Κλειδώνουν έσοδα και δαπάνες έως και το 2022 – Έρχεται νέος 3ετής Προϋπολογισμός

Πέρα από την 2η έκθεση για την Ενισχυμένη Εποπτεία (που έχει αρχίσει να γράφεται) αλλά και την μεγάλη διαπραγμάτευση για την μείωση των κόκκινων δανείων, ένα ακόμη μέτωπο βρίσκεται σε εξέλιξη. Θα τεθεί στο τραπέζι των διαβουλεύσεων με τους δανειστές κατά την άφιξή τους στην Αθήνα που υπολογίζεται το τρίτο 10ήμερο του Ιανουαρίου.

Ο λόγος για τα δεσμευτικά όρια εσόδων και δαπανών που θα πρέπει να περιλαμβάνονται στον Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Στόχο (Medium-Term Βudgetary Objective – MTO) που θα καταρτίσει η κυβέρνηση. Τον προβλέπει η διαδικασία παρακολούθησης όλων των κρατών της ΕΕ που δεν είναι σε μνημόνιο και πρέπει να συμφωνηθούν τα στοιχεία για την περίοδο έως και το 2022.

Εν συνεχεία η Αθήνα θα πρέπει να στείλει την θέση- δέσμευσή της στην Επιτροπή μέσα από το Πρόγραμμα Σταθερότητας (Stability Programme), δηλαδή από αναλυτικό πολυετή προϋπολογισμό. Στις Βρυξέλλες θα σταλεί ένα ακόμη έγγραφο δεσμεύσεων για τις Μεταρρυθμίσεις (National Reform Programme). Για τα δύο αυτά κείμενα θα κριθεί η κυβέρνηση και θα απευθυνθούν ενστάσεις/συστάσεις πολιτικής αλλά… αργότερα.

Και τούτο διότι λόγω των Ευρωεκλογών και της ανάγκης για “ηρεμία” ανά την ΕΕ, ο διαπραγματευτικός “ορίζοντας” έχει μοιραστεί ουσιαστικά σε δύο φάσεις:

– Στις διαπραγματεύσεις που θα γίνουν τις επόμενες εβδομάδες στο πλαίσιο της 2ης αξιολόγησης με το πακέτο εκθέσεων των θεσμών να αναμένεται στο τέλος Φεβρουαρίου και την πολιτική του επικύρωση στο Eurogroup της 11ης Μαρτίου και

– Στον επόμενο κύκλο διαπραγματεύσεων για την 3η αξιολόγηση και για τις τελικές συστάσεις που γίνονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου που προσδιορίζονται για την σύνοδο της 13ης Ιουνίου.

Οι διαπραγματεύσεις

Ο Μεσοπρόθεσμός Δημοσιονομικός στόχος 2020-2022 απαιτεί εκτίμηση των επιπτώσεων που θα έχουν τα μέτρα των επόμενων ετών αλλά και η πορεία της οικονομίας αναφορικά με το ΑΕΠ, τις εξαγωγές, τις επενδύσεις, τις δαπάνες, τα έσοδα κλπ. Θα εξεταστεί η πορεία των πλεονασμάτων αλλά και του χρέους το οποίο θα πρέπει να αποδεικνύεται ότι μειώνεται με σταθερό ρυθμό. Έτσι, θα “φανούν” τα περιθώρια για νέα μέτρα- αντίμετρα τα επόμενα χρόνια αλλά και οι προθέσεις της κυβέρνησης με δεδομένη την εξαγγελία για μη μείωση του αφορολόγητου.

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα δεδομένου ότι ήταν σε πρόγραμμα απαλλάχθηκε από την υποβολή Προγραμμάτων Σταθερότητας και το ΥΠΟΙΚ δεν είχε την υποχρέωση και δεν διαμόρφωσε μέχρι σήμερα Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Στόχο. Πλέον πρέπει να αποφασιστούν (μαζί με την Κομισιόν) οι στόχοι έως το 2022 για να μπορέσει να γραφτεί και να κατατεθεί στις Βρυξέλλες τον Απρίλιο το Πρόγραμμα Σταθερότητας του 2019. Σε αυτά η Ελλάδα αναμένεται να ορίσει τον δικό της στόχο και θα κριθεί από τα κοινοτικά όργανα σε μία αξιολόγηση που επιχειρείται να “κουμπώσει” χρονικά με τις 3μηνιαίες εκθέσεις Ενισχυμένης Εποπτείας.

Αναφορικά με το ΑΕΠ τον Φεβρουάριο θα ανακοινωθούν οι Χειμερινές Προβλέψεις της Επιτροπής και να φανεί αν η πίεση που δίνεται φανερή ανά την ΕΕ έχει επηρεάσει και πόσο την Ελλάδα. Σημειώνεται ότι προς το παρόν η Κομισιόν εκτιμά ότι το 2019 το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,2%, έναντι πρόβλεψης 2,5% στην οποία βασίζεται η Κυβέρνηση. Πλέον το ΥΠΟΙΚ καλείται να την υπερασπιστεί αλλά και να “χτίσει” εκτιμήσεις για την πορεία όλης της οικονομίας έως και το 2022. Αποκαλύπτοντας παράλληλα την στρατηγική του, όπως πρέπει να κάνει και στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων.

Σημειώνεται ότι στο πεδίο των πλεονασμάτων τα υπόλοιπα κράτη- μέλη πρέπει να τηρούν συγκεκριμένο στόχο διαρθρωτικού πλεονάσματος (δείκτης προσαρμοσμένος με βάση την φάση του οικονομικού κύκλου). Η Ελλάδα ωστόσο τελεί σε καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας με πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% του ΑΕΠ και τούτο συμβαίνει για πρώτη φορά. Πρέπει λοιπόν να φανεί πως αυτοί οι δύο κανόνες θα “ενοποιηθούν” στην διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη.