Αιωνία η μνήμη των ευσεβών ηρώων του 1821!

Ομιλία του Προϊσταμένου του Δημοτικού Σχολείου Σκιαδά Αχαΐας, Νικόλαου Π. Αντωνόπουλου, για τον εορτασμό της Εθνικής Παλιγγενεσίας (Σκιαδάς, 25 Μαρ. 2019).

 

Ο Μάρτης είναι ο μήνας που φέρνει την άνοιξη. Η φύση, ταλαιπωρημένη από τους χιονιάδες, τους ανέμους και τον παγετό, αναγεννάται, ομορφαίνει, ανθίζει και μοσχοβολά. Έτσι και ο άνθρωπος, εξορισμένος από τον Παράδεισο, ζώντας στο χειμώνα της αμαρτίας, τώρα πια ως μεταπτωτικό ον γνωρίζει την πνευματική άνοιξη, την οποία φέρνει η Παναγία μας, αφού θα γεννήσει το Σωτήρα του κόσμου. Επομένως, η ημέρα του Ευαγγελισμού δίνει την ελπίδα της αναγέννησης του ανθρώπου.
Αναλογικά ομιλούντες, θα λέγαμε ότι ο υπόδουλος Ελληνισμός για περίπου 400 χρόνια γεύτηκε την δική του βαρυχειμωνιά. Ο τουρκικός ζυγός ήταν βαρύς. Ως μια απλή απόδειξη για το ότι οι Έλληνες υπέφεραν πολλά και ανήκουστα δεινά από τους Τούρκους, μεταφέρουμε ενδεικτικά την εξής πληροφορία: «ὁ Κεχαγιάμπεης ἀπεβιβάσθη τὸ 1805 εἰς Καλάμας φέρων εἰκοσακισχιλίους πασσάλους πρὸς ἐνασκολοπισμὸν τῶν Κλεπτῶν καὶ Ἁρματολῶν. Τραπεὶς δὲ εἰς ἐνδότερα, συνέλαβε καὶ ἐσούβλισε περὶ τοὺς ἑξακοσίους».
Ωστόσο, ήρθε ο Μάρτης του 1821 και έφερε την εθνική μας Άνοιξη, την Εθνική Παλιγγενεσία. Οι πρόγονοί μας επαναστατούν για να ελευθερωθούν και να ιδρύσουν ένα νέο και ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Η σημερινή ομιλία θα προσπαθήσει να απαντήσει σε ένα ερώτημα: Οι Έλληνες επαναστάτες τί ήθελαν όταν ξεσηκώθηκαν κατά των Αγαρηνών, να ανεγείρουν ένα κράτος ουδετερόθρησκο, ή ένα κράτος βαθιά χριστιανικό και δη ορθόδοξο;
Για να απαντήσουμε σε ερωτήματα που αφορούν το παρελθόν, θα πρέπει εμείς οι σύγχρονοι να αφήσουμε να μιλήσουν εκείνοι που έζησαν οι ίδιοι τα γεγονότα στα οποία αναφέρονται τα ερωτήματα. Σε αντίθετη περίπτωση δεν ομιλούμε για την επιστήμη της Ιστορίας, αλλά για μια ελεύθερη έκθεση ιδεών.
Ας ψάξουμε λοιπόν να βρούμε κάποιους από τους προγόνους μας που έζησαν τότε, για να μάθουμε. Τα μέλη της Φιλικής Εταιρίας, στα οποία οφείλουμε το Αθάνατο ’21, μας πληροφορούν πως ο όρκος τους για να γίνουν Φιλικοί ήταν ο εξής: «…ὁρκίζομαι τέλος πάντων εἰς τὸ τῆς Θείας Μεταλήψεως φοβερὸν μυστήριον ὅτι θὰ στερηθῶ τῆς Ἁγίας Κοινωνίας εἰς τὴν τελευταίαν μου ἐκείνην ὥρα, ἐάν δὲν ἐκτελέσω ἁπάσας τὰς ὑποσχέσεις τὰς ὁποίας ἔδωσα ἐνώπιον τῆς εἰκόνος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Στο δρόμο μας βρίσκουμε ακόμη τον Αλέξανδρο Υψηλάντη με τον Ιερό Λόχο, και μας δίνουν την προκήρυξή τους. Να, τι γράφει η επιγραφή: «Μάχου ὑπέρ Πίστεως καὶ Πατρίδος», και αναφέρει ακόμη πως: «εἶναι καιρὸς νὰ αποτινάξωμεν τὸν ἀφόρητον τοῦτον ζυγόν, νὰ ἐλευθερώσωμεν τὴν Πατρίδα, νὰ κρημνίσωμεν ἀπὸ τὰ νέφη τὴν ἡμισέληνον, νὰ ὑψώσωμεν τὸ σημεῖον δι’ οὗ πάντοτε νικῶμεν, λέγω τὸν Σταυρόν, καὶ οὕτω ἐκδικήσωμεν τὴν Πατρίδα καὶ τὴν Ὀρθόδοξον ἡμῶν Πίστιν ἀπὸ τὴν ἀσεβῆ τῶν ἀσεβῶν καταφρόνησιν».
Μα, ακούγεται κι ένα τραγούδι. Είναι η προοδευτική φωνή του Ρήγα, του Βελεστινλή, του και Φεραίου επονομαζόμενου. Τραγουδά τον ύμνο του, τον πατριωτικό, κι έφτασε κιόλας στην 12η στροφή: «ὅποιος λοιπὸν εἶναι καλὸς κι ὀρθόδοξος χριστιανός, μὲ τ’ ἅρματα στὸ χέρι, ἄς δράμῃ σὰν ξεφτέρι, τὸ Γένος του νὰ σώσῃ, μὲ χαρὰ μπρὲ παιδιά».
Από κάπου αλλού ακούγονται δοξολογίες. Α, από το αρχοντικό της Μπουμπουλίνας έρχονται. Γιατί άραγε δοξολογεί η Καπετάνισσα; Ας ακούσουμε: «Ἔχασα τὸν σύζυγό μου. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ὁ πρεσβύτερος υἱός μου ἔπεσε μὲ τὰ ὅπλα ἀνὰ χεῖρας. Εὐλογητὸς ὁ Θεός! Ὁ δεύτερος καὶ μόνος υἱός μου, 14ετὴς τὴν ἡλικίαν, μάχεται μετὰ τῶν Ἑλλήνων καὶ πιθανῶς νὰ εὕρῃ ἔνδοξον θάνατον. Εὐλογητὸς ὁ Θεός!».
Περπατούμε λίγο πιο πέρα, ως το Χρυσοβίτσι και βλέπουμε το χώμα μουσκεμένο. Μα δεν έβρεξε! Λες να είναι μουσκεμένο από δάκρυα; Να, η εκκλησιά της Παναγιάς. Απέξω δεμένο το άλογο του Κολοκοτρώνη. Ω, κλαίει ο Θοδωράκης: «Παναγιά μου βοήθησε καὶ τούτη τὴ φορὰ τοὺς Ἕλληνες νὰ ψυχωθοῦν». Κάνει το σταυρό του, προσκυνά το εικόνισμα της Κυράς και ανεβαίνει στο άλογό του.
Σωπάστε ν’ ακούσουμε… σωπάστε, φωνές: «Ο Καραϊσκάκης έγινε καλά! Ο Καραϊσκάκης έγινε καλά από την Παναγιά του Προυσσού στο Καρπενήσι». Ας πάμε κι εμείς να προσκυνήσουμε το εικόνισμα της Κυράς της Ρούμελης. Α , κάτι γράφει πάνω στο ασήμι της: «Δι’ ἐξόδων τοῦ γενναιοτάτου στρατηγοῦ Γεωργίου Καραϊσκάκη, χειρὶ Γεωργίου Καρανάκη, 1824». Και ο γέρο-ηγούμενος μας εξηγεί: «Τα βλέπετε τα τρία ασημένια αστέρια που είναι επάνω καρφωμένα στο εικόνισμα; Είναι τα γαλόνια του στρατηγού, κι αυτά δωρεά του στην Παναγιά».
Εν κατακλείδι, δικαίως θα μπορούσαμε να πούμε ότι καί τα λόγια καί οι πράξεις των Αγωνιστών μύριζαν μπαρούτι και λιβάνι. Αυτά τα υλικά ήθελαν οι Αγωνιστές να χρησιμοποιηθούν για την ανέγερση του νέου ελληνικού κράτους. Και πράγματι, ο πρωτομάστορας Ιωάννης Καποδίστριας, πρώτος κυβερνήτης της χώρας μας, αυτά χρησιμοποίησε.
Μα, ας μεριάσουμε… ας μεριάσουμε. Περνούν οι Αγωνιστές και πάνε προς το Μεσολόγγι. Φέρνουν νεκρό τον Μάρκο Μπότσαρη και τον έχουν στήσει όρθιο επάνω στο άλογό του, για να τον θάψουν στο «Ένδοξο Αλωνάκι». Ας ρωτήσουμε τον ξάδελφό του, τον Τούσια Μπότσαρη, ποια ήταν η ορμήνια που τους έδωσε ο αρχηγός τους. Μας λέγει: «Ἀδέλφια, ἐγὼ ἔκαμα τὸ χρέος μου καὶ πεθαίνω εὐχαριστημένος. Μείνετε πιστοὶ στὴν Πατρίδα καὶ πιστοὶ δούλοι τοῦ Θεοῦ. Ἀφῆστε με καὶ τρεχᾶτε ἐκεῖνα ποὺ ἐγὼ ἄρχισα».

Βάζοντας καλά στο νου και στην καρδιά μας τα παραπάνω, ένα μονάχα μπορούμε να αναφωνήσουμε:

Αιωνία η μνήμη των ευσεβών ηρώων του 1821!