Μιχαλόπουλος: Έχουμε ευθύνη στο 1,5 εκ. που βλέπει τις ΄Αγριες Μέλισσες

Ποια είναι η πρώτη σκέψη όταν ξεκινά το γύρισμα των ΄Αγριων Μελισσών και ποια η τελευταία όταν ολοκληρώνεται; Τι έχει κάνει τις «΄Αγριες Μέλισσες» να σπάνε ταμεία; Πόσο αρμονικά μπορούν να συνεργαστούν 3 σκηνοθέτες, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των «΄Αγριων Μελισσών»; Κι εν τέλει, ήρθε η ώρα να αλλάξει το τοπίο των reality ως βασικού κορμού των προγραμμάτων της ελληνικής τηλεόρασης;

«Η μυθοπλασία πρέπει να απαντήσει με σταθερά ποιοτικές δουλειές και εμπορικά πετυχημένες στο reality. Αυτή είναι η λύση», λέεει στο TheTOC o Σπύρος Μιχαλόπουλος, που συνυπογράφει σκηνοθετικά την πολυσυζητημένη τηλεοπτική σειρά του ΑΝΤ1 «Άγριες Μέλισσες», αλλά και το «Tango Bar» τη μαύρη κωμωδία του Περικλή Κοροβέση που ανέβηκε στο θέατρο μετά από 32 ολόκληρα χρόνια τον περασμένο Απρίλιο και συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά, στο «Άβατον».

– Ποια είναι η πρώτη σκέψη μόλις ξεκινάτε ένα καθημερινό γυρίσματα του πολυσυζητημένου σίριαλ «΄Αγριες Μέλισσες» και ποια η τελευταία μόλις το ολοκληρώνετε;

Η πρώτη σκέψη είναι ( αν είναι εξωτερικό γύρισμα ) ο καιρός. Γενικώς όμως κυριαρχεί η σκέψη αν όλα θα πάνε καλά, αν είμαστε καλά προετοιμασμένοι και αν θα βγει το πρόγραμμα. Η τελευταία σκέψη μόλις ολοκληρώνεται είναι αν έγιναν καλά οι σκηνές, αν βγήκε το πρόγραμμα…Τέτοια διαδικαστικά. Σημασία έχει όμως η σκέψη πριν από την πρώτη μέρα του γυρίσματος: Θα πάει καλά η σειρά; Θα πετύχουμε αυτό που σκεφτήκαμε;

– Τι απολαμβάνετε και τι σας προβληματίζει περισσότερο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων;

Απολαμβάνω τη διαδικασία της πρόβας πριν το γύρισμα. Εκεί δημιουργούνται όλα. Υπάρχει ζύμωση, υπάρχει ενέργεια. Μερικές φορές και πολύ γέλιο. Ο προβληματισμός μου είναι αν θα «δένουν» καλά οι σκηνές μεταξύ τους και αν η επιλογή των πλάνων είναι η σωστή για την αφήγηση. Αυτό θα ισχύει πάντα μέσα μου όσος καιρός κι αν περάσει, σε ό,τι κι αν κάνω.

– Τι είναι αυτό, κατά τη γνώμη σας που έχει συντελέσει περισσότερο απ’ όλα στην τόσο μεγάλη επιτυχία αυτής της σειράς;

Η σειρά απόδειξε ότι μπορούν να γίνουν καλές δουλειές, ότι η ελληνική μυθοπλασία ζει. Αυτό ο κόσμος φάνηκε ότι το έχει ανάγκη. Βλέπει μια άλλη εποχή, βλέπει πιο άγνωστους, αλλά ταλαντούχους ηθοποιούς. Βλέπει ένα σενάριο που δεν τον κοροϊδεύει μέσα στα μούτρα του. Η αλήθεια και η ειλικρίνεια είναι το ατού των Μελισσών. Βέβαια πάντα θα υπάρχουν καλοθελητές που θα κρίνουν υστερόβουλα τη σειρά. Δεν κάνουμε κάτι αλάνθαστο. Έχουν υπάρξει και λάθη και ατέλειες σ’ αυτό που γίνεται, το γνωρίζουμε. Καλή είναι η κριτική, και βοηθάει. Καλόπιστη όμως και χωρίς χαρακτηρισμούς. Κανείς δεν υποχρεώνεται να δει τη σειρά. Είναι κάτι που είχαμε καιρό να δούμε.

– ΄Αλλαξε κάτι στο κλίμα των γυρισμάτων από τότε που συνειδητοποιήσατε ότι οι «΄Αγριες Μέλισσες» σπάνε ταμεία;

Ναι άλλαξε. Έχουμε ευθύνη στο ενάμιση εκατομμύριο κόσμο που μας βλέπει. Ξέρετε, η διαχείριση μιας αποτυχίας είναι πιο εύκολη από την διαχείριση μιας επιτυχίας. Πρέπει τα μυαλά μας να μην πάρουν αέρα και να κρατήσουμε ψηλά την ποιότητα. Δεν θα απογοητεύσουμε τον κόσμο που μας αγάπησε.

– Αλήθεια, πόσο καλά μπορούν να συνεργαστούν 3 διαφορετικοί σκηνοθέτες σε μια – και μόνο – σειρά; Τι ταλέντα πρέπει να έχουν;

Ο Λευτέρης Χαρίτος έχει αναλάβει την σκηνοθετική επιμέλεια της σειράς που σημαίνει το casting, το ύφος της φωτογραφίας, την σκηνοθετική επιμέλεια των σκηνικών, του ενδυματολογικού. Άρχισε πρώτος να δουλεύει σ’ αυτό από τον Μάρτιο. Εγώ με τον Σταμάτη Πατρώνη, λόγω υποχρεώσεων (ο Σταμάτης έκανε τότε το Σοι Μας και εγώ την Επιστροφή) μπήκαμε στη παραγωγή μέσα Ιουνίου. Πολλά ήταν λυμένα. Κάναμε πολύωρες συζητήσεις οι τρείς μας για να καταλήξουμε σ’ αυτό που βλέπετε. Εδώ χρειάζονται ταλέντα όπως επικοινωνία, κατανόηση και καλή πρόθεση συνεργασίας. Ενώσαμε, λοιπόν, όλα αυτά και: Ιδού το αποτέλεσμα!

– Αυτή η τόσο μεγάλη επιτυχία – σε συνδυασμό και με άλλα σίριαλ που συζητιούνται αυτή τη σαιζόν – πιστεύετε ότι μπορεί να σημάνει μια νέα εποχή για την ελληνική τηλεόραση;

Πρέπει να σημάνει μια άλλη εποχή για την τηλεόραση. Κατανοώ την ανάγκη (εμπορικά εννοώ) των ριάλιτι και των show, μόνο που είχαμε φτάσει στο σημείο που αυτά ήταν ο βασικός κορμός των προγραμμάτων. Αποφάσισε πρώτος ο Αντέννα και μετά το Open να ρισκάρουν με δυο καλές σειρές (Άγριες Μέλισσες και Ποτάμι).Ο κόσμος τις αγκάλιασε και αυτό είναι μια ισχυρή απόδειξη ότι επιζητεί την ποιότητα πια.

–  Έχετε κάνει ταινίες, σειρές, διαφημιστικά σποτ και θέατρο. Πού βρίσκεται η καρδιά σας;

Η μεγάλη μου αγάπη είναι το σινεμά, η κρυφή ερωμένη μου το θέατρο. Αγαπάω και σέβομαι την τηλεόραση γιατί μπορεί να γίνεται καλύτερη.

– Τι σας αρέσει περισσότερο και τι σας ενοχλεί στο «σύμπαν» της ελληνικής τηλεόρασης; Υπάρχει καλή ελληνική τηλεόραση σήμερα;

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι η τηλεόραση είναι ένας γενικότερος εμπορικός φορέας. Δημιουργεί προϊόντα προς πώληση. Όταν αυτό γίνεται αντιληπτό δεν θα μας ενοχλεί τίποτε. Η εξυπνάδα όμως κάποιων να φτιάξουν καλό προϊόν είναι το ζητούμενο. Αυτό πρέπει να κοιτάξουμε. Είναι πολύ έξυπνο ένας επιχειρηματίας να θέλει να πουλάει καλύτερο προϊόν από πριν. Αυτό με κάνει χαρούμενο, γιατί τίποτε δεν μένει στάσιμο. Άρα σήμερα έχουμε μια τηλεόραση που τολμάει κάτι διαφορετικό, κι αυτό από μόνο του την κάνει καλή.

– Πως θα σχολιάζατε την επικράτηση των reality στην ελληνική TV; Εσείς, αλήθεια, βλέπετε τηλεόραση, κι αν ναι, τι προτιμάτε;

Τα reality ήρθαν στη ζωή μας πριν χρόνια και ήρθαν για να καλύψουν τη ματαιοδοξία του κοινού. Μέσα από αυτά δόθηκε η δυνατότητα και πολλές φορές η ελπίδα σε κάποιους να νομίζουν ότι τραγουδάνε, παίζουν, μαγειρεύουν. Σ’ ένα περιβάλλον οικονομικής ύφεσης, το κοινό «τσίμπησε» μ’ έναν κόσμο που θεωρούσε ότι είναι κοντά του. Ότι μπορεί να τον βγάλει από τη μίζερη ζωή του, να του δημιουργήσει τα εύκολα όνειρα μιας φανταχτερής ζωής. Ο κορεσμός ήταν αναπόφευκτος. Λίγο η έλλειψη ιδεών, λίγο η μυρωδιά του trash, λίγο η κλειδαρότρυπα, κούρασαν τον κόσμο και γύρισε λίγο την πλάτη. Η μυθοπλασία, λοιπόν, πρέπει να απαντήσει με σταθερά ποιοτικές δουλειές και εμπορικά πετυχημένες. Αυτή είναι η λύση.

Προσωπικά βλέπω πολύ λίγο τηλεόραση λόγω χρόνου. Όταν βλέπω όμως, βλέπω σειρές από το Netflix ή τις σειρές που κάνω.

-«Tango Bar» για δεύτερη χρονιά. Μιλήστε μας για το έργο του Περικλή Κοροβέση…

Το Tango Bar είναι το πρώτο θεατρικό έργο του Περικλή. Είναι έργο που μιλάει για το τι είναι επιτυχία, τι αποτυχία, τι ο φόβος και η λογική. Είναι για τα όνειρά που αφήσαμε να χαθούν από την λογική μας. Μαζί είναι κι ένας ύμνος στη φιλία και ιδιαίτερα στην αντρική.

– Μιλήστε μας και για τους δυο φίλους, τον Λάκη και τον Φώντα του Tango Bar. Τι τους ενώνει και τι τους χωρίζει;

Ο Λάκης και ο Φώντας είναι δυο παιδικοί φίλοι. Μέσα από τα χρόνια έγιναν ο ένας ηθοποιός- ο Φώντας και θεατρικός συγγραφέας ο Λάκης. Απέτυχαν όμως, σύμφωνα με τους κοινωνικούς κανόνες. Έτσι ο Φώντας άνοιξε μπαρ και ο Λάκης περιφέρεται στις παλιές του δόξες και δάφνες, προσπαθώντας να κάνει κάτι. Κάθε βράδυ έρχεται στο μαγαζί στο κλείσιμο και μιλάει με τον Λάκη. Έτσι κι απόψε, έρχεται και μιλάνε. Η κουβέντα καταλήγει σε καυγά άγριο και πικρά λόγια. Πάντα όμως μέσα από την αγάπη μεταξύ τους.

– Ποια θα είναι το επόμενό σας βήμα;

Έχω κάτι για μετά, ίσως Θέατρο ή μια δεύτερη ταινία.

– Ποιο θα μπορούσατε να πείτε ότι είναι το μεγαλύτερο επαγγελματικό σας «απωθημένο»;

Θέλω να δημιουργώ, θέλω να ζώ σ’ ένα περιβάλλον συνεχούς δημιουργίας. Όταν αυτό δεν γίνεται τότε ναι, μου δημιουργεί απωθημένο

Info

«Tango Bar»

Κείμενο: Περικλής Κοροβέσης
Σκηνοθεσία: Σπύρος Μιχαλόπουλος
Παίζουν: Χρήστος Αυλωνίτης (Λάκης), Κωστας Κονταράτος (Φώντας)
Σχεδιασμός φωτισμού: Γιώργος Παπαδόπουλος
Επιμέλεια σκηνικού: Γιάννης Μυρσιώτης
Μουσική: Χριστίνα Κανάκη
Μουσική επιμέλεια: Σπύρος Μιχαλόπουλος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Μάρω Χασιώτη, Κατερίνα Σκέμπη

Θέατρο Άβατον, Ευπατριδών 3, Γκάζι, τηλ.: 210 3412689

Παραστάσεις Κάθε Σάββατο και Κυριακή, στις 21:00, μέχρι τις 7 Μαρτίου
Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Εισιτήρια: 12 € (γενική είσοδος), 8 € (μειωμένο)
Προπώληση: Στα ταμεία του θεάτρου

thetoc.gr