Το γλυκό τρόφιμο που επουλώνει τις πληγές

Το μέλι είναι ευλογία. Μια ευλογία που περιέχει όλα τα αγαθά της φύσης. Τα παλιά τα χρόνια πολλές οικογένειες στα χωριά διατηρούσαν μερικές κυψέλες για να έχουν κάτι γλυκό να βάλουν στο στόμα τους. Παχαίνει όσο και η ζάχαρη, γι’αυτό η χρήση του πρέπει να είναι λογική και μέτρια. Μπορεί να αντικαταστήσει τη ζάχαρη στα ροφήματα, στο τσάι, τη λεμονάδα, το γάλα.

Η επουλωτική δράση του μελιού είναι ίσως η σημαντικότερή του ιδιότητα. Χρησιμοποιείται ως τοπικό αντισηπτικό στη θεραπεία εγκαυμάτων και τραυμάτων από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι πρώτες σχετικές αναφορές ξεκινάνε από το 6.000 π.Χ.

Σε μια μελέτη με άτομα που έφεραν εγκαύματα πρώτου βαθμού, έγινε σύγκριση της χρήσης μελιού με τις συμβατικές θεραπείες. Μετά από μια εβδομάδα αγωγής, η συντριπτική πλειονότητα (91%) αυτών στους οποίους εφαρμόστηκε η αγωγή με μέλι, δεν παρουσίασαν κάποια ένδειξη μόλυνσης.

Πραγματοποιήθηκε και μια άλλη μελέτη με γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε καισαρική τομή. Και πάλι, το μέλι εμφάνισε σημαντικά πλεονεκτήματα και οδήγησε στη μείωση του απαιτούμενου χρόνου νοσηλείας σε σχέση με τις συμβατικές θεραπείες.

Η ερμηνεία των επουλωτικών ιδιοτήτων του μελιού δεν είναι ξεκάθαρη, ωστόσο έχουν προταθεί πολλοί μηχανισμοί. Ένας από αυτούς είναι πως λόγω της μεγάλης περιεκτικότητας του μελιού σε γλυκόζη και φρουκτόζη, τα σάκχαρα αυτά είναι υγροσκοπικά (απορροφούν έντονα το νερό) οδηγώντας σε αποξήρανση του τραύματος. Αυτό παρεμποδίζει την εμφάνιση μόλυνσης καθώς τα βακτήρια και οι μύκητες απαιτούν την παρουσία υγρασίας για να αναπτυχθούν.

Επίσης, το φυσικό μέλι περιέχει ένα ένζυμο το οποίο παράγει ως προϊόν το υπεροξίδιο του υδρογόνου (ή αλλιώς οξυζενέ, ένα ήπιο αντισηπτικό). Το μέλι περιέχει και αρκετές αντιοξειδωτικές ουσίες που δρουν ως αντιμικροβιακοί παράγοντες. Ειδικότερα, ένας αντιοξειδωτικός παράγοντας (pinocembrin) που συναντάται μόνο στο μέλι, αποτελεί το επίκεντρο πολλών ερευνών σχετικά με τις αντιμικροβιακές του ιδιότητες.