Μιχάλης Καρχιμάκης: Δεν πρέπει να συνεργαστούμε ποτέ ξανά με τη Νέα Δημοκρατία

«Ας είμαστε ειλικρινείς», εξηγεί ευθύς εξαρχής ο Μιχάλης Καρχιμάκης, «το Κίνημα Αλλαγής, ΠΑΣΟΚ φαίνεται να δυσκολεύεται σήμερα να μιλήσει στην ψυχή της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και το πρόβλημα αυτό δεν το αντιμετωπίζει μονάχα το ΚΙΝΑΛ ή το ΠΑΣΟΚ, αλλά σχεδόν κάθε ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα». Η εποχή μας έχει ανάγκη έναν σύγχρονο Ανδρέα Παπανδρέου, επειδή όμως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, ο κ. Καρχιμάκης κρίνει πως «ο προοδευτικός χώρος, για να έχει μέλλον, πρέπει να ξαναδώσει υπόσταση στην έννοια “κίνημα” και να συμπορευθεί με την κοινωνία για να συνδιαμορφώσουμε λύσεις και προτάσεις». Ταυτόχρονα επιτίθεται λάβρος κατά της κυβέρνησης, λέγοντας ότι «με τη Νέα Δημοκρατία μάς χωρίζει άβυσσος, δεν πρέπει να συνεργαστούμε ποτέ ξανά! Εξυπηρετεί ημετέρους και εμείς επιθυμούμε να υπηρετήσουμε την κοινωνική πλειοψηφία. Απελευθερώνει τις κατασχέσεις πρώτης κατοικίας και δίνει ασυλία στους τραπεζίτες, ενώ εμείς επιθυμούμε την προστασία της πρώτης κατοικίας και τη λογοδοσία των οικονομικά ισχυρών».

Κλείνοντας, επισημαίνει πως «και με τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, είναι άκαιρο να συζητάμε συνεργασίες τώρα».

Πέρασαν 24 χρόνια από τον θάνατο του Ανδρέα Παπανδρέου. Πιστεύετε πως η Ελλάδα, που εξέρχεται από μια 10χρονη οικονομική κρίση και αντιμετωπίζει ακόμη μία, ίσως και πιο σκληρή, έχει την ανάγκη ενός νέου Ανδρέα Παπανδρέου;

Ο Ανδρέας Παπανδρέου έχει μείνει στο συλλογικό φαντασιακό αυτού του λαού ως ο πιο αγαπητός πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης και ο πιο πετυχημένος, για πολύ συγκεκριμένους λόγους.

Πρώτον, μπόρεσε να οραματισθεί μια Ελλάδα η οποία δεν υπήρχε, μια Ελλάδα κοινωνικής δικαιοσύνης, αμβλυμένων κοινωνικών αντιθέσεων και οικονομικών ανισοτήτων, μια Ελλάδα ηγέτη στα Βαλκάνια και ισχυρό παίχτη στο διεθνές πεδίο με πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, που εγγυόταν την ασφάλεια της χώρας χωρίς όμως να μας μετατρέπει σε δορυφόρο κάποιας μεγάλης ξένης δύναμης.

Όλα αυτά, δεν τα σκέφτηκε απλώς αλλά τα έκανε και πραγματικότητα ενώνοντας της «φατρίες» του προοδευτικού κινήματος σε ένα κόμμα, όχι στη βάση προσωπικών συμφερόντων ή πρόσκαιρων εκλογικών τακτικών, αλλά σε στέρεα θεμέλια ιδεολογικής σύγκλισης.

Θεωρώ πως κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο σήμερα; Προφανώς! Πιστεύω ότι είναι δυνατόν να βρεθεί ένας και μόνο άνθρωπος που θα μπορέσει να το καταφέρει; Αμφιβάλλω!

Δεν θεωρώ όμως απίθανο να βρεθούν περισσότεροι του ενός άνθρωποι με κοινές ανησυχίες και ο καθένας με τη δική του κλίση να καλύψει κάποια από τις παραπάνω πτυχές, έτσι ο προοδευτικός χώρος και η χώρα θα έχουν μέλλον.

Αλήθεια, το κόμμα που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου, το ΠΑΣΟΚ, κατά πόσον μπορεί να αντεπεξέλθει στις σημερινές κοινωνικές και πολιτικές ανάγκες και να αρθρώσει έναν πειστικό εναλλακτικό πολιτικό λόγο-όραμα και προοπτική για τις νέες γενιές;

Στην πολιτική πρέπει να είμαστε ειλικρινείς.

Το Κίνημα Αλλαγής, ΠΑΣΟΚ φαίνεται να δυσκολεύεται σήμερα να μιλήσει στην ψυχή της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Το πρόβλημα αυτό δεν το αντιμετωπίζει μονάχα το ΚΙΝΑΛ ή το ΠΑΣΟΚ, αλλά σχεδόν κάθε ευρωπαϊκό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Βλέπουμε τη νεολαία να στρέφεται προς τα κινήματα πρασίνων, στην καλύτερη, και στην πολιτικοποιημένη αποχή από τις εκλογές, στη χειρότερη. Αυτό βέβαια δεν πάει να πει ότι η νεολαία είναι πολιτικά απούσα, τουναντίον είναι παρούσα στα κινήματα, στους κοινωνικούς χώρους, στον δρόμο, εκεί δηλαδή που τα σύγχρονα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα δεν είναι.

Αν θέλουμε ο προοδευτικός χώρος να έχει μέλλον, πρέπει να ξαναδώσουμε υπόσταση στην έννοια «κίνημα», να εμπλακούμε στις διεργασίες δρόμου, να συνομιλήσουμε με τους ανθρώπους με τους οποίους θέλουμε να συμπορευθούμε για τα ζητήματα που πραγματικά τους απασχολούν και να τους ζητήσουμε να συνδιαμορφώσουμε τις λύσεις, όχι να τους επιβάλουμε τις ίσως διαχειριστικές ιδέες μας.

Είναι απαραίτητο να επιστρέψουμε στην αρχική λογική των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, δηλαδή της σύγκρουσης και της εύρεσης λύσεων για την κοινωνική πλειοψηφία, εγκαταλείποντας τις διαχειριστικές λογικές και τις πολιτικές ισορροπιών.

Σε ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές με αποτέλεσμα τη μη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, με δεδομένη και την απλή αναλογική, το ΚΙΝΑΛ θα έκλινε υπέρ μια συνεργασίας με τη ΝΔ ή με τον ΣΥΡΙΖΑ;

Με τη Νέα Δημοκρατία μάς χωρίζει άβυσσος, δεν πρέπει να συνεργαστούμε ποτέ ξανά! Εξυπηρετεί ημετέρους και εμείς επιθυμούμε να υπηρετήσουμε την κοινωνική πλειοψηφία. Απελευθερώνει τις κατασχέσεις πρώτης κατοικίας και δίνει ασυλία στους τραπεζίτες, ενώ εμείς επιθυμούμε την προστασία της πρώτης κατοικίας και τη λογοδοσία των οικονομικά ισχυρών.

Ψηφίζει δολοφονικά για το περιβάλλον νομοσχέδια ενώ εμείς ήμασταν οι πρώτοι που μιλήσαμε για πράσινη ατζέντα. Γυρνάει το σχολείο οριακά στην εποχή της 7ετίας, λέγοντας πως η κοινωνιολογία κάνει τα παιδιά αριστερά, ενώ εμείς επιθυμούμε ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.

Προσπαθεί να καταπνίξει τις διαδηλώσεις με καταστολή και νομοσχέδια τα οποία είναι αντιγραφή του νόμου περί απαγόρευσης των συγκεντρώσεων της χούντας, ενώ εμείς θέλουμε να διασφαλίσουμε το δικαίωμα των πολιτών στη διαμαρτυρία και να σταθούμε πλάι στους εργαζομένους.

Όπως αντιλαμβάνεστε, η συνεργασία με τη ΝΔ είναι εκτός συζήτησης, και με τον ΣΥΡΙΖΑ όμως είναι άκαιρο να συζητάμε συνεργασίες τώρα.

Δηλαδή πώς να απαντήσει κανείς αν δεν ξέρει τα προεκλογικά προγράμματα και θέσεις, το επίδικο των εκλογών και την τοποθέτηση των πολιτικών σχηματισμών επ’ αυτού.

Η απάντηση, λοιπόν, είναι ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλον αυτόνομη πορεία.

Στον ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύονται πολλά πρώην κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ καθώς και στο ΚΙΝΑΛ ιστορικά στελέχη της Αριστεράς. Πολλοί λένε πως οι δύο κομματικοί χώροι είναι «αδελφοί χώροι»…

Αυτό δεν είναι αλήθεια, με τον ΣΥΡΙΖΑ έχουμε διαφορές πολιτικής. Αυτό άλλωστε αναδείχθηκε στις προηγούμενες εκλογές, όπου τα προγράμματά μας και το πολιτικό μας αφήγημα απείχαν αρκετά.

Το γεγονός ότι και τα δύο κόμματα βρίσκονται στον προοδευτικό χώρο δεν σημαίνει ότι είναι απαραίτητα αρκετά κοντά για να συνενωθούν. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα δεχόντουσαν αντίστοιχες ερωτήσεις και τα υπόλοιπα προοδευτικά κοινοβουλευτικά κόμματα, όπως το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ 25. Δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.

Αν θέλετε, είναι διαφορετική η συνεργασία των προοδευτικών δυνάμεων σε συγκεκριμένα επιμέρους ζητήματα, π.χ. στο ζήτημα του ΧΥΤΑ Φυλής. όπου βρεθήκαμε στο ίδιο «στρατόπεδο» στελέχη από το ΚΙΝΑΛ, το ΜέΡΑ, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ, και άλλο η κεντρική πολιτική συνεργασία.

Εκτιμάτε ότι υπάρχουν ήδη θέματα διαφάνειας για τη νέα κυβέρνηση και αν ναι, ποια;

Αυτή η κυβέρνηση, με σύμμαχο τον φόβο της πανδημίας, έχει νομιμοποιήσει τα φαινόμενα αυτά, δίνοντας θεσμικό μανδύα στην ασυδοσία και την ουσιαστική παραβίαση κάθε θεσμικής ασπίδας, απέναντι στα φαινόμενα διαφθοράς.

Οι απευθείας αναθέσεις, οι υπερκοστολογήσεις, οι κορλεονισμοί είναι ο κανόνας. Η ποινική ασυλία διάφορων κυβερνητικών παρανομούντων και ασυδοτούντων με την καταστροφή με νόμο κατά τη μέθοδο διαχείρισης των μυστικών κονδυλίων των παραστατικών και αποδεικτικών στοιχείων σχεδόν κάθε αμαρτωλής ανάθεσης είναι γεγονός.

Τα υπέρογκα ποσά σε ανύπαρκτα sites για να πάρουν χαρτζιλίκι ημέτεροι γεγονός. Ο κατάλογος μακρύς και τα παραδείγματα κάθε μέρα πληθαίνουν.

Τι να πούμε για το κόλπο με τα voucher, που επιχειρήθηκε να στηθεί από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας;

Τι να πούμε για τις προκλητικές αυξήσεις στις αμοιβές στελεχών ΔΕΚΟ που από όριο αποδοχών 4.500 ευρώ το έφθασαν στις 8.000, στο 90% δηλαδή, των αποδοχών του προέδρου του Αρείου Πάγου;

Τι να πούμε όταν ο μισθός διευθύνοντος συμβούλου δημόσιας επιχείρησης από 57.000 ευρώ ετησίως έφθασε στα 127.000 ευρώ;

Ποιο είναι το μήνυμα στους αδύναμους, τους νέους, τους χαμηλόμισθους, τους ανέργους, όλους όσους δοκιμάζονται;

Αυτή η κυβέρνηση δεν συμπεριφέρεται ούτε νόμιμα ούτε και ηθικά.

Αντίθετα, σε κάθε ευκαιρία μετατρέπει, το ανήθικο σε νόμιμο, χρησιμοποιώντας την ίδια τη Βουλή.

Παρατηρούμε καθημερινά την αυθάδεια και την έπαρση μιας αλαζονικής εξουσίας υπέρ των λίγων και «κολλητών» και σε βάρος των πολλών.

Συνέντευξη στον Γιάννη Σπ. Παργινό

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο