Ισοβίτης ζητά ακυρότητα προκαταρκτικής εξέτασης με αφορμή την υπόθεση του Αριστείδη Φλώρου

Στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάγεται για παράνομες αποφυλακίσεις με κεντρικό πρόσωπο τον επιχειρηματία Αριστείδη Φλώρο, γνωστός επώνυμος ισοβίτης κατέθεσε ένσταση απόλυτης ακυρότητας της προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος του, υποστηρίζοντας ότι βασίζεται σε παράνομο αποδεικτικό υλικό το οποίο καταγράφεται σε τρεις ψηφιακούς δίσκους (CD).

Η ένσταση της απόλυτης ακυρότητας της προκαταρκτικής εξέτασης, στηρίζεται στο ότι χρησιμοποιήθηκε το «βαλιτσάκι» της ΕΥΠ

Μέσω της συνηγόρου του Βάσως Πανταζή, ο ισοβίτης, καταγγέλλει ως μη νόμιμη τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την άρση απορρήτου από τις αρμόδιες αρχές.

Στην πολυσέλιδη αναφορά του καταγράφει με λεπτομέρειες τις ενέργειες, όπως αυτές αναφέρονται στα σχετικά έγγραφα που συμπεριλαμβάνονται στη δικογραφία, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως πρόκειται για παράνομες καταγραφές τηλεφωνικών συνομιλιών από την ΕΥΠ και «αποτελούν παράνομο αποδεικτικό υλικό».

Οι καταγραφές, σύμφωνα με πολυσέλιδη αναφορά του:

– δεν έγιναν κατόπιν διάταξης του αρμόδιου Εισαγγελέα της ΕΥΠ, η οποία εγκρίθηκε από τον Εισαγγελέα Εφετών,

-η επισύνδεση για να γίνει καταγραφή του περιεχόμενου των συνομιλιών που έχουν λάβει χώρα μέσω παρόχου κινητής τηλεφωνίας, δεν μπορεί να ανατρέξει στο παρελθόν, αφού οι πάροχοι κινητής τηλεφωνίας δεν μπορούν να αποθηκεύουν περιεχόμενο συνομιλιών προσώπων,

– δεν είχε υπάρξει καν άρση απορρήτου εκείνο το χρονικό διάστημα για τα τηλέφωνα των φυσικών προσώπων που φέρονται να συνομιλούν. «Επομένως πρόκειται ξεκάθαρα για παράνομες καταγραφές της ΕΥΠ(!)» καταλήγει επισημαίνοντας με νόημα ότι «τόσο η υποκλοπή προφορικών / τηλεφωνικών συνδιαλέξεων όσο και η χρήση τέτοιου υλικού συνιστούν ποινικά αδικήματα κακουργηματικού χαρακτήρα, απειλούμενα με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών».

Παράλληλα, αναφέρει ο ισοβίτης ότι στην περίπτωση που ληφθεί υπόψη από τις δικαστικές αρχές παράνομο αποδεικτικό μέσο, η όλη ποινική διαδικασία πάσχει από απόλυτη ακυρότητα αφού θίγεται το δικαίωμα του υπόπτου σε μια δίκαιη δίκη και σημειώνει:

«Από τα παραπάνω συμπεραίνεται ότι η λήψη υποκλοπής καθώς και η χρήση προϊόντων υποκλοπής για την απόδειξη διάπραξης αξιόποινων πράξεων του καταγραφόμενου προσώπου ή τρίτου δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί ως αποδεικτικό μέσο σε δίκη κατά αυτών»

Κατόπιν αυτών ζητεί:

· Να βγουν από την δικογραφία στα πλαίσια της οποίας κλήθηκα ως ύποπτος να παρέχω εξηγήσεις και να εξεταστώ ανωμοτί, το σύνολο των παρανόμως καταγραφέντων τηλεφωνικών επικοινωνιών που κατέγραψε η ΕΥΠ και οι οποίες περιλαμβάνονται σε 3 ψηφιακούς δίσκους CD και να μην ληφθούν υπόψη για τον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης σε οποιοδήποτε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, διαφορετικά σε κάθε άλλη περίπτωση η προκαταρκτική εξέταση που διενεργείται πάσχει από απόλυτη ακυρότητα καθώς λαμβάνει υπόψη της παράνομο αποδεικτικό μέσο,

· Να κληθώ εκ νέου, και μετά την εξαγωγή των ως παρανόμως κτηθέντων αποδεικτικών μέσων, εάν θεωρείτε ότι δύναμαι να χαρακτηριστώ ύποπτος τελέσεως αυτεπαγγέλτως διωκόμενων εγκλημάτων, δυνάμει του άρθρου 31 παρ.2 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με την προσκόμιση νόμιμων αποδεικτικών μέσων.

Όπως είναι γνωστό στην εν λόγω υπόθεση έχουν κληθεί με την ιδιότητα του υπόπτου 16 άτομα προκειμένου να δώσουν εξηγήσεις για σειρά αξιόποινων πράξεων, όπως είναι εγκληματική οργάνωση, ψευδή βεβαίωση, δωροδοκία, δωροληψία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.

Στον κατάλογο των «υπόπτων» περιλαμβάνονται και γιατροί, οι οποίοι υπηρετούν στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, σε ιδιωτική κλινική αλλά και στο ΚΕΠΑ Νίκαιας, υπαλλήλων του ΙΚΑ αλλά και ένας δικηγόρος.