Politico: Γιατί η εξαφάνιση Σοσιαλιστών και κεντροδεξιάς απειλεί τη Γαλλική δημοκρατία

Δύο χρόνια μετά τη συντριβή της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς που κυριαρχούσαν επί επτά δεκαετίες στη γαλλική πολιτική σκηνή τα δύο κόμματα εξουσίας παραμένουν ακέφαλα και σχεδόν ετοιμοθάνατα.

Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι εξαφανίστηκε ο δικομματισμός, αλλά ότι παρά την πτώση της δημοτικότητας του Εμανουέλ Μακρόν και τις βίαιες διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» -τις βιαιότερες στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας- πήρε νέα μορφή ως κόντρα η αντιπαράθεση μεταξύ του κεντρώου κόμματος LREM του Γάλλου προέδρου και του Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λεπέν. «Η νέα δικομματική δυναμική είναι το κέντρο κατά των άκρων» σημειώνει το Politico κάνοντας λόγο για μια «ανησυχητική» εξέλιξη σε μια χώρα που «είχε συχνές εναλλαγές στην εξουσία από το 1981».

Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το κόμμα των Μιτεράν, Ντελόρ, Ζοσπέν και Ολάντ, καταγράφει ποσοστά γύρω στο 5%-6% στις τελευταίες δημοσκοπήσεις ενόψει των ευρωεκλογών, ενώ στην κεντροδεξιά οι Ρεπουμπλικανοί -το κόμμα που ίδρυσε ο Σιράκ και μετονόμασε ο Σακροζί, ένα κόμμα που περιέχει το DNΑ διαφόρων κομμάτων, από εκείνο του Σαρλ Ντε Γκωλ μέχρι εκείνο του Βαλερί Ζισκάρ Ντ’ Εστέν φέρονται να εξασφαλίζουν την υποστήριξη του 13%.

Τα δύο κόμματα αντιμετωπίζουν ανταγωνισμό για τη μοιρασιά της περιορισμένης εκλογικής τους πίττας από ομάδες που αποσχίστηκαν. Οι Σοσιαλιστές αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο που συνιστά το Generations του Μπενουά Αμόν, αλλά ο ηγέτης τους, Ολιβιέ Φορ δεν δείχνει ικανός να συσπειρώσει τη βάση του κόμματος, την αριστερή μπουρζουαζία.

Στο στρατόπεδο της Δεξιάς ο Λοράν Βοκιέ με την επιθετικά συντηρητική κοινωνική γραμμή του απομακρύνει την μερίδα των ευρωπαϊστών, ορισμένοι εκ των οποίων δημιούργησαν ένα νέο κόμμα το Agir.

Ο επικεφαλής της λίστας των Ρεπουμπλικανών στις ευρωεκλογές, ο 33χρονος καθηγητής Φιλοσοφίας Φρανσουά Ξαβιέ Μπελαμί δεν διαθέτει πολιτική εμπειρία και τασσόμενος κατά των αμβλώσεων και των γάμων μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου απευθύνεται κυρίως στη στενή καθολική συντηρητική βάση του κόμματος – «ομολογία», κατά το Politico, ότι «οι Ρεπουμπλικανοί αποτελούν τώρα μια ομάδα πίεσης παρά ένα κόμμα εξουσίας».

Ούτε ο Μπελαμί, ούτε ο Βοκιέ έχουν να στείλουν ένα μήνυμα που θα έβρισκε απήχηση στα υποβαθμισμένα προάστια και τις επαρχιακές πόλεις, όπου εκκολάφθηκε το κίνημα των «κίτρινων γιλέκων» με αποτέλεσμα ο αγώνας για τις ευρωεκλογές να περιορίζεται σε μια αναμέτρηση μεταξύ των κομμάτων του Μακρόν και της Λεπέν.

Το πρώτο έχει ένα ελαφρό προβάδισμα με 23% έναντι 21.5% του δεύτερου κι έτσι για πολλούς ψηφοφόρους η μόνη αξιόπιστη εναλλακτική στον Μακρόν εμφανίζεται πλέον η Λεπέν.

Η απαξίωση των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας δεν είναι μόνον γαλλικό φαινόμενο, αφού στη γειτονική Ιταλία τα ηνία της εξουσίας έχει αναλάβει ο εθνολαϊκισμός, πράγμα που συνιστά επικίνδυνο προηγούμενο για τη Γαλλία.

Τα «κίτρινα γιλέκα» λένε ότι δεν απορρίπτουν μόνον τον Μακρόν, αλλά ότι εξεγείρονται κατά ενός πολύχρονου συστήματος εναλλαγής στην εξουσία της Δεξιάς και της Αριστεράς, όπου αμφότερες κυβερνούσαν με παρόμοιο τρόπο. Το πρόβλημά τους με τον Γάλλο πρόεδρο είναι, όπως λένε, ότι ενώ είχε υποσχεθεί να σπάσει το καλούπι, κατέληξε να κυβερνά περίπου όπως οι προηγούμενες κυβερνήσεις.

Το πραγματικό ρήγμα στη γαλλική πολιτική το 2019 είναι μεταξύ ενός μεταρρυθμιστικού status quo και μιας στάσης «άντε στα τσακίδια όλοι σας». Και τα κόμματα και φράξιες που εκπροσωπούν αυτή τη στάση ξεπερνούν αθροιστικά το 45%. Προ εικοσαετίας, όταν ο Ζαν-Μαρί Λεπέν ήταν στο απόγειό του, κυμαινόταν στο 25%.

Θεωρητικά η Μαρίν Λεπέν θα έπρεπε να επωφελείται τα μέγιστα από το δίπολο κέντρου κατά άκρων, να κερδίσει στις ευρωεκλογές και στη συνέχεια να παραλάβει τη σκυτάλη της εξουσίας το 2022. Αλλά μέχρι στιγμής έχει αποτύχει να επωφεληθεί εκλογικά από τη δυσθυμία των Γάλλων. Στην αρχή επαινούσε τα «κίτρινα γιλέκα» και στη συνέχεια επιτέθηκε στην κυβέρνηση για τις υπερβολές της. Αλλά αντί να προσφέρει μια αξιόπιστη εναλλακτική έναντι του Μακρόν, κατέφυγε σε ερασιτεχνικούς ψευδείς ισχυρισμούς, όπως ότι οι αιτούντες άσυλο λαμβάνουν από το γαλλικό κράτος περισσότερα από τους συνταξιούχους.

Ωστόσο ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών φαίνεται ότι θα είναι μια επανάληψη της αναμέτρησης του Μακρόν κατά της Λεπέν, πράγμα που βγάζει κερδισμένο τον Γάλλο πρόεδρο, αφού παρά τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής του η εναλλακτική είναι χειρότερη. Το «Μετά από μένα το χάος» έχει γίνει «Μετά από μένα η Λεπέν».

Και δεν αποκλείεται να τα καταφέρει ο Μακρόν, αφού το δεύτερο ήμισυ της θητείας, εν μέρει χάρη στις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» μπορεί να αποδειχθεί πιο ευφάνταστο και ισορροπημένο από το πρώτο, κι ίσως ανακάμψει και η οικονομία της χώρας.

Αλλά οι προοπτικές μετά το 2022 είναι ανησυχητικές, καταλήγει το Politico: «Η λαχτάρα για κάτι διαφορετικό συνιστά ισχυρή παρόρμηση για τη δημοκρατία. Αυτό υποτίθεται ότι είναι η δημοκρατία.

Αν δεν ανακάμψουν η Κεντροαριστερά και η Κεντροδεξιά, τότε η μοναδική εναλλακτική στον διαχειριστικά κεντρώο Μακρόν θα είναι η αντιδημοκρατική ακροαριστερά ή ακροδεξιά μ’ έναν ευφυέστερο ηγέτη. Κι η Γαλλία μπορεί να αποκτήσει τον δικό της Ματέο Σαλβίνι»…