Παναγία των Παρισίων: Ανθρώπινο λάθος ή τεχνική βλάβη προκάλεσε την πύρινη κόλαση;

Σπαζοκεφαλιά είναι η αναζήτηση των αιτίων της πύρινης κόλασης στην Παναγία των Παρισίων για τους ειδικούς που έχουν αναλάβει την έρευνα.

Περίπου 50 αστυνομικούς έχουν επιστρατεύσει οι γαλλικές αρχές για να ερευνήσουν τα ευαίσθητα στοιχεία. Προς το παρόν, οι ειδικοί δεν έχουν πρόσβαση σε πολλά σημεία του κτιρίου.

Όπως δηλώνει ο Εισαγγελέας του Παρισιού, Ρεμί Χεΐτζ, η ομάδα των ερευνητών θα κάνει εβδομάδες ή και μήνες για να καταλήξει σ’ ένα συμπέρασμα. Ωστόσο, οι ειδικοί στρέφουν τις υποψίες τους στο εργοτάξιο της οροφής.

Η αστυνομία των Παρισίων συλλέγει φωτογραφικό και οπτικοακουστικό υλικό από περαστικούς, τουρίστες αλλά και από κάμερες σε κοντινά καταστήματα, ώστε μέσω μιας ειδικής εφαρμογής να συνθέσει ένα τρισδιάστατο βίντεο που θα δείχνει τα πρώτα λεπτά που ξέσπασε η φωτιά.

Πάντως, οι πρώτες πληροφορίες κάνουν λόγο για μια σειρά λαθών που είχαν ως αποτέλεσμα ο καθεδρικός ναός των Παρισίων, με ιστορία οκτώμισι αιώνων, να παραδοθεί στις φλόγες. Η αρχική εκδοχή ήταν η φωτιά να προκλήθηκε από σπίθα κάποιου μηχανήματος κατά τη διάρκεια εργασιών συγκόλλησης.

notre02

Ωστόσο, η πιθανότητα αυτή δείχνει να απομακρύνεται καθώς οι εργασίες στον ναό είχαν σταματήσει μιάμιση ώρα πριν εκδηλωθεί η φωτιά. Οι έρευνες στρέφονται πλέον στους τρεις ανελκυστήρες που είχαν τοποθετηθεί για να διευκολύνουν τους τεχνίτες να εργάζονται κάτω από το εκατοντάδων τόνων ικρίωμα, με τις πληροφορίες από το Παρίσι να κάνουν λόγο για πιθανό βραχυκύκλωμα.

Σύμφωνα με τις πρώτες καταθέσεις, οι υπεύθυνοι ασφαλείας του καθεδρικού γοτθικού ναού εντόπισαν καπνό στην πλευρά του ναού που βρίσκεται προς τον Σηκουάνα και ενημέρωσαν τις αρχές περίπου στις 18.05 ώρα Γαλλίας. Οι πρώτοι πυροσβέστες που έφθασαν λίγο αργότερα στο Ιλ ντε λα Σιτέ, συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτε, καθώς η φωτιά είχε ήδη επεκταθεί εντός του ναού και ζήτησαν ενισχύσεις.

Η πυροσβεστική υπηρεσία αντιμετώπισε ανυπέρβλητα προβλήματα, καθώς οι φλόγες που ξεκίνησαν σε ύψος άνω των τριάντα μέτρων από το έδαφος, ξεπέρασαν κάποια στιγμή ακόμα και τα ογδόντα μέτρα. Οι Γάλλοι πυροσβέστες όταν αντιμετωπίζουν περιπτώσεις πυρκαγιάς σε παλαιά κτήρια, επιλέγουν να δράσουν εντός του κτηρίου, ώστε να περιορίσουν την καταστροφή ιστορικών κειμηλίων και και να μην χρησιμοποιήσουν αντλίες μεγάλης πίεσης.

notre04

Ανθρώπινο λάθος ή τεχνική βλάβη;

Οι πενήντα ειδικοί που έχουν επιφορτιστεί με την έρευνα, θα πρέπει να διασαφηνίσουν αν πρόκειται για ανθρώπινο λάθος ή τεχνική βλάβη.

«Στόχος μας να μάθουμε ποιος έκανε τι στο κτίριο πριν από την καταστροφή», επισημαίνει ο Εισαγγελέας του Παρισιού.

«Για το λόγο αυτό καλούμε σε κατάθεση τους εργάτες της εταιρείας που είχε αναλάβει τη συντήρηση του ναού. Κάθε ακρόαση μπορεί να διαρκέσει μερικές ώρες, ενώ οι μάρτυρες καταρτίζουν έναν κατάλογο με όσα άτομα συναντήθηκαν εκείνη την ημέρα. Θα πρέπει να καταγράφουν με ακρίβεια τι έκαναν την ημέρα της καταστροφής», προσθέτει.

Χθες , ο Ζουλιέ Λε Μπρα, διευθύνων σύμβουλος της «Le Bras Freres», της μεγαλύτερης εταιρείας που έχει επιφορτιστεί με τις εργασίες αναστήλωσης του καθεδρικού ναού δήλωσε ότι το προσωπικό του σεβάστηκε τις διαδικασίες ασφαλείας.

notre03

Οι αρχιτέκτονες και οι πυροσβέστες θα δώσουν το πράσινο φως για να ξεκινήσει η έρευνα 

«Όσο οι αρχιτέκτονες και οι πυροσβέστες δεν δίνουν το πράσινο φως για να προσεγγίσει η ομάδα των ερευνητών το χώρο, τόσο θα καθυστερούν τα πρώτα συμπεράσματα για τα αίτια της καταστροφής.

Ο Ρεμί Χεΐτζ τόνισε ότι η πρώτη προειδοποίηση για τη φωτιά ήρθε στις 18: 20 μ.μ ωστόσο, δεν εντοπίστηκε καμία εστία φωτιάς και ακολούθησε και δεύτερος συναγερμός στις 18:43.

Στα 23 λεπτά που μεσολάβησαν οι πιστοί πρόλαβαν να εκκενώσουν το κτίριο. «Αν είχε εντοπιστεί η φωτιά από την πρώτη φορά, τότε θα μπορούσε να είχε σωθεί η Παναγία των Παρισίων;», διερωτάται η βρετανική εφημερίδα «Daily Mail».

«Ο στόχος είναι διττός: να προσδιορίσουμε τα αίτια της φωτιάς και να κατανοήσουμε την εξέλιξή της», δήλωσε ο Κριστόφ Πεζρόν, διευθυντής του Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης προσθέτοντας πως η ανάμιξη της στάχτης και του νερού στους ευαίσθητους χώρους δυσχεραίνουν το έργο των ερευνητών.