Στο συρτάρι της κυβέρνησης η μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη: Μετέωρη η αναμόρφωση των Κωδίκων

Στα κυβερνητικά συρτάρια παραμένουν οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, παρά το γεγονός ότι η αναμόρφωσή τους θεωρείται κομβικής σημασίας μεταρρύθμιση στη Δικαιοσύνη και οι προτεινόμενες αλλαγές βρίσκουν διακομματική συναίνεση.

Την ίδια ώρα που η κυβέρνηση κόπτεται εν μέσω της προεκλογικής περιόδου, κινούμενη σε καταδολίευση του Συντάγματος, όπως επισήμαναν οι κορυφαίοι συνταγματολόγοι της χώρας, η μεταρρύθμιση του εκσυγχρονισμού των Κωδίκων που αποτελεί το αποτέλεσμα της συνεργασίας επιφανών νομικών και έχει τεθεί από τις αρχές της Ανοιξης σε διαβούλευση, παραμένει στα συρτάρια της γενικής γραμματείας της κυβέρνησης, άγνωστο για ποιο λόγο.

Οι δύο αναμορφωμένοι Κώδικες έρχονται να αλλάξουν τον ποινικό χάρτη της χώρας μετά από εβδομήντα ολόκληρα χρόνια ανάγκη στην οποία συνομολογούν ο νομικός κόσμος, οι πανεπιστημιακοί και τα περισσότερα πολιτικά κόμματα: Όλα έδειχναν ότι η πολιτική δυσκαμψία και η έλλειψη πολιτικού θάρρους δεκαετιών παρά την αδήρητη ανάγκη της μεταρρύθμισης είχε ξεπεραστεί και πλέον οι νέοι Κώδικες που αποτελούν νομοθετικό έργο μαμούθ χιλίων άρθρων, κοινά αποδεκτό από όλους.

Κομβικό σημείο στον νέο Ποινικό Κώδικα είναι η κατάργηση του δρακόντειου νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου, ο περίφημος 1608/50 – πρόκειται για τον νόμο που πρόσφατα έστειλε στη φυλακή την καθαρίστρια από το Βόλο για το πλαστό … απολυτήριο δημοτικού.

Παράλληλα, στη διάρκεια της διαβούλευσης έχουν γίνει βελτιώσεις στα σημεία των μεταρρυθμίσεων που επικρίθηκαν και επισημάνθηκαν ως στρεβλά. Ετσι, αποτελεί μεγάλο ερώτημα γιατί, την ώρα που η παρούσα κυβέρνηση δείχνει ιδιαίτερη σπουδή για να ορίσει νέο πρόεδρο και εισαγγελέα στον Άρειο Πάγο, δεν προχωρά και η ψήφιση των Κωδίκων. Και αυτό ενώ τα δικαστήρια έχουν μπλοκάρει αφού δικαστές και δικηγόροι παίζουν … καθυστερήσεις ενόψει των αλλαγών στις ποινές και τα νέα δεδομένα ως προς την ποινική απαξία των αδικημάτων.

Αφενός λοιπόν ενόψει των αλλαγών οι δικαστές «δεν δικάζουν» – προκειμένου να μην υπάρξουν νέες κραυγαλές περιπτώσεις με την εφαρμογή απαρχαιωμένων και δρακόντειων νόμων κατά κοινή ομολογία, αφετέρου, οι δικηγόροι κάνουν ό,τι μπορούν για να καθυστερήσουν την εκδίκαση υποθέσεων αφού οι πελάτες τους αναμένουν ένα νέο ποινικό καθεστώς. Αυτή η πρακτική «ακινησία» της Δικαιοσύνης καθιστά επιτακτική τόσο την άμεση ψήφιση, αλλά και το να τεθούν σε ισχύ οι νέοι Κώδικες.