Αρχές Οκτωβρίου παραδίδεται το Tέμενος της Αθήνας

«Με το κλειδί στο χέρι» θα παραδοθεί το ισλαμικό τέμενος Αθηνών στις αρχές Οκτωβρίου. Τότε θα αρχίσει να μετρά αντίστροφα ο πολιτικός χρόνος για να γίνουν τα επίσημα εγκαίνιά του. Μία ιστορία που ξεκίνησε 14 χρόνια πριν, αναζητεί την ημερομηνία για τους τίτλους έναρξης. «Οι προκηρύξεις που έγιναν τον περασμένο Ιούνιο αποδεικνύουν ότι προσωπικά ο πρωθυπουργός έχει αποφασίσει να προχωρήσει» παρατηρεί, μιλώντας στην «Κ», κυβερνητικό στέλεχος. Ως τώρα το τέμενος, η παιδική χαρά, οι πλατείες και το πράσινο –μία ανάσα στο κέντρο της Αθήνας– που το περιβάλλουν παραμένουν κλειστά για τους Αθηναίους.

Ειδικότερα, πέρυσι στις 7 Ιουνίου, ο τότε υπουργός Παιδείας, Eρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου παρουσίασε επισήμως το κτίριο του τεμένους στην Ιερά Οδό 144. Oμως στο τέλος έμεινε μια πικρή γεύση, καθώς όταν όλοι έφυγαν, η πόρτα κλείδωσε και παραμένει κλειστή μέχρι σήμερα. Εναν χρόνο μετά, το τέμενος εξακολουθεί να μη λειτουργεί και, όπως συμβαίνει με όλα τα κτίρια που δεν λειτουργούν, κάθε μέρα που περνά απαξιώνεται.

Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», οι απαραίτητοι διαγωνισμοί είναι σε εξέλιξη και στις αρχές Οκτωβρίου το τέμενος «θα έχει» συμβάσεις για την καθαριότητα, τη φύλαξη, την ασφάλειά του, ενώ έχουν επιπλωθεί και οι χώροι γραφείων. Παράλληλα, το τέμενος θα έχει μόνιμο προσωπικό έναν δημόσιο υπάλληλο, ενώ έχουν διατεθεί από το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων άλλοι δύο υπάλληλοι και θα γίνουν επίσης τέσσερις προσλήψεις με σύμβαση οκτάμηνης διάρκειας, με επιλογή των προσώπων μέσω συνέντευξης. Η μία μετά την άλλη οι εκκρεμότητες κλείνουν και φτάνει η ώρα για το πολιτικό πράσινο φως. Ο 49χρονος Μαροκινός Σίντι Μοχάμεντ Ζάκι είναι ο πρώτος ιμάμης του ισλαμικού τεμένους Αθηνών. Πρόκειται για Ελληνα πολίτη με καταγωγή από το Μαρόκο, ο οποίος μιλάει άπταιστα ελληνικά, αραβικά και γαλλικά, είναι κάτοχος πτυχίου Φυσικομαθηματικών και Μουσουλμανικών Σπουδών.

Ο νόμος για την κατασκευή του τεμένους ψηφίστηκε το 2006 από τη Μαριέττα Γιαννάκου και αποτέλεσε τομή σε σχέση με όσα συνέβαιναν στην Ευρώπη. Ομως, μετά την αποχώρησή της από το υπουργείο Παιδείας, το έργο «πάγωσε». Τρία χρόνια αργότερα, ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Θεόδωρος Πάγκαλος και η τότε υπουργός Παιδείας Αννα Διαμαντοπούλου «ξεπάγωσαν» το έργο που ήταν στο σημείο μηδέν, καθώς ούτε καν η έκταση δεν είχε μεταβιβαστεί από το Πολεμικό Ναυτικό στο ελληνικό Δημόσιο.

Από τότε και μέχρι την εκδήλωση πέρυσι τον Ιούνιο, η Βουλή ψήφισε επτά νομοθετικές ρυθμίσεις για το τέμενος, εκ των οποίων οι έξι αφορούσαν πολεοδομικά θέματα. Οι νομοθετικές ρυθμίσεις ψηφίζονταν με μεγάλες πλειοψηφίες από όλα τα κόμματα της Βουλής, εκτός από τους κάθε φορά εκπροσώπους της Ακροδεξιάς. Οσοι καταψήφιζαν τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις είχαν τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα, «που δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μια προσπάθεια να καλλιεργήσουν τον φόβο και το μίσος γνωρίζοντας ότι πλήττουν το εθνικό συμφέρον», παρατηρεί κυβερνητικό στέλεχος.

Δεν έλειψαν και οι εκκλησιαστικοί παράγοντες μαζί με υπερσυντηρητικές εκκλησιαστικές οργανώσεις που διεξήγαγαν ανελέητο πόλεμο, με αποτέλεσμα την άρνηση των κατασκευαστικών εταιρειών να αναλάβουν το έργο υπό τον φόβο του κόστους για τη δημόσια εικόνα τους αλλά και μία σειρά δικαστικών περιπετειών. Αν και η Εκκλησία της Ελλάδος επίσημα είχε ταχθεί υπέρ της κατασκευής τεμένους τόσο με δηλώσεις του τότε Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου όσο και του διαδόχου του, Ιερωνύμου, ήταν ο μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ που προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας το 2011 για την ακύρωση του έργου.

Με απόφαση της τότε κυβέρνησης, η κρίσιμη ευθύνη για την εκπροσώπηση των συμφερόντων του ελληνικού Δημοσίου και της υπεράσπισης της διακομματικής επιλογής για την κατασκευή του τεμένους ανατέθηκε στον τότε γενικό γραμματέα Θρησκευμάτων Γιώργο Καλαντζή. Τρία χρόνια αργότερα, δημοσιεύθηκε η ιστορική απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ η οποία δικαίωσε την ελληνική πολιτεία.

Τότε άλλαξε η τακτική των αντιτιθέμενων στο τέμενος, οι οποίοι άρχισαν να καταθέτουν μηνύσεις όχι μόνο κατά πολιτικών προσώπων αλλά και κατά δημοσίων υπαλλήλων ώστε να δημιουργήσουν ένα κλίμα φόβου σε όλη τη δημόσια διοίκηση. Ο υπεύθυνος δημόσιος υπάλληλος –σήμερα συνταξιούχος– για την κατασκευή του τεμένους εξακολουθεί να έχει δικαστικές περιπέτειες.

Γνώστες του θέματος, χαρακτηρίζουν «κορυφαία στιγμή ακτιβισμού», την κατάληψη των εγκαταλελειμμένων κτιρίων του Πολεμικού Ναυτικού και την ανακήρυξή τους σε «χώρο αστέγων» (χωρίς αστέγους, φυσικά) «αντιγράφοντας την ακροαριστερή πρακτική της κατάληψης δημοσίων ή ιδιωτικών χώρων», όπως αναφέρουν στην «Κ».

Μετά την κυβερνητική αλλαγή του 2015, υπό την πίεση των ΑΝΕΛ και της απροθυμίας των εμπλεκόμενων υπουργών να αναλάβουν το πολιτικό κόστος, το έργο άρχισε να λιμνάζει μέχρι που ο τότε υφυπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Αμανατίδης ανέλαβε, με πρωθυπουργική εντολή, να βρει τις λύσεις.

Σήμερα, 14 χρόνια μετά η επιλογή της Μαριέττας Γιαννάκου να αποφασίσει την κατασκευή του τεμένους με κρατικό χρήμα και υπό κρατικό έλεγχο δικαιώνεται. Μάλιστα, στην εκστρατεία κατά του τεμένους της Αθήνας συναντιούνται πολλοί παράγοντες από διαφορετικές –αλλά πάντοτε ακραίες– πολιτικές και ιδεολογικές αφετηρίες, ενώ στο αίτημά τους έχουν τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας η οποία απαξιώνει το τέμενος, καθώς επιδιώκει, σύμφωνα με επίσημες δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν, να επαναλειτουργήσει το Φετιχιέ Τζαμί στη Ρωμαϊκή Αγορά.

Η επιλογή της κυβέρνησης της Ν.Δ. το 2014, την οποία στήριξαν όλες οι μετέπειτα κυβερνήσεις, σήμερα δικαιώνεται στην πράξη και απολαμβάνει διακομματική αποδοχή, αλλά το τέμενος της Αθήνας εξακολουθεί να μη λειτουργεί. Είναι η ώρα των αποφάσεων για μία ιστορία που ξεκίνησε 14 χρόνια πριν.