Η οικονομική πολιτική του Ερντογάν οδηγεί την Τουρκία σε νέα κρίση

Οι χειρισμοί του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέτουν σε κίνδυνο την οικονομία της χώρας του, ώστε να υπάρχει η πιθανότητα να καταρρεύσει, όπως καταρρέουν σε ορισμένες περιπτώσεις στη Λατινική Αμερική οικονομίες όπου τον έλεγχο ασκούν λαϊκιστικά κόμματα. Τα σχετικά αναφέρει ο όμιλος Ashmore Group, ο οποίος διαχειρίζεται κεφάλαια 85 δισ. δολαρίων σε αναδυόμενες αγορές. Αν και η τουρκική οικονομία δεν είναι τόσο μονομερής όσο εκείνη της Βενεζουέλας, που εξαρτάται κυρίως από το πετρέλαιο, δεν παύει να απειλείται με παρόμοιο τρόπο. Οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων, οι εθνικοποιήσεις και άλλες πολιτικές, οι οποίες αποσκοπούν στο να αποτρέψουν τον ιδιωτικό τομέα από το να μπορέσει να προστατεύσει την περιουσία του, κι ενώ οι μακροοικονομικές συνθήκες επιδεινώνονται, είναι τα επόμενα «εύλογα βήματα στην επιλογή πολιτικής που θα ακολουθήσει η Τουρκία», όπως παρατηρεί ο Γιαν Ντεν, επικεφαλής του τμήματος ερευνών στην Ashmore. Τα σχόλιά του διατυπώνονται αφότου ο Τούρκος πρόεδρος απέπεμψε από τη διοίκηση της Τράπεζας της Τουρκίας τον Μουράτ Τσετινκαγιά.

«Εάν κάνει μια στροφή 180 μοιρών και επανακάμψει σε σώφρονες πολιτικές, θα έχει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υψηλό πολιτικό κόστος», επισημαίνει ο κ. Ντεν, ο οποίος επέλεξε να κινηθεί δυναμικά στις αναδυόμενες αγορές τον Οκτώβριο του 2015, κάποιους μήνες νωρίτερα, δηλαδή, πριν ξεκινήσει ένα ράλι με διάρκεια δύο ετών. «Οσο περισσότερο καθυστερεί τη μεταστροφή του αυτή, τόσο υψηλότερο είναι και το κόστος. Αυτό εξηγεί κιόλας γιατί οι πολιτικοί με τις ανορθόδοξες επιλογές πολύ σπάνια ανακρούουν πρύμναν και τις περισσότερες φορές οδηγούνται σε κρίση».

Οι Τούρκοι αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένως δηλώσει ότι  ακολουθούν πιστά τις αρχές της ελεύθερης αγοράς. Ο κ. Ερντογάν υπογραμμίζει πως υπάρχει ανάγκη για «πλήρη αναθεώρηση του πλαισίου της κεντρικής τράπεζας», επιρρίπτοντας ευθύνες στον Μουράτ Τσετινκαγιά για την ανεπιτυχή επικοινωνία του με τις αγορές και την αδυναμία του να εμπνεύσει την εμπιστοσύνη τους. Χθες στη διεθνή χρηματαγορά η τουρκική λίρα υποχώρησε 0,3% έναντι του δολαρίου, ενώ από τις αρχές του χρόνου η κάμψη φθάνει το 8%. Κατά τον κ. Ντεν, το σενάριο της κρίσης σημαίνει πως η κυβέρνηση δεν θα αναζητήσει τις αιτίες των οικονομικών προβλημάτων, αλλά θα στραφεί στα συμπτώματα, όπως ο πληθωρισμός και η αδύναμη λίρα. Τα προβλήματα θα οξύνονται και η κυβέρνηση θα αναζητεί αποδιοπομπαίους τράγους για να τους επιρρίψει την ευθύνη. Οσο θα χρειάζεται ο κ. Ερντογάν πιο πολλούς από αυτούς, τόσο θα αποθαρρύνονται επενδυτές και οι επιχειρήσεις, προσπαθώντας να προστατεύσουν την περιουσία τους – και αυτό μεταφράζεται σε φυγή κεφαλαίων. Ο ιδιωτικός τομέας θα δεχθεί τα πυρά της κυβέρνησης, η οποία με τη σειρά της θα στραφεί σε κεφαλαιακούς ελέγχους και εθνικοποιήσεις.

Έντυπη