Ο ιεραποστολικός βηματισμός του Πρωτοκλήτου

Τοπωνυμική μνεία Α΄ κα Β΄ Ευαγγελιστικής περιοδείας του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου. Το Σταυρικό του μαρτύριο και το κήρυγμά του από τον «ά μ β ω ν α» του Σταυρού του. 30-11-2019
Αδελφοί μου αγαπητοί,
Συναγμένοι στην Ευχαριστία για άλλη μια φορά εδώ στον πάνσεπτο και μεγαλοπρεπή Ιερό Ναό του Πολιούχου των Πατρών Αγίου Αποστόλου Ανδρέου και με άγιο χωροχρονικό πλαίσιο (fonto) τα πανίερα λείψανά του, τον τάφο του, την τιμία και άγια Κάρα του και τον ιερό Σταυρό του μαρτυρίου του, τιμούμε την ιερά μνήμη του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων, προεξάρχοντος της Ευχαριστιακής μας Συνάξεως του Σεβασμ. Μητροπολίτου Μαντινείας και Κυνουρίας κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ, και συνιερουργούντων των Σεβασμ. Μητροπολιτών Βεροίας Ναούσης και Καμπανίας κ. ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ, Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ, Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. ΔΑΝΙΗΛ, Σερρών και Νιγρίτης κ. ΘΕΟΛΟΓΟΥ, Σύρου, Τήνου , Άνδρου, Κέας, Μήλου και Μυκόνου κ. ΔΩΡΟΘΕΟΥ, Ζιχνών και Νευροκοπίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ, Κορίνθου κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ, Φωκίδος κ. ΘΕΟΚΤΙΣΤΟΥ, Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ, Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφαρσάλων κ. ΤΙΜΟΘΕΟΥ, Μεγάρων και Σλαμίνος κ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ, Τρίκκης και Σταγών κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, των θεοφιλεστάτων Εισκόπων Τεγέας κ. ΘΕΟΚΛΗΤΟΥ, Κερνίτσης κ. ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ, συμπροσευχομένου δέ του πρώην Μητροπολίτου Καλαβρύτων και Αιγιαλείας σεβασμιωτάτου κ. ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ και βεβαίως του σεπτού ποιμενάρχου μας και άξιου οιακοστρόφου της Αποστολικής Εκκλησίας των Πατρών κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, με την ευχή και την ευλογία του οποίου και απευθύνομαι στην αγάπη σας και όπως θα δείτε και στους δέκτες σας με την -όπως πάντα – καταπληκτική συμμετοχή πλήθους ευσεβούς λαού, των εντιμοτάτων αρχόντων αυτού, του ευλαβούς ιερού κλήρου και εν αναμονή της ελεύσεως του εξοχωτάτου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκοπίου Παυλοπούλου, καθώς και του αξιοτίμου αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως κ. Παναγιώτου Πικραμένου, επιτρέψατε στην ταπεινότητά μου να υπομνήσει στην αγάπη σας δύο τινά:
1.- Ο Κύριος της ζωής και του θανάτου και ηνίοχος του χρόνου και του ανθρώπου, επέτρεψε ώστε ταξιδεύοντας στο χρόνο με προορισμό την αιωνιότητα, για άλλη μια φορά ο τροχός του να μας φέρει στην 30η Νοεμβρίου (2019) στην ημέρα της μνήμης του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων Αγίου Ανδρέου, του Πολιούχου των Πατρών, του μοναδικού Αποστόλου του μαρτυρήσαντος επί Ελληνικού εδάφους. Οποία ευλογία και τιμή εξαιρετική αλλά και οποία ευθύνη για μας τους Έλληνες, τοσούτον μάλλον καθότι ανακαλούμε στη μνήμη μας και την κορυφαία εκείνη στιγμή της συνάντησης των Ελλήνων μετά του Ιησού, όταν αυτοί εκεί στα Ιεροσόλυμα κατά την εορτήν του Πάσχα «προσήλθον Φιλίππω τω από Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ηρώτων αυτόν λέγοντες, κύριε θέλομεν τον Ιησούν ιδείν. Έρχεται Φίλιππος και λέγει τω Ανδρέα, και πάλιν Ανδρέας και Φίλιππος λέγουσι τω Ιησού. Ο δε Ιησούς απεκρίνατο αυτοίς λέγων, ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπο» (Ιωά. 12 21-24). Πρώτος, λοιπόν ο Ανδρέας με τον Φίλιππο έφεραν το μήνυμα τούτο – αίτημα των Ελλήνων προς τον Ιησούν για να ακουσθεί ο αποκαλυπτικός και εν ταυτώ λίαν τιμητικός για μας του Έλληνες λόγος του Κυρίου: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του ανθρώπου»!
Γι’ αυτό αδελφοί μου, χωρίς την ελαχίστη διάθεση κομπορρημοσύνης, η Ελληνορθοδοξία μας αποτελεί και είναι Οικουμενικό μέγεθος, ο δε Απόστολος Ανδρέας χαρακτηρίζεται ως Οικουμενικός διδάσκαλος, αφού «η γενική πεποίθηση που υπάρχει σ’ Ανατολή και Δύση είναι ότι, ο Απόστολος Ανδρέας υπήρξε και τιμάται ως ιδρυτής ενός πλήθους Εκκλησιών σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της χριστιανικής οικουμένης» (Γ. Πατρώνος). Και ιδού πως τούτο καταδεικνύεται:
2.- Με την, έστω και επιγραμματική, τοπωνυμική προσέγγιση της Α΄ και Β΄ ευαγγελιστικής περιοδείας του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου, υπενθυμίζουσες και υπογραμμίζουσες τον καπιώδη, κατά τόπους και χώρες ιεραποστολικό βηματισμό του, υπακούοντας έτσι στο πρόσταγμα του λατρευτού διδασκάλου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ας τον ακολουθήσουμε, λοιπόν, με την σκέψη και την καρδιά μας, όσο τούτο είναι δυνατόν.
Ξεκινώντας από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας όργωσε μακρυνά τρικυμισμένα πελάγη ψυχών και πολλές απ’ αυτές «συνέκλεισε» στο δίχτυ της σωτηρίας. Σε τόπους και χώρες δούλεψε θυσιαστικά, στη Σινώπη, στην Αμισό, στην Τραπεζούντα, στη Γεωργία του Καυκάσου, στους Πάρθους, και επιστροφή στα Ιεροσόλυμα για να δώσει στους αδελφούς απολογισμό του έργου του και μετά από πνευματικό ανεφοδιασμό και αφού έλαβε τον αδελφικό ασπασμό της αγάπης, να αναχωρήσει για τη δεύτερη ευαγγελιστική περιοδεία.
Ξεκινάει για άλλους τόπους για να ευαγγελισθεί και άλλους ανθρώπους που δεν είχαν ακόμη ακούσει τον λόγο του Θεού. Φθάνει δια θαλάσσης στην Κύπρο, στο μικρό λιμανάκι, στο «Λιμανάκι του Αγίου Ανδρέα», όπως το λένε σήμερα. Απ’ εκεί στην Έφεσο, όπου βρήκε τον φίλτατό του Ιωάννη. Στη συνέχεια επισκέπτεται τη Λαοδίκεια, την πόλη των «χλιαρών», όπως την ονομάζει ο Ιωάννης στην αποκάλυψη (Αποκ. 3, 14-22). Από εκεί κατευθύνεται στην Οδυσσούπολη της Μυσίας και εγκαθιστά επίσκοπο τον Άπιο. Συνεχίζει στην επαρχία της Βιθυνίας και για δύο χρόνια εργάζεται στη Νίκαια με πλούσια και λίαν καρποφόρα αποτελέσματα. Από τη Νίκαια ο Πρωτόκλητος κατευθύνεται στην ωραιότατη Νικομήδεια, έπειτα στη Χαλκηδόνα, όπου οι κάτοικοί της τον δέχθηκαν ως το Φως το Αληθινό. Εκεί τοποθετεί ως επίσκοπο το μαθητή του Τυχικό. Ακολούθως βηματίζει στην παραλία του Ευξείνου Πόντου και κηρύττει τον Χριστό στην Άμαστρι με πλούσια πνευματικά απόδοση και με πρώτο επίσκοπό της τον Παλμά. Σύντομα και χωρίς χρονοτριβή επισκέπτεται για δεύτερη φορά τη Σινώπη , όπου αντιμετώπισε την αγριότητα και επιθετικότητα των κατοίκων. Κατά θαυμαστό τρόπο υπερέβη τις δυσκολίες και ίδρυσε εκεί τοπική Εκκλησία, χειροτονώντας πρεσβυτέρους και διακόνους. Αργότερα οι κάτοικοι της Σινώπης έκτισαν και μεγαλοπρεπή ναό προς τιμήν του και κατασκεύασαν μαρμάρινη εικόνα του «πολύ θαυμαστή». Ξανά οδεύει και επισκέπτεται την Αμισό και την Τραπεζούντα και ίδρυσε, παρά τις πολλές δυσκολίες, και εκεί Εκκλησία. Παραμένει ακούραστος και ξεκινάει για άλλες χώρες μακρυνές. Περνώντας ξανά από τη Γεωργία και υπερβαίνοντας τον πανύψηλο Καύκασο ευρέθηκε στην Αλανική χώρα και κηρύττει και εκεί τον Αληθινό Θεό. Έτσι ριζοβολούν και σε άλλες ψυχές τα σπέρματα του λόγου του Θεού με τον δικό του άγιο κόπο. Προχώρησε στον Κιμμέριο Βόσπορο, στα βορειότατα του Ευξείνου Πόντου και στις πόλεις Φούστα, Σεβαστούπολη, Χερσώνα, Σουγδαία και άλλες πολλές και σε λαούς πρωτόγονους, όπως ήταν οι Ζηκχοί και οι Αβασγοί που λάτρευαν δένδρα. Βαθειά πεποίθηση των Ρώσων είναι ότι ο Ανδρέας έφθασε βαθειά στη χώρα τους, περνώντας τον ποταμό Δνείπερο μέχρι εκεί που αργότερα εκτίσθη το Κίεβο και συνέχισε την αποστολική του περιοδεία έως το Νόβγοροντ. Ας σημειωθεί ότι για την Ευαγγελιστική διείσδυση του Πρωτοκλήτου στη χώρα των Σκυθών, δηλ. στη Ρωσία μαρτυρούν οι Άγιος Ιππόλυτος Ρώμης (3ος αιών), ο Ωριγένης, ο Άγιος Δωρόθεος, ο Επιφάνιος Κύπρου, ο Σωφρόνιος, ο Νικήτας, ο Δαβίδ Παφλαγώνος, ο Ψελλός, αλλά και νεώτεροι αξιόπιστοι συγγραφείς και Ρώσοι αυτοκράτορες όπως ο Μέγας Πέτρος, ο Τσάρος Ιωάννης ο Τρομερός, η αυτοκράτειρα Ελισάβετ, που το 1774 έκτισε στο Κίεβο ναό προς τιμήν του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου. Τέλος, ας επισημανθεί ότι πραγματοποίησε τρίτη επίσκεψη στη Σινώπη και χειροτόνησε επίσκοπό της τον Φιλόλογο, ίσως πρόκειται για τον αναφερόμενο από τον Απόστολο Παύλο στην προς Ρωμαίους επιστολή του (Ρωμ. 16,15). Μετά την ολιγοήμερη παραμονή του στη Σινώπη μεταβαίνει με πλοίο στις παραθαλάσσιες πόλεις μέχρι το Βόσπορο για στήριξη των κατά τόπους Εκκλησιών. Τέλος, αποβιβάζεται στο Βυζάντιο και εκεί το έργο του Αποστόλου Ανδρέου υπήρξε ιδιαίτερα πλούσιο και καρποφόρο και γρήγορα ιδρύθηκε πολυμελής Εκκλησία με πρώτον Επίσκοπο τον Στάχυν. Έτσι, ωρίσθη από τον Άγιον Τριαδικόν Θεόν, η Εκκλησία του Βυζαντίου να γίνει το σεβάσμιο Κέντρο των απανταχού Χριαστιανικών Εκκλησιών, η Οικουμενική Πατριαρχική Έδρα, που κατευθύνει με ασφάλεια και σταθερότητα τους ανά την οικουμένην αδελφούς μας στην Ορθόδοξη χριστιανική μας πίστη και ζωή. Αγωνίζεται δε μέσα από πολλές δυσκολίες και εμπόδια να μας συνενώνει όλους σε μια ψυχή με τη χάρη του Θεού και τις άοκνες και εμπνευσμένες προσπάθειες του Οικουμενικού μας Πατριάρχου κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ, του οποίου και βαθυσεβάστως επικαλούμεθα πάντοτε τις πατρικές του ευχές και ευλογίες, μάλιστα δε σήμερα επί τη Θρονική εορτή της Μητρός Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως στην οποία κτυπά η καρδιά συμπάσης της ανά την Οικουμένην Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας μας.
Κλείνοντας την επιγραμματική μου αναφορά στο Οικουμενικό ιεραποστολικό βηματισμό του Πρωτοκλήτου προσθέτω την Ηράκλεια και στη συνέχεια τους ιδιαίτερα αγαπημένους του Ελληνικούς τόπους, τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία για να προχωρήσει νοτιότερα και να επισφραγίσει τη ζωή του και το έργο του με τον ερχομό του στην Πάτρα. Για την εδώ παρουσία του και το έργο του σήμερα θα σιωπήσω γιατί αφ’ ενός έχω άλλες πολλές φορές ομιλήσει, αφ’ ετέρου δε, και κυρίως, γιατί παρακαλώ να ακούσουμε με την απαιτούμενη ευλάβεια και προσοχή τον ίδιο τον Απόστολο Ανδρέα, πάνω από τον «άμβωνα» του Σταυρού του, αφού ενώπιον του συγκεντρωθέντος πολυπληθούς λαού των Πατρών (20.000 περίπου) πλησίασε με πόθο και φίλησε τον Σταυρό του και του είπε τα συγκλονιστικά εκείνα «ΧΑΙΡΕ», που αποτελούν το πιο δυνατό κήρυγμα και την πιο πύρινη και συγκλονιστική για όλους μας διδαχή και μαρτυρία μιμήσεως του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού:
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, Εσύ που εγκαινιάσθης στο σώμα του Χριστού,
Εστολίσθης με τα μέλη Του, σαν με μαργαριτάρια, και πήρες απ’ αυτά ομορφιά και ευπρέπεια.
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, Εσύ που με το Σώμα του Χριστού καταγλύκανες την πικρή γεύση του Ξύλου, και ξανάφερες στη ζωή την αρχαία τους Πρωτοπλάστους.
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, Εσύ που επροξένησες χαρά και αγαλλίαση σ’ όλο το γένος των ανθρώπων με τον Λόγο του Θεού, τον Χριστό, που σαρκικά επάνω Σου καρφώθηκε.
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, το ζωηφόρο και τρισόλβιο και νικητικό όπλο του Χριστού, ο οποίος εκούσια απλώθηκε επάνω Σου και έσωσε εμένα τον άνθρωπο.
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, πραγματικά ΧΑΙΡΕ. Ήρθα σε Σένα που ευτύχησα να Σε γνωρίσω. Είμαι ανάξιος του Δεσπότου μου δούλος, αλλά υψώνομαι επάνω Σου, για να γίνω κοινωνός στο πάθος Του και να συμμετέχω στην αιωνιότητά Του.
ΧΑΙΡΕ Σταυρέ, πολύ καιρό Σε ποθούσα και τώρα που είσαι έτοιμος και για μένα, πάρε με από τα ανθρώπινα και δώσε με στον Διδάσκαλό μου, που μέσω Του με ελύτρωσες.
Αδελφοί μου,
Ας εμπνευσθούμε από τον Σταυρό του Αποστόλου Ανδρέου γιατί και εκείνος πρώτος ενεπνεύσθη από τον Σταυρό του Χριστού, ώστε ο καθένας μας να σηκώσει με την εν Χριστώ γενναιότητα και το δικό του Σταυρό, συμμετέχοντας και στην Ανάσταση Εκείνου, προσδοκώντας Ανάστασιν νεκρών.- Αμήν!
*Ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Νικόλαος Γ. Σκιαδαρέσης είναι Προϊστάμενος του Ι. Ν. Αγ. Ανδρέου Πατρών. Το παρόν κείμενο είναι το τηλεοπτικό μήνυμά του για την εορτή του Πολιούχου).