Χρηματιστήρια: Σε ρυθμούς COVID-19 και πάλι οι αγορές

Της Ελευθερίας Κούρταλη

Οι φόβοι των αγορών επιβεβαιώθηκαν, με τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρωζώνης να προχωρούν σε lockdowns –πλήρη ή μερικά−, καθώς οι συνέπειες στην οικονομία της επιβολής όλο και πιο αυστηρών περιορισμών μέτρων στην Ευρώπη αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο το αμέσως επόμενο διάστημα ανατρέπουν όλα τα προηγούμενα σενάρια που ήθελαν το τέλος του σοκ της πανδημίας να έχει λάβει χώρα στο β’ τρίμηνο.

Πλέον, οι τελευταίοι και καθοριστικοί μήνες του έτους φαντάζουν πιο δύσκολοι, με την ύφεση να οδεύει σε διπλό πάτο και την ανάκαμψη στη συνέχεια να καθυστερεί και να είναι πιο αργή από ό,τι αρχικά αναμενόταν. Όπως, μάλιστα, προειδοποίησε η Oxford Economics, την επόμενη εβδομάδα θα προχωρήσει σε αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για την πορεία του ΑΕΠ στις χώρες που επιβάλλουν νέα αυστηρά μέτρα περιορισμού και όπου η κατάσταση με την πανδημία έχει επιδεινωθεί έντονα πλέον.

Ξεπούλημα

Τι σημαίνει αυτό για τις αγορές; Μια πρώτη γεύση την πήραν την περασμένη εβδομάδα, με ένα νέο βίαιο sell-off να χτυπά τα χρηματιστήρια και να βυθίζει το Χ.Α. σε επίπεδα Απριλίου και ημερών του πρώτου lockdown της ελληνικής οικονομίας, τη στιγμή που η πανδημία δεν είναι η μόνη αβεβαιότητα με την οποία είναι αντιμέτωποι οι επενδυτές.

Οι συνέπειες του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών και των πιθανών, πλέον, καθυστερήσεων στην εκκίνηση του Ταμείου Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης μένουν ακόμη να φανούν στην επενδυτική διάθεση, η οποία όσο πλησιάζει το τέλος του έτους γίνεται όλο και πιο επιφυλακτική. Άλλωστε, τα κέρδη που έχουν αποκομίσει φέτος από τις περισσότερες αγορές τα διεθνή χαρτοφυλάκια (με τη Wall Street να σημειώνει εν μέσω κρίσης της πανδημίας νέα ιστορικά υψηλά) ήταν σημαντικά και απρόσμενα και η στάση αναμονής, καθώς και η μερική φυγή από κάποιες τοποθετήσεις, φαίνεται να επιβάλλονται, καθώς όλα τα δεδομένα παραμένουν εξαιρετικά ρευστά.

“Αυτό που έχει αλλάξει τις τελευταίες ημέρες είναι οι σημαντικές αυξήσεις τον κρουσμάτων στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ”, σημειώνει ο επικεφαλής επενδύσεων της Kempen Capital Management, Nikesh Patel. Ως αποτέλεσμα, “το σενάριο για σχήμα W για την οικονομία έχει πλέον γίνει το βασικό για την αγορά, εκμηδενίζοντας εκείνο το σενάριο που ήθελε την ευρεία σταθεροποίηση των οικονομιών σε αυτό το τρίμηνο”.

Την περασμένη “Μαύρη Τετάρτη”, που λόγω αργίας του Χ.Α. για… εμάς έγινε “Μαύρη Πέμπτη”, οι διεθνείς αγορές έχασαν σχεδόν 2 τρισεκατομμύρια δολάρια από την κεφαλαιοποίησή τους μέσα σε μόλις μία συνεδρίαση, με τους όγκους συναλλαγών ειδικά στις ΗΠΑ να εκτοξεύονται κατά 40% και στα υψηλότερα επίπεδα από τον Σεπτέμβριο, “μαρτυρώντας” ένα κύμα φυγής των επενδυτών. Ο δείκτης “φόβου” της Wall Street, ο Cboe Volatility Index, εκτοξεύθηκε στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο, ενώ οι δείκτες μεταβλητότητας της αγοράς νομισμάτων υποδεικνύουν ότι αναμένεται μια “άγρια κίνηση” στην αγορά προσεχώς.

Αρκούν τα μέτρα στήριξης;

Το μόνο σίγουρο είναι πως τόσο οι κεντρικές τράπεζες όσο και οι κυβερνήσεις θα διοχετεύσουν στις οικονομίες και τις αγορές περισσότερη ρευστότητα και στήριξη, το εάν ωστόσο αυτό θα είναι αρκετό για να καθησυχάσει αλλά και να ενθαρρύνει τους επενδυτές μένει να φανεί. Τα πυρομαχικά της ΕΚΤ αποδείχθηκαν σημαντικό όπλο για τη σταθεροποίηση των συνθηκών το προηγούμενο διάστημα, με ένα μεγαλύτερο και μακρύτερο σε διάρκεια PEPP να μη θεωρείται, ωστόσο, αρκετό εάν και δημοσιονομικά δεν υπάρχει ευελιξία.

Σε ό,τι αφορά την Ε.Ε., οι αναλυτές εκτιμούν πως πρέπει να δοθεί παράταση της ρήτρας γενικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας που αποφασίστηκε τον Μάρτιο και η οποία δίνει δημοσιονομική ευελιξία στα κράτη-μέλη της Ε.Ε. για όσο διαρκεί η κρίση του κορoνοϊού. Κατά τη Citigroup, πλέον, και με δεδομένη τη νέα έξαρση της πανδημίας, είναι πιθανό να υπάρξει πολύ λίγη… όρεξη από τις περισσότερες κυβερνήσεις να επιστρέψουν από το 2022 στους κανόνες που ίσχυαν πριν από την κρίση της πανδημίας, με την επιστροφή στο όριο για το έλλειμμα του Προϋπολογισμού στο 3% του ΑΕΠ να είναι πολύ δύσκολη για πολλές χώρες. Συνεπώς, η ρήτρα διαφυγής θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί ξανά το επόμενο έτος, με ισχύ και το 2022, για να δώσει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή λίγο χρόνο να εφαρμόσει ένα νέο πλαίσιο που επιτρέπει διαφορετική ερμηνεία των κανόνων και ίσως την αποδοχή προσωρινών αποκλίσεων από τους στόχους.

Όπως σημειώνει η Societe Generale, ήδη οι επενδυτές έχουν… δεύτερες σκέψεις σχετικά με τις επιπτώσεις που θα έχει η τεράστια νομισματική και δημοσιονομική στήριξη που έχει διοχετευθεί διεθνώς, ειδικά σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό. Οι απροσδόκητες πληθωριστικές εκπλήξεις, όπως τονίζει, είναι καταστροφικές για την απόδοση των μετοχών όλων των κλάδων, ενώ η αύξηση των προσδοκιών γύρω από τον πληθωρισμό σε συνδυασμό με την ενίσχυση των προσδοκιών για την οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να ωφελήσουν ιδιαίτερα τις κυκλικές μετοχές και κλάδους, έναντι των αμυντικών. Αντιθέτως, ο αντίκτυπος της αύξησης των επιτοκίων που οφείλεται κυρίως στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό και δεν συνοδεύεται από ενίσχυση των προοπτικών για την ανάπτυξη θα είναι έντονα αρνητικός στις μετοχές γενικά, και ιδίως στις κυκλικές στρατηγικές.

Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν

Υπάρχει υψηλός κίνδυνος η αναζωπύρωση της πανδημίας να σταματήσει την παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη μέχρι το τέλος του έτους, σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters στο περιβάλλον περίπου 500 οικονομολόγων, η πλειοψηφία των οποίων αναμένει πλέον ότι η ανάκαμψη του επόμενου έτους θα είναι πιο αδύναμη από ό,τι είχε εκτιμηθεί προηγουμένως.

Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο έχουν δεσμεύσει τρισεκατομμύρια δολάρια σε μέτρα τόνωσης, βοηθώντας τις περισσότερες οικονομίες να αντιμετωπίσουν τη βαθιά ύφεση, αλλά ένα δεύτερο κύμα του κορονοϊού απειλεί πλέον και τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις.

Το δεύτερο αυτό κύμα αποτελούσε τον μεγαλύτερο κίνδυνο για αγορές και οικονομία, σύμφωνα με οικονομολόγους, αναλυτές της αγοράς συναλλάγματος, στρατηγικούς αναλυτές ομολόγων και μετοχών, καθώς και παγκόσμιους διαχειριστές κεφαλαίων, από την αρχή της πανδημίας.

Η νέα δημοσκόπηση του Reuters σε οικονομολόγους σε Ασία, Ευρώπη και Αμερική που καλύπτουν 46 οικονομίες έδειξε ότι τα σημάδια ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας στα επίπεδα πριν από την COVID-19 σύντομα είναι σχεδόν μηδενικά.

Σχεδόν τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι η αναζωπύρωση της πανδημίας ενέχει υψηλό κίνδυνο διακοπής της τρέχουσας παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης ήδη από το τρέχον έτος. “Ακόμα και πριν από τα νέα lockdowns, που μόλις επιβλήθηκαν, υπήρχε ήδη ευρεία παραδοχή ότι πολλές χώρες θα δουν ένα μόνιμα χαμηλότερο επίπεδο ΑΕΠ από ό,τι θα είχαν εάν δεν υπήρχε η πανδημία”, σημείωσε η Janet Henry, επικεφαλής οικονομολόγος της HSBC. “Η υψηλότερη ανεργία και το υψηλότερο χρέος φαίνονται αναπόφευκτα, αλλά υπάρχουν επίσης επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα”.

Εν τω μεταξύ, δεν υπάρχει κανένα σημάδι ότι η πανδημία θα τελειώσει σύντομα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, η Γαλλία και πολλές άλλες χώρες έχουν καταγράψει ρεκόρ κρουσμάτων τις τελευταίες ημέρες, και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εισήγαγαν νέα περιοριστικά μέτρα.

Η παγκόσμια οικονομία αναμενόταν να αναπτυχθεί 5,3% τον επόμενο χρόνο, έπειτα από συρρίκνωση 4,0% φέτος. Όμως σχεδόν το 80% των οικονομολόγων στη δημοσκόπηση δήλωσαν ότι μια πιο αδύναμη παγκόσμια ανάκαμψη από ό,τι πίστευαν προηγουμένως είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος το 2021.

“Δυστυχώς το δ’ τρίμηνο έρχεται με νέες προκλήσεις στο μέτωπο της πανδημίας. Από οικονομικής απόψεως, ίσως χρειαστεί να περιμένουμε άλλους 6 μήνες ή περισσότερο προτού ένα εμβόλιο μπορεί να προσφέρει σημαντική ανακούφιση και αυτό θα επιβαρύνει σημαντικά τη δραστηριότητα στο εγγύς μέλλον. Ιδιαίτερα καθώς μπορεί να αντιμετωπίσουμε κάποια κόπωση από την άποψη αντισταθμιστικών μέτρων τόνωσης”, σημειώνει ο Stefan Koopman, επικεφαλής οικονομολόγος της Rabobank.

Δύσκολο το υπόλοιπο του έτους

Η Capital Economics προβλέπει πως το… κουμπί του sell-off θα κρατηθεί πατημένο έως τα τέλη του 2020 για τις μετοχές της Ευρωζώνης. Με τη Γαλλία και τη Γερμανία να προχωρούν σε lockdowns των οικονομιών τους –πλήρη ή μερικά–, δεν αποτελεί έκπληξη εάν οι ευρωπαϊκές αγορές, και ειδικά οι αγορές της Eυρωζώνης, βιώσουν έναν γύρο ισχυρών πιέσεων, όπως σημειώνει. Ωστόσο, σύμφωνα με την Capital Economics, αν και οι μετοχές της ζώνης του ευρώ αναμένεται να βιώσουν περισσότερο “πόνο” έως τα τέλη του 2020, το επόμενο έτος αναμένεται να υπεραποδώσουν έναντι των μετοχών των ΗΠΑ, αν και εφόσον η πανδημία τεθεί υπό έλεγχο.

Όπως εκτιμά, οι χαμηλές επιδόσεις των μετοχών που αναμένονται για την Ευρωζώνη είναι το αποτέλεσμα της αλλαγής των προσδοκιών των επενδυτών σχετικά με την οικονομική ανάπτυξη. Κατά την άποψή της, δύο είναι οι βασικοί λόγοι πίσω από αυτή την επανεκτίμηση. Πρώτον, η ενίσχυση των περιορισμών στη δραστηριότητα σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ, μετά την αύξηση των κρουσμάτων του κορονοϊού (η οποία και οδήγησε σε επιβολή lockdowns). Αντίθετα, οι περιορισμοί δεν έχουν γίνει πιο αυστηροί στις ΗΠΑ, παρόλο που η χώρα βιώνει επίσης ένα νέο κύμα σημαντικής έξαρσης της πανδημίας. Δεύτερον, οι ελπίδες για ένα μεγάλο δημοσιονομικό πακέτο τόνωσης στις ΗΠΑ έχουν αυξηθεί, καθώς οι πιθανότητες μιας καθαρής νίκης των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές έχουν ενισχυθεί. Αντίθετα, ενώ ορισμένες χώρες της Ευρωζώνης ανακοίνωσαν περισσότερη δημοσιονομική στήριξη, τα συνδυασμένα πακέτα είναι μικρότερα από αυτά που αναμένονται στις ΗΠΑ.

Από την πλευρά της, η HSBC δηλώνει πλέον επιφυλακτική για τις αγορές της Ευρώπης. Εκτός από τη νέα έξαρση της πανδημίας, που επαναφέρει τον εφιάλτη των lockdowns, η πιθανή καθυστέρηση στο Ταμείο Ανάκαμψης της Ε.Ε. είναι μια ανεπιθύμητη εξέλιξη, που πολύ λίγοι επενδυτές περίμεναν αρχικά. Επιπλέον, το πιο ισχυρό ευρώ είναι ήδη αισθητό τόσο στον πληθωρισμό όσο και στον ρυθμό ανάπτυξης. Έτσι, η HSBC τηρεί πλέον underweight στάση και στις μετοχές της Ευρωζώνης αλλά και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Μέρες πρώτου lockdown ζει το X.A.

Στα επίπεδα Απριλίου επέστρεψε την περασμένη εβδομάδα ο Γενικός Δείκτης, έπειτα από μια… καθυστερημένη αντίδραση στο διεθνές sell-off της 28ης Οκτωβρίου, και πλέον τα σενάρια για επιστροφή στα χαμηλά έτους που σημειώθηκαν στην κορύφωση της κατάρρευσης του πρώτου κύματος του κορονοϊού στα μέσα Μαρτίου και τις 460-480 μονάδες θεωρούνται από τους αναλυτές πιθανά.

Η συναλλακτική, ωστόσο, εικόνα δίνει κάποια ελπίδα, καθώς η βίαιη πτώση της Πέμπτης δεν συνοδεύτηκε με έκρηξή του τζίρου, αν και αυτό μπορεί να αποδοθεί και στο γεγονός ότι δεν έχουν μείνει και πολλά ενεργά ξένα χαρτοφυλάκια στο Χ.Α. πλέον, παραμένοντας στο περιθώριο, δεδομένων και των πολλών αβεβαιοτήτων που υπάρχουν πάνω από την αγορά λόγω των κινδύνων με τους οποίους είναι αντιμέτωπα και τα διεθνή χρηματιστήρια, τη στιγμή μάλιστα που ο “εξτρά” κίνδυνος για τα ελληνικά assets που λέγεται Τουρκία παραμένει ενεργός.

Όπως εκτίμησε η Euroxx, η αβεβαιότητα σχετικά με την πανδημία και οι γεωπολιτικές εντάσεις αναμένεται να διατηρήσουν τη συναλλακτική δραστηριότητα και την κεφαλαιοποίηση της αγοράς σε χαμηλά επίπεδα για το υπόλοιπο του 2020. Στους μεγαλύτερους, ωστόσο, κινδύνους τοποθετεί ένα σοβαρό δεύτερο κύμα COVID-19 με επαναλαμβανόμενα lockdowns. Σύμφωνα με την Κύκλος Χρηματιστηριακή, πλέον έχει διακοπεί η εξάμηνη περίοδος συσσώρευσης στο Ελληνικό Χρηματιστήριο και, καθώς απέτυχαν οι πολλαπλές προσπάθειες να υπερπηδηθεί η περιοχή των 650 μονάδων του Γενικού Δείκτη, συντελέστηκε η καθοδική διαφυγή με τη διάσπαση των 600 μονάδων. Το υφεσιακό σκηνικό και οι αυξημένοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι συντηρούν το πλαγιοκαθοδικό σενάριο κίνησης του Χ.Α. ως το πιθανότερο ενδεχόμενο για το επόμενο διάστημα.

Το πλέον ανησυχητικό είναι τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα στα οποία βυθίστηκε την περασμένη εβδομάδα ο τραπεζικός δείκτης, ο οποίος και θεωρείται και ο οδηγός του Χ.Α., λόγω και του “βάρους” τους στον τζίρο αλλά και τον Γενικό Δείκτη. Ο τραπεζικός κλάδος, που αποτέλεσε τον “ηγέτη” του ιστορικού ράλι του Χρηματιστηρίου Αθηνών το 2019, έχει μετατραπεί φέτος στο μεγάλο “βαρίδι” της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς. Πολλοί επενδυτές είχαν αγοράσει ελληνικές τράπεζες το 2019 –κάτι που εξηγεί το ιλιγγιώδες ράλι του κλαδικού δείκτη την περασμένη χρονιά, που ξεπέρασε το100%–, βλέποντας ισχυρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας το 2020 και 2021. Πλέον, λόγω της κρίσης CΟVID-19, αυτά τα “στοιχήματα” έχουν μεταφερθεί για πολύ αργότερα, το 2022-2023.

Αφορμή του τραπεζικού sell-off ήταν οι εξελίξεις με την Τράπεζα Πειραιώς και τα σενάρια για αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου και για την “τύχη” των CoCos, ωστόσο αυτά δεν αποτελούν τον μοναδικό “πονοκέφαλο” του κλάδου αυτήν τη στιγμή. Το κλίμα και στις διεθνείς αγορές είναι πλέον αρνητικό, λόγω της έξαρσης των κρουσμάτων κορονοϊού και της επιβολής από όλο και περισσότερες κυβερνήσεις νέων αυστηρών περιοριστικών μέτρων που θα πλήξουν την οικονομική δραστηριότητα, οδηγώντας σε εκτιμήσεις για ύφεση με “διπλό πάτο” στην Ευρωζώνη. Μια νέα συρρίκνωση της οικονομίας στο δ’ τρίμηνο και η πιο αργή και υποτονική ανάκαμψη στη συνέχεια αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο, καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερο κόστος κινδύνου και σε νέες πιέσεις της ήδη εύθραυστης κερδοφορίας του.

Ήδη οι ανησυχίες για τα moratoria που έχουν δοθεί και πόσα από αυτά θα καταλήξουν σε νέα “κόκκινα” δάνεια έχουν οδηγήσει τους επενδυτές μακριά από τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών το τελευταίο διάστημα. H S&P τόνισε πως η έλευση της πανδημίας και η ύφεση της οικονομίας θα περιπλέξουν περαιτέρω τις προσπάθειες μείωσης του μεγάλου όγκου NPEs, δεδομένης της επίδρασής τους στους εταιρικούς ισολογισμούς. Παρά τα μέτρα στήριξης και την ενεργοποίηση του “Ηρακλή”, η πανδημία θα αντιστρέψει τη θετική τάση που έχει δημιουργηθεί στον τραπεζικό κλάδο και στην πορεία των NPEs, οδηγώντας σε αύξηση των “κόκκινων” δανείων, όπως τόνισε.