.

Νέα έρευνα της EY στο περιβάλλον στελεχών μεγάλων επιχειρήσεων με διεθνή παρουσία, για το πώς διαμορφώνονται το επενδυτικό κλίμα και οι προσδοκίες για τη μετα-COVID εποχή, έδειξε ότι η Ελλάδα κατατάσσεται υψηλά στον χάρτη των δυνητικών επενδύσεων. Το 2% των ερωτηθέντων επενδυτών κατονόμασαν την Ελλάδα μεταξύ των χωρών που πιστεύουν ότι θα αποδειχθούν ως οι πλέον ελκυστικές για τις επενδύσεις το 2021, ποσοστό συγκρίσιμο με χώρες που πρωταγωνιστούν στην προσέλκυση των ευρωπαϊκών Άμεσων Ξένων Επενδύσεων, όπως η Σουηδία (3%) και η Ισπανία (4%).

Τα παραπάνω φαίνονται ξεκάθαρα και στις εκτιμήσεις των διεθνών οίκων για την πορεία των ελληνικών assets το 2021, ενώ η ψυχολογία στο Χρηματιστήριο Αθηνών έχει ξεκάθαρα αλλάξει από τις αρχές Νοεμβρίου, με την επιστροφή επενδυτών που απείχαν από την αγορά για χρόνια να είναι ενδεικτική του νέου κλίματος που επικρατεί. Παράλληλα, η μεγαλύτερη ορατότητα που υπάρχει στον τραπεζικό κλάδο έχει οδηγήσει τις μετοχές τους και τους τίτλους Tier 2 σε ένα εκρηκτικό ράλι. Το “στοίχημα της ισχυρής ανάκαμψης”, που δεν… βγήκε φέτος λόγω του κορονοϊού, έχει επιστρέψει χάρη και στη συμφωνία για το Ταμείο Ανάκαμψης και εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε εισροές κεφαλαίων στις ελληνικές μετοχές. Με τις αναδυόμενες αγορές να εκτιμάται ότι θα υπεραποδώσουν το επόμενο έτος, αυτό αποτελεί ένα εξτρά “όπλο” για την ελληνική αγορά, η οποία θα επωφεληθεί και από αυτήν τη “στροφή” των επενδυτών. Η Morgan Stanley δήλωσε σε νέα έκθεσή της bullish για την Ελλάδα και τον τραπεζικό κλάδο χάρη στο γεγονός ότι η χώρα έχει υψηλή έκθεση στο Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. (26% του ΑΕΠ), υψηλή έκθεση στον τουρισμό (άνω του 20% του ΑΕΠ), ενώ το Χ.Α. έχει πολύ χαμηλές αποτιμήσεις –παρά το ράλι–, ειδικά σε ό,τι αφορά τις μετοχές των τραπεζών.

Παράλληλα, τα ελληνικά κρατικά ομόλογα συνεχίζουν να καταγράφουν ρεκόρ, με την απόδοση του 10ετούς να κινείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και κοντά στο 0,55% και τα ελληνικά spreads να έχουν σημειώσει τη μεγαλύτερη συρρίκνωση στην Eυρωζώνη φέτος. Η ισχυρή στήριξη του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ είναι ο κύριος λόγος πίσω από αυτό το εντυπωσιακό ράλι, ενώ και τα εγχώρια “ατού” των ελληνικών ομολόγων, όπως το ευνοϊκό προφίλ του ελληνικού χρέους και τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της κυβέρνησης, έχουν λειτουργήσει καθοριστικά στην ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης. Με την ΕΚΤ να συνεχίζει να είναι ο μεγάλος αγοραστής των ελληνικών ομολόγων έως και τον Μάρτιο του 2022, καλύπτοντας έτσι και με το παραπάνω τις εκδόσεις χρέους του ΟΔΔΗΧ, η πολύ καλή πορεία των ελληνικών ομολόγων αναμένεται να συνεχιστεί και το επόμενο έτος. Σε αυτό σημαντικό ρόλο παίζει το γεγονός ότι οι αποδόσεις τους είναι οι υψηλότερες στην Eυρωζώνη –και, άρα, οι ελκυστικότερες για τους “κυνηγούς αποδόσεων”−, καθώς και το γεγονός ότι η πορεία της αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας παραμένει ανοδική, με τους επενδυτές να κυνηγούν και το trade της “επενδυτικής βαθμίδας”.