Πότε ο διαβήτης κύησης οδηγεί σε σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2

Σύνδεση του σακχαρώδους διαβήτη κύησης με τον σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 προσπάθησαν να κάνουν οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Diabetologia. Σκοπός των ερευνητών να δημιουργηθεί μια ασφαλής και ακριβής μέθοδος πρόβλεψης των γυναικών με σακχαρώδη διαβήτη κύησης που κινδυνεύουν μελλοντικά από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.

Κάθε χρόνο στον Καναδά περισσότερο από το 20% των εγκύων παρουσιάζει σακχαρώδη διαβήτη κύησης κάτι που είναι πιθανό να οδηγήσει μελλοντικά στην εμφάνιση σακχαρώδους διαβήτη τύπου 2.

Αν και δεν υπάρχουν αρκετά εργαλεία για την πρόβλεψη του ποιες γυναίκες θα μπορούσαν να εμφανίσουν τελικά τη χρόνια νόσο, η έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τους καθηγητές Michael Wheeler και Brian Cox ρίχνει νέο φως στο πώς εξετάζεται αν μία γυναίκα η οποία παρουσίασε διαβήτη κύησης θα παρουσιάσει μετέπειτα στη ζωή της σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2.

«Ο καθένας θέλει να πιστεύει ότι περίπου το 50% των γυναικών δεν θα αναπτύξουν σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Αν μπορούσαμε να είμαστε πιο αισιόδοξοι και ακριβείς στην πρόβλεψή μας για το ποιες γυναίκες δεν θα νοσήσουν στο μέλλον, αυτό θα μπορούσε να κινητοποιήσει τους ανθρώπους ωθώντας τους να εξετάζονται πιο συχνά ή να αλλάξουν τον τρόπο ζωής τους κάνοντας κινήσεις που θα τους βοηθήσουν να μειώσουν τον κίνδυνο εκδήλωσης της ασθένειας», δήλωσε ο Δρ. Cox.

Στα πλαίσια της έρευνας μελετήθηκε μία ομάδα περίπου 1.000 γυναικών στη Νότια Καλιφόρνια οι οποίες είχαν παρουσιάσει σακχαρώδη διαβήτη κύησης. Μετά τον τοκετό οι επιστήμονες παρακολούθησαν στενά την υγεία των γυναικών για περίπου δέκα χρόνια πραγματοποιώντας δοκιμασίες ανοχής στη γλυκόζη, μία σειρά άλλων βιοχημικών δοκιμών αλλά και τεστ για τον τρόπο ζωής τους.

Η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε επτά λιπίδια τα οποία ανάλογα με τα επίπεδά τους προέβλεπαν με ακρίβεια 92% το αν η γυναίκα θα έπασχε στο μέλλον από σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2. Για να γίνει αυτό χρησιμοποίησαν τεχνικές φασματομετρίας μάζας αλλά και τεχνητής νοημοσύνης, κάτι που τους βοήθησε να υπολογίσουν και να αναγνωρίσουν τους παράγοντες του δείγματος αλλά και να κατανοήσουν τη δημιουργία διαφόρων μορίων καθώς επίσης και τη σχέση τους με τον κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη.

«Ο καθένας επικεντρώνεται στο σάκχαρο του αίματος. Αλλά τα λιπίδια είναι επίσης σημαντικά για τη νόσο. Η σχέση μπορεί να είναι αιτιολογική από την παχυσαρκία ή τους τύπους λιπαρών που οι άνθρωποι έχουν στη διατροφή τους. Γνωρίζοντας αυτό χρησιμοποιήσαμε μεθόδους που μας επέτρεψαν να εξετάσουμε περισσότερα από 1.000 λιπίδια σε πολύ σύντομο χρόνο από ένα μικρό δείγμα αίματος», δήλωσε ο Δρ. Wheeler.

 

 

ygeiamou.gr