Η άλωση του Ρίου υπήρξε το μόνο πολεμικό επεισόδιο της εκστρατείας, η οποία στοίχισε σε εμάς σκληρές απώλειες

Η ταξιαρχία του στρατηγού Σναιντερ με την φρεγάτα «Αρμίδα», αναφέρει
ο Graviere 3 , αποβιβάστηκε στον κόλπο των Πατρών. Τα φρούρια του
Ναβαρίνου, της Μεθώνης και της Κορώνης, αφού τους έγινε πρόσκληση να
παραδοθούν, αμέσως μετά την αποχώρηση του Ιμπραήμ άνοιξαν τις πόρτες
τους στους στρατηγούς Ιγκονέ και Σεβαστιάνη. Το παράδειγμα των
προηγούμενων φρουρίων ακολούθησε και η Πάτρα.
Το φρούριο του Ρίου μόνο, φάνηκε διατεθειμένο να αντισταθεί. Ο
στρατηγός Σνάιντερ ξεκίνησε να κυκλώνει το φρούριο, ενώ ο γενικός αρχηγός
Μαιζών ετοιμαζόταν να βαδίσει κατά των Αθηνών. Εντολή όμως από τις τρεις
μεγάλες δυνάμεις το απέτρεψε. Έτσι οι ευκαιρίες δόξας και ανδρείας
1 J. De La Graviere
2 Παλαιό ημερολόγιο
3 Όλο το άρθρο, εκτός από τις αναγκαίες διευκρινήσεις, καταγράφηκε όπως αναφέρεται στο
μεταφρασμένο, την ίδια εποχή, στα ελληνικά βιβλίο του.

χάνονταν για την στρατιά που αποτελείτο από ορμητικούς νέους και ικανούς
αξιωματικούς. Υπήρχαν τότε στην Πελοπόννησο περί τις 14.000 άνδρες,
1000 ιππείς, 18 πυροβόλα, 10 οβιδοβόλα, 4 όλμοι με επικεφαλή στην
εκστρατεία έναν από τους αρίστους της Ευρώπης – και ο μόνος εχθρός
ο οποίος παρουσιάστηκε πριν την μάχη, ήταν ο ελογενής πυρετός που
τους κατέστρεψε περισσότερο και από τα όπλα.
Είχε απομείνει μόνο το Ρίο, τι θα γινόταν αν και αυτό υποτασσόταν αμαχητί,
αν υπέκυπτε σε ξαφνικό εγχείρημα!!! Κάποια ελπίδα γεννήθηκε όταν
μαθεύτηκε ότι ο στρατηγός Σνάιντερ κατέφθασε με τους άνδρες του στο Ρίο.
Προηγουμένως, αρχές Οκτωβρίου τα συντάγματα 16 ο , 46 ο και 58 ο είχαν
λάβει τη διαταγή να προετοιμαστούν για πορεία από το Ναυαρίνο προς
την Πάτρα και το Ρίο. Τα πρώτα τάγματα του 16 ου και 46 ου επιβιβάστηκαν
στα πλοία, ώστε να μεταβούν μέσω της θάλασσας στην Πάτρα, όπου
και έφθασαν στις 3(4;) Οκτωβρίου.
Τα υπόλοιπα άρχισαν στις 20 Οκτωβρίου πορεία δια ξηράς. Επικεφαλής ήταν
ο στρατηγός Ιγκονέ.
Πέρασαν από τα Φιλιατρά, την Αρκαδία, το Δερβένιο το Κλειδίον, τον
Αλφειόν του οποίου οι ετήσιες εκχειλίσεις είχαν μετατρέψει τις γύρω γαίες σε
δυσώδη έλη, τον Πύργο, ο οποίος πριν τον πόλεμο είχε γίνει η ωραιότερη και
εμπορικότατη πόλη της Πελοποννήσου.
Στις 26 Οκτωβρίου η φάλαγγα του Ιγκονέ, καθώς έβγαινε από κάποιο δάσος
με δρυς, προβάλλει στις όχθες του πατραϊκού κόλπου, αφού διέσχισε μέσα σε
έξι μέρες περί τις 500 λεύγες. Το Ρίο υψωνόταν προς την άλλη άκρη, στην
παραλία που σχηματιζόταν από τις κοιλότητες. Το φρούριο αυτό καταρχάς
αποτελείτο από μερικούς μόνο πύργους που συνδέονταν με τείχος πάχους
δύο μέτρων.
Οι Ενετοί ανήγειραν μπροστά από αυτό έναν προμαχώνα και δύο
ημιπρομαχώνες τους οποίους συνέδεσαν μέσω μεταπυργίων και
περιέβαλλαν τα πάντα με πλατειά τάφρο και υπόγεια οδό. Με άλλα
λόγια έφτιαξαν αληθινό φρούριο, όπως η τέχνη του πολέμου εννοούσε
αυτό τον 18 ο αιώνα. Οι τούρκοι δεν πρόσθεσαν τίποτα. Απέναντι από του

Ρίου ήταν το Αντίρριο. Τα δύο φρούρια είχαν οικοδομηθεί στις πλησιέστερες
ακτές σχημάτιζαν στενό του οποίου το πλάτος δεν ξεπερνούσε τα χίλια
οκτακόσια μέτρα. Με ευκολία διασταύρωναν τα πυρά τους, υπερασπίζοντας
την είσοδο του κόλπου, εισδύοντας σε απόσταση περίπου τριάντα λευγών
προς τον Ισθμό της Κορίνθου. Η δίοδος αυτή πολλές φορές παραβιάσθηκε
από τους Έλληνες υπό τον Μιαούλη, διασώζεται δε με το όνομα των μικρών
Δαρδανελλίων, το οποίο το οφείλει στη φήμη του ως αδιάβατο.
Οι Άγγλοι προσέτρεξαν σε βοήθεια των Γάλλων, για να αλωθεί και το
κάστρο στο Ρίο. Ο πλοίαρχος Λάϋενς, επί της αγγλικής φρεγάτας «Ξανθής»,
ενώθηκε για την εναντίον του Ρίου επίθεση μετά των Γάλλων Μωδουϊ
–Δυπλεσσή, Υγκών και Βιλλενέβ, οι οποίοι κυβερνούσαν τις φρεγάτες
«Αρμίδα» και «Διδώ».
Τα δίκροτα «Κατακτητής», φέρνοντας τη σημαία του ναυάρχου Δεριγνύ, και
η «Βρεσλαϊα», υπό τον πλοίαρχο Λα Μπρετοννιέρ, συγκροτούσαν την μοίρα
της εφεδρείας.
Ο γενικός αρχηγός (Μαιζών) εγκαθιστά το αρχηγείο αυτού επί του
«Κατακτητού», και από το πλοίο αυτό απευθύνει μαζί με τον ναύαρχο
Δεριγνύ, την επομένη ανακοίνωση προς τον πασά της Ναυπάκτου και
προς τον φρούραρχο του Αντιρρίου, για να έχουν τα νώτα τους
καλυμμένα. Η ανακοίνωση αναφέρει: «δεν έχω σκοπό να επιτεθώ εναντίον
αυτών, και να διαταράξω την ειρήνη μεταξύ αυτών των ηγεμόνων. Εάν ο
πασάς της Ναυπάκτου και ο διοικητής του Αντιρρίου ενθαρρύνουν την
αντίσταση(βοηθήσουν το κάστρο του Μοριά, θεωρούνται εχθροί και δίνουν σε
εμάς το δικαίωμα της ανταπόδοσης. Εάν απέχουν από κάθε εχθροπραξία, το
ίδιο θα πράξουμε και εμείς».
Οι τουρκικές αρχές δέχτηκαν ευχαρίστως την πρόταση του στρατηγού
Μαιζών, οι πυροβολαρχίες της ακτής της Στερεάς έμειναν σιωπηλές και
ουδέτερες. Από τις 18 Οκτωβρίου, ο στρατηγός Σνάιντερ είχε δώσει εντολή
και κάθε φρεγάτα είχε αποβιβάσει τέσσερα πυροβόλα των 18. Στις 22
Οκτωβρίου γύρω στις εννέα το πρωί, σχηματίστηκε πυροβολείο που
υπηρετούσαν οι ναύτες των δύο στόλων και άρχισαν την προσβολή.

Επί οκτώ μέρες και οκτώ νύκτες το πυροβολείο αυτό προασπίζετο τα
έργα των σκαπανέων, στις 30 Οκτωβρίου, τα πυροβόλα των φρεγατών και
των 21 που αποβιβάστηκαν εκ του «Κατακτητού», μεταφέρθηκαν με το
πολιορκητικό υλικό στα δύο ρήγματα των πυροβολείων, τα οποία
ονομάζονταν το μεν ένα πυροβολείον του Καρόλου Ι΄, το δε άλλο του
Γεωργίου Δ΄. Τα αγγλικά και γαλλικά πυροβόλα τάσσονται ανάμεικτα στα
πυροβολεία. Στο μέσο της νύκτας η αγγλική ολμοφόρος «Αίτνα» παρά την
σφοδρότητα του ανέμου βομβαρδίζει με αξιοσημείωτη ευστοχία απο
απόσταση οκτακοσίων μέτρων τα τείχη του φρουρίου. Είκοσι έξι πυροβόλα
μεγάλης ολκής, έξι πεδινά, τέσσερα οβουζοβόλα, πολλοί όλμοι κα μία
ολμοφόρος κτυπούσαν το τείχος.
Μόλις ξημέρωσε, άρχισε συγχρόνως το πυρ πανταχόθεν. Οι διαταγές
τόσο πολύ καλά είχαν δοθεί, ώστε στο συγκεκριμένο σημείο ακούγεται
μόνο μια βροντή. Από τη στιγμή αυτή και μέχρι τις εννέα το πρωί το
πυρ εξακολουθούσε αδιάκοπα. Τα ρήγματα ήταν βατά, και οι φάλαγγες
συγκεντρώνονται για την έφοδο, κατά τη στιγμή όμως εκείνη η φρουρά του
κάστρου, συγκροτούμενη από εξακόσιους άνδρες, νομίζω ότι καλά έπραξε με
σκοπό την περίσωση της τιμής των όπλων, σηκώνοντας λευκή σημαία και
παραδίδεται άνευ όρων.
Ο ναύαρχος Δεριγνύ ευχαρίστησε με μια θερμότατη φράση τον πλοίαρχο
Λάϋενς και τον κυβερνήτη της «Αίτνας» Λούσιγκτων, τον υπολοχαγό Λόγκαν
του Βασιλικού –Ναυτικού το οποίο λεγόταν αγγλικό σύνταγμα, το οποίο
διεύθυνε το πυρ των όλμων, τον υπολοχαγό Λούκραφτ, διοικητή των άγγλων
πεζοναυτών που είχαν αποβιβασθεί. Όλα αυτά είναι αξιοσημείωτα ώστε να
μην μείνουν στη σιωπή, γιατί συνετέλεσαν στη διάλυση της αμοιβαίας
δυσπιστίας, μεταξύ Γάλλων και Άγγλων.
Η άλωση του Ρίου υπήρξε το μόνο πολεμικό επεισόδιο εκστρατείας η
οποία στοίχισε σε εμάς σκληρές απώλειες, ολοκληρώνει την καταγραφή
του ο Graviere.
«Πάσχουμε παρά πολύ από τους πυρετούς, έγραφε ο στρατηγός
Μαιζών, οι πυρετοί μας έθαψαν μέχρι τώρα εξακόσιους στρατιώτες και
τριάντα αξιωματικούς».

(Έχει καταγραφεί από το γαλλικό στρατό πως συνολικά 28 Γάλλοι
σκοτώθηκαν κατά την πολιορκία του κάστρου του Μοριά. Ήταν και οι
μοναδικοί Γάλλοι στρατιώτες νεκροί σε μάχη. Βέβαια οι απώλειες των Γάλλων
συνολικά δεν ήταν μικρές μιας και από τους 14.000 που είχαν αποβιβαστεί στο
Μοριά, περισσότεροι από 1.000 πέθαναν έως το Μάιο του 1829, κυρίως από
πανώλη η οποία θέριζε τότε το Μοριά).
Σημείωση: Μια νέα έρευνα-μαρτυρία, για την άλωση του κάστρου του Μοριά από τους
γάλλους το 1828. Από βιβλίο του 1876, το ‘La Station du Levant’ του γάλλου ναυάρχου της
εποχής στη Μεσόγειο και μετέπειτα Ακαδημαϊκού, του Ed. Jurιen De La Graviere, είναι η
σημερινή επετειακή αναφορά, αφιερωμένη στην κατάληψη του κάστρου του Μοριά (Ρίο). Τη
χρονιά εκείνη ο νεαρός τότε ναύτης Graviere, είχε καταταγεί στο γαλλικό ναυτικό. Η
ημερομηνία (με το παλιό ημερολόγιο) άλωσης κατά τον ίδιο είναι η 1 η Νοεμβρίου (τίτλος)
πιθανόν επειδή υπήρχε ένα ημερολόγιο στη Γαλλία με 30 ημέρες σε κάθε μήνα. Διασώζεται
όμως και επιστολή του Μαιζών στην οποία αναφέρει πως η άλωση έχει συμβεί ήδη στις 31
Οκτωβρίου.

Νίκος Τζανάκος