Γιατί η Μέρκελ δεν ζήτησε από τον Μητσοτάκη να ψηφίσει την Συμφωνία

epa07207857 (FILE) - German Chancellor Angela Merkel (L) stands on stage next to the shadows of her fellow cabinet members during a speech by German President Koehler in Berlin, Germany, Tuesday 22 November 2005 (reissued 04 December 2018). A successor to Angela Merkel as chairwoman of her CDU party will be elected on 07 December 2018. Merkel said she will not run for re-election as CDU chairwoman nor for Chancellor nor for any other political office. EPA/Michael Hanschke ATTENTION: This Image is part of a PHOTO SET GERMANY OUT *** Local Caption *** 00580481

Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ την προηγούμενη φορά που ήρθε στην Ελλάδα ήταν επί πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά στις 9/4/2014 εν μέσω μνημονιακής κρίσης. «Η πορεία δεν έφτασε στο τέλος, αλλά υπάρχουν πολλά θετικά στοιχεία» δήλωνε στο Μαξίμου την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ εκείνης της εποχής διαδήλωνε στους δρόμους κατά των «μερκελιστών» (Τσίπρας, Βούτσης, Παπαδημούλης, Δούρου κ.α).

Αν και θα αναμενόταν, με την τελευταία επίσκεψη της να είναι πιο ένθερμη λόγω της ολοκλήρωσης του τρίτου προγράμματος στην χώρα μας μετά την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο, έκανε λιτές αναφορές στην οικονομία. Ούτε βέβαια παρουσίασε κανένα success story. Επισήμανε ότι η ολοκλήρωση των προγραμμάτων στήριξης “δεν είναι το τέλος της μεταρρυθμιστικής περιόδου, είναι η αρχή μιας νέας κατάστασης”. Και αξίζει να επισημανθεί ότι ούτε ο Αλέξης Τσίπρας ενώπιον της κυρίας Μέρκελ μίλησε για «έξοδο από τα μνημόνια» όπως συνηθίζει να επαναλαμβάνει στις τοποθετήσεις του στο εσωτερικό της χώρας.

Η Γερμανίδα καγκελάριος είναι πασιφανές ότι ήρθε στην Ελλάδα για το σκοπιανό. Για να στηρίξει την κυβέρνηση Τσίπρα που θα χρειαστεί να επικυρώσει τη Συμφωνία μετά την έγκριση της Συνταγματικής Αναθεώρησης από την σκοπιανή Βουλή, έχοντας απέναντι της το μεγαλύτερο μέρος της Αντιπολίτευσης αλλά και τον κυβερνητικό εταίρο της Πάνο Καμμένο. Στον Αλέξη Τσίπρα έχει στηρίξει όλες τις ελπίδες της. Κι όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές με τις οποίες συνομίλησε το newpost.gr, ο πρωθυπουργός την διαβεβαίωσε στην κατ´ ιδίαν συνάντηση τους που πραγματοποιήθηκε στη σκιά των απειλών Καμμένου περί αποχώρησης του από την κυβέρνηση, ότι την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που χρειάζεται για την επικύρωση της Συμφωνίας την έχει. «Είμαι ευγνώμων στον κ.Τσίπρα για τη συμφωνία» δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος και συνεχάρη την κυβέρνηση για τη λύση σε μια ιστορική εκκρεμότητα που θα λειτουργήσει επ´ ωφελεία και των δύο χωρών, όπως τόνισε.

Ο Μητσοτάκης

Η Γερμανίδα καγκελάριος παρακολουθεί στενά τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας. Μελετάει και τις δημοσκοπήσεις. Κι αυτό δεν το κάνει μόνο τώρα, το έκανε και επί Σαμαρά. Σε συζητήσεις της με Ελληνες αξιωματούχους συνηθίζει να λέει ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν αυτό ή το άλλο. Οπότε έχει επίγνωση ότι ο κ.Τσίπρας στην ουσία είναι ένας απερχόμενος πρωθυπουργός και ο ΣΥΡΙΖΑ αναμένεται να καταγράψει μία σειρά από ήττες στις πολλαπλές κάλπες του 2019.

Γνωρίζει επίσης ότι αυτός που έρχεται είναι ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης. Θα μπορούσε δημοσίως, χρησιμοποιώντας διπλωματική γλώσσα, να τον καλέσει να αλλάξει γνώμη και να ψηφίσει τη Συμφωνία. Δεν το έκανε. Ήταν εξαιρετικά προσεκτική. «Δεν θα εμπλακώ στα εσωτερικά των ελληνικών πολιτικών κομμάτων» ξεκαθάρισε.

Θα είναι καγκελάριος μέχρι το 2020 όταν λήγει η κυβερνητική της θητεία. Είναι λογικό όταν θα αποχωρεί από την ενεργό πολιτική, να μην θέλει για την υστεροφημία της να αφήσει πίσω της μια Ελλάδα που θα παραπαίει πάλι οικονομικά. Αν ο επόμενος πρωθυπουργός είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα θέλει να συνεργαστεί στενά μαζί του για να μην υπάρξουν πισωγυρίσματα.

Το ίδιο σκεπτικό είναι σαφές ότι κυριάρχησε και στην Πειραιώς. Ενώ υπήρχαν εισηγήσεις προς τον πρόεδρο της ΝΔ να εκφράσει τις ενστάσεις του για το μείγμα της πολιτικής που ακολουθήθηκε εκφράζοντας και μια ενόχληση για την ανοχή που επιδείχθηκε από τους δανειστές στον Αλέξη Τσίπρα, τελικά ο κ.Μητσοτάκης αποφάσισε να εμφανιστεί στη συνάντηση του με την Γερμανίδα καγκελάριο με άλλη γραμμή. Έκρινε ότι θα πρέπει να εστιάσει στο μέλλον και στο σχέδιο του για τη χώρα η υλοποίηση του οποίου θέλει ισχυρούς συμμάχους στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.