Η άνοδος της ασημαντότητας

Αν η ύπαρξή μας δεν έχει για άμεσο σκοπό τη χαρά, μπορεί να πει κανείς ότι ο άνθρωπος δεν έχει άλλο πιο σπουδαίο λόγο παρουσίας στον κόσμο. Αυτό είναι ένα μάθημα που οι δάσκαλοι ανάμεσα στα τόσα σπουδαία που μαθαίνουν στα παιδιά, ξεχνάνε να τους δώσουν. Ζεις για να χαίρεσαι. Αυτό βέβαια για να το πετύχεις σε μάκρος, θέλει τρόπο, είναι μια τέχνη δύσκολη.
Και αυτό γιατί η ζωή μας πολλές φορές μοιάζει με μια συνεχή προσπάθεια, με ένα διαρκή αγώνα να βγάλουμε από επάνω μας κάτι που μας καταπνίγει, μια προσπάθεια που στο τέλος μας συνεπαίρνει και ξεχνάμε ακόμα και τι είναι αυτό το κάτι για το οποίο πολεμάμε. Είναι φανερό πως στις μέρες μας κυριαρχεί το άσχημο, το άτεχνο, το ασήμαντο σε λόγους και πράξεις, είναι τουλάχιστον παράλογο όμως να δεχτούμε πως αυτή η χοντροκοπιά που κρατάει τα κέντρα του κόσμου μαζί με την αποτυχία που κοντοστέκεται σε κάθε βήμα, συνυφαίνουν τη ζωή με την αθλιότητα και τον ατελείωτο πόνο και την τοποθετούν στα χαμηλά, σαν ένα κανόνα που τελικά την κάνουν να μοιάζει με ατύχημα.
Οι καταβολές μας, από την άλλη, και η εκπαίδευσή μας είναι τέτοιες που κατά ένα γενικό τρόπο μας κάνουν να γεμίζουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας διαρκώς με αισθήματα ανικανότητας και ενοχής απέναντι σε ένα σωρό σφάλματα και ανίκητα πάθη. Ενοχές για φόβους και φιλοδοξίες ανεκπλήρωτες, για νίκες που δεν ήρθαν σε αγώνες όμως που άλλοι έστησαν για εμάς, για παθιασμένους έρωτες, για σεξουαλικές προτιμήσεις που γεμίζουν με ντροπή, για επιθυμίες που δεν πρέπει να έχουμε (ποιος ορίζει τι πρέπει και τι δεν πρέπει), όλα φτιαγμένα μέσα από κανόνες μιας επίπλαστης κοινωνικής ηθικής που στο τέλος περιορίζει την ελευθερία του ανθρώπου. Την ελευθερία να είμαστε ο εαυτός μας.
Αν δεχτούμε δε και το προπατορικό αμάρτημα ως τέτοιο, δεν μπορούμε παρά σαν βαριόμοιροι να πέσουμε σε σκέψη βαθιά με το αίσθημα πως στον κόσμο αυτό έχουμε έρθει από λάθος, ήδη διεφθαρμένοι σαν αποτέλεσμα ενός ένοχου πάθους. Είμαστε όμως στο τέλος το αποτέλεσμα ενός στιγμιαίου πάθους; Ένα λάθος τιμωρητικό; Οι φόβοι και οι ενοχές είναι γερά δεμένα μεταξύ τους μέσα μας, σε μια κεφαλή.
Τώρα, όσο όλοι αυτοί οι φόβοι και οι ενοχές μεγαλώνουν και κυριαρχούν, τόσο αδιαφορούμε και μένουμε στην απάθεια. Στην παραίτηση δηλαδή. Και εκεί είναι που το ασήμαντο ξεπηδά κυρίαρχο και δυνατό. Αυτό πρέπει να το προσέξουμε. Ο καθημερινός αγώνας απορροφά τα αποθέματα της λογικής και εξαντλεί την πνευματική ανάπτυξη, δυσκολεύοντας τη βελτίωση του ανθρώπου. Διευκολύνοντας από την άλλη το σύστημα, το οποίο θέλει μόνο παθητικούς (και αναλώσιμους) πολίτες – καταναλωτές και καθόλου σκέψη. Σκέφτονται αυτοί για εμάς. Και είναι απλό, πόσους έχεις δει να βυθίζονται στη βιοπάλη και ταυτόχρονα να διαπρέπουνε στις υψηλές τις σκέψεις; Να ξέρουν να ζουν και να εκτιμάνε τη ζωή; Πρέπει κανείς να είναι σοφός για να απολαμβάνει τον ήλιο. Και για να ξεχνάμε αυτό τον πόνο, ξεκινάμε να παρατηρούμε τις ζωές των άλλων. Όταν βλέπουμε πως περνάνε καλύτερα από εμάς βέβαια, ο πόνος αυτός γίνεται αβάσταχτος. Για αυτό συνήθως κοιτάμε προς τα κάτω, προς το χειρότερο, γιατί μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα.
Στην πλατιά ζώνη του ασυνείδητου, το οποίο είναι απρόσβλητο από το συνειδητό έλεγχο και την κριτική, είμαστε ακάλυπτοι και ανοιχτοί σε κάθε είδους επιρροές και ψυχικές μολύνσεις. Και εκεί συντεταγμένα και αθόρυβα είναι που γίνονται και όλες οι επεμβάσεις.
Σαν ένα χειρουργείο από το οποίο ξυπνάς χωρίς να ξέρεις τι σου έχει συμβεί πιο πριν. Το μεγαλύτερο εμπόδιο παραμένει ο ίδιος μας ο εαυτός, καθώς δεν γνωρίζουμε τις βαθύτερες ανάγκες του και οδηγούμαστε από αυτές όχι προς την ικανοποίηση τους αλλά προς την άβυσσο, ανοίγοντας το δρόμο στον φόβο και την ενοχή. Το κέντρο των αναγκών μας παραμένει σκοτεινό στους ίδιους.
Όσο αυτό δεν αλλάζει, το ασήμαντο θα κερδίζει χώρο, το άσχημο θα νικά, ο χοντροκομμένος θα έχει πάντα δίκιο. Η άνοδος του άκομψου, του άτεχνου, του ανορθόγραφου, της υποταγής του ωραίου, θα έρχεται δυνατή. Η ανατροπή είναι δύσκολη, χρειάζεται κανείς να προσφέρει στην ψυχή του φάρμακα και τροφή αέρινη, καθημερινά με ευλάβεια.

* Ο Φοίβος Καρακίτσος είναι επιχειρηματίας – συγγραφέας.