«Σκιές» στη νέα σύμβαση παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος» -Πώς φτάσαμε από το αρχικό τίμημα των 483 εκατ. ευρώ στο 1,1 δισ. ευρώ

Αν περιοριστεί κανείς στο τελικό τίμημα της συμφωνίας για την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του «Ελ. Βενιζέλος», θα μείνει με την εντύπωση ότι «τέλος καλό, όλα καλά».

Ωστόσο, το γεγονός ότι παραμένουν αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα για την πρώτη φάση της διαδικασίας, που στιγματίζεται από την εκτίμηση για ένα εξωφρενικά χαμηλό τίμημα, απαιτεί το «σκάλισμα» της υπόθεσης.

Όπως προκύπτει από πηγές του ΤΑΙΠΕΔ, το «κλειδί» για το αρχικό τίμημα των μόλις 483,87 εκατ. Ευρώ, βρίσκεται στο γεγονός ότι ως σημείο αναφοράς δεν ελήφθησαν οι συνθήκες της ελληνικής οικονομίας- άρα και η δυναμική του «Ελ. Βενιζέλος»- ούτε του 2017 οπότε συμφωνήθηκε αυτό το τίμημα, ούτε καν του 2016 που είχε απομακρυνθεί ο κίνδυνος του Grexit, αλλά του 2015, όταν δηλαδή η οικονομία είχε υποστεί το σοκ των capital controls, οι τράπεζες είχαν μπει σε νέα διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης και το κόστος δανεισμού της χώρας βρισκόταν πάνω από το 8%!

Γιατί δεν διαγνώστηκε εγκαίρως αυτή η αλλαγή συνθηκών στην οικονομία έτσι ώστε να προσαρμοστούν αναλόγως οι παραδοχές, με βάση τις οποίες το μοντέλο αποτίμησης έβγαλε αυτό το χαμηλό τίμημα;

Πώς είναι δυνατόν να μην υπήρξαν και νομικές ασφαλιστικές δικλείδες για επικαιροποίηση των δεδομένων αυτών λόγω των μακροχρόνιων διαδικασιών που τελικά χρειάστηκαν;

Ποια ακριβώς ήταν τα στοιχεία που επέλεξαν οι σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ για να τροφοδοτήσουν αυτό το μοντέλο; Ποιες παραδοχές για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας ελήφθησαν υπόψιν για να επιλεγούν αυτά τα στοιχεία που τροφοδότησαν το μοντέλο και προέκυψε το αρχικό τίμημα;

Τι «είδε» η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν το 2017 και λειτούργησε ως καταλύτης για να αναπροσαρμοστεί το τίμημα;

Υπάρχουν ευθύνες, ενδεχομένως και ποινικές, για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στην πρώτη φάση της διαδικασίας;

Γιατί δεν χρησιμοποιήθηκε στην πρώτη φάση της διαδικασίας το «όπλο» που αξιοποιήθηκε μετά από τον Ιούνιο του 2017 και ήταν η απειλή από το ΤΑΙΠΕΔ στους μετόχους του «Ελ. Βενιζέλος» ότι αν δεν υπάρξει συμφωνία για το υψηλότερο τίμημα, θα εξαντληθεί η αρχική σύμβαση παραχώρησης και θα πάμε σε ανοικτό διεθνή διαγωνισμό το 2026;

Τα ερωτήματα αυτά θα τεθούν στη Βουλή, όταν έρθει η σύμβαση προς κύρωση, καθώς έχει ανάψει πράσινο φως από την Κομισιόν ότι δεν υφίσταται ζήτημα κρατικής ενίσχυσης, ενώ εκκρεμεί και η έγκριση από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι, πάντως, ότι η νέα διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ φρόντισε να προβλέψει ειδική ρήτρα αύξησης του τιμήματος κατά 10,3% για κάθε ημέρα πέραν της 31ης Δεκεμβρίου, που θα καθυστερεί η άλλη πλευρά να υπογράψει.

Πώς περιγράφουν πηγές του ΤΑΙΠΕΔ το ιστορικό της σύμβασης επέκτασης

Η Σύμβαση παραχώρησης μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Διεθνούς Αερολιμένα υπογράφηκε στις 31.07.1995, κυρώθηκε με το ν. 2338/1995 και τέθηκε σε ισχύ τον Ιούνιο του 1996.

Στους όρους της σύμβασης αυτής προβλέπεται ότι 10 χρόνια πριν λήξει η αρχική διάρκεια (δηλαδή το 2016) τα μέρη θα προσέλθουν (η διατύπωση είναι κατηγορηματική δεν προσεγγίζει την έναρξη διαπραγμάτευσης ως δυνατότητα) σε διαπραγματεύσεις σχετικά με ενδεχόμενη παράταση. Το δικαίωμα αυτό έχει μεταβιβαστεί στο ΤΑΙΠΕΔ από το 2011.

Τόσο η παράταση της σύμβασης του 1995, όσο και η πώληση του 30% του ΔΑΑ εντάσσονται στο πλαίσιο των δεσμεύσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας απέναντι στους Θεσμούς. Η παράταση προηγείται της πώλησης, καθώς η εξασφάλιση της λειτουργίας του αεροδρομίου μέχρι το 2046 επιδρά θετικά στην ελκυστικότητα των πωλούμενων μετοχών.

Από το τέλος Μαρτίου 2016 το ΤΑΙΠΕΔ διαπραγματεύεται με τον ΔΑΑ το κείμενο της συμφωνίας παράτασης. Η βάση αναφοράς ήταν τα οικονομικά δεδομένα του 2015. Παράλληλα, το ΤΑΙΠΕΔ συνομιλεί με το Ελληνικό Δημόσιο για να εξασφαλίσει τη συναίνεσή του σχετικά με τις ρυθμίσεις της συμφωνίας παράτασης, καθώς συμβάλλεται και αυτό στην εν λόγω συμφωνία.

Τον Μάρτιο του 2017 εγκρίνεται από το Ελληνικό Δημόσιο το τελικό κείμενο της συμφωνίας παράτασης και τον Απρίλιο του 2017 δίνεται και η ομόφωνη έγκριση για τη συμφωνία αυτή από το ΔΑΑ. Η τελική συμφωνία επικυρώνεται με την απόφαση του ΔΣ του

ΤΑΙΠΕΔ στις 16/05/2017. Στις 30/05/2017 το ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ κάνει αποδεκτή την βελτιωμένη προσφορά του ΔΑΑ, ύψους 483,87 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία εγκρίθηκε και από την Διυπουργική Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων & Αποκρατικοποιήσεων.

Στις 30/06/2017 το ΤΑΙΠΕΔ με δική του πρωτοβουλία και πριν την υπογραφή της συμφωνίας αποστέλλει στην Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της ΕΕ (DG Comp) όλο το φάκελο της συναλλαγής για προκαταρκτική εξέταση. Το ΤΑΙΠΕΔ και το Ελληνικό Δημόσιο (με δική τους πρωτοβουλία και σε συμφωνία με τον ΔΑΑ) είχαν ήδη περιλάβει στη σύμβαση παράτασης σχετική αναβλητική αίρεση, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση, συνδέοντας υποχρεωτικά την ολοκλήρωση της συναλλαγής με την θετική έκβαση της αξιολόγησης της DG Comp.

Στις 30/9/2017 υπογράφεται η συμφωνία παράτασης της σύμβασης παραχώρησης μέχρι τον Ιούνιο του 2046 από το Ελληνικό Δημόσιο, το ΤΑΙΠΕΔ και τον ΔΑΑ.

Νέο τίμημα

Η πολυπλοκότητα της συναλλαγής (παράταση υφιστάμενης σύμβασης 1995), τα ποικίλα εγκριτικά στάδια που προηγήθηκαν κλπ. μετέφεραν την ολοκλήρωση του ελέγχου του σχετικού φακέλου σχεδόν δύο χρόνια μετά.

Οι επικρατούσες, στην οικονομία και γενικά στη χώρα, με το ξεκίνημα του 2018 νέες ευεργετικές συνθήκες επέτρεψαν στο ΤΑΙΠΕΔ να εκκινήσει διαβούλευση με τη DG Comp όπου ο ΔΑΑ ελάμβανε γνώση και παρείχε τα απαραίτητα οικονομικά στοιχεία, με βάση αναφοράς πια το 2017.

Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις στη βάση των σημαντικά βελτιωμένων προοπτικών της επιβατικής κίνησης του ΔΑΑ, του προσδοκώμενου εσόδου τόσο από παρεχόμενες πτητικές υπηρεσίες όσο από υπηρεσίες duty free, εστίασης και άλλες εμπορικές δραστηριότητες, της δυνατότητας άντλησης δανεισμού για μακρό χρονικό διάστημα με ικανοποιητικό κόστος χρήματος και της σημαντικής βελτίωσης του κινδύνου της αγοράς /cost of equity, το ΤΑΙΠΕΔ επιτυγχάνει την αναθεώρηση του τιμήματος από 483,87 εκατ. ευρώ σε 1,115 δισ. ευρώ ή με ΦΠΑ από τα 600 εκατ. ευρώ στα 1,382 δισ. ευρώ.

Τον Ιούνιο του 2018 η DGComp κρίνει ότι στη βάση των προσκομισθέντων από το ΤΑΙΠΕΔ και το Ελληνικό Δημόσιο στοιχείων η επέκταση της σύμβασης παραχώρησης δεν ενέχει παράνομη κρατική ενίσχυση. Παράλληλα, ο ΔΑΑ ενημέρωσε το ΤΑΙΠΕΔ ότι εξετάζει το ενδεχόμενο υποβολής διαφοροποιημένης οικονομικής προσφοράς, η οποία τελικώς ανήλθε στο ποσό των 1.115 δισ. ευρώ, την οποία το ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ αποδέχθηκε στις 14/09/2018.

Στις 04/10/2018 το ΤΑΙΠΕΔ υποβάλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο την συμφωνία παράτασης για τον προβλεπόμενο στο νόμο προσυμβατικό έλεγχο, ενώ τις επόμενες ημέρες ο φάκελος θα υποβληθεί επίσημα προς έγκριση στην DG Comp.

Οι Σύμβουλοι

  • Η τράπεζα Eurobank και η Lamda Infrastructure Finance S.A ενεργούν ως χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ για τον σκοπό της επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης κατά 20 έτη (έως το 2046), ενώ στη δικηγορική εταιρία Ποταμίτης Βεκρής και τη νομική εταιρία Clifford Chance, έχει ανατεθεί το έργο του νομικού συμβούλου.
  • Οι επιχειρηματικές παραδοχές έχουν μελετηθεί από την SDG (Steer Davies Gleave), εξειδικευμένο τεχνικό σύμβουλο του ΤΑΙΠΕΔ.
  • Το οικονομικό μοντέλο ελέγχθηκε από την PwC.
  • Το ΤΑΙΠΕΔ είχε ορίσει την KPMG και την ICF ως ανεξάρτητους εκτιμητές της αξίας της επέκτασης της σύμβασης παραχώρησης κατά 20 χρόνια. Στη νέα συμφωνία, η KPMG Advisors A.E. είναι ο ανεξάρτητος αποτιμητής και η Nomura International plc ο πάροχος γνωμοδότησης για το εύλογο και δίκαιο του τιμήματος (fairness opinion).

Πηγή: iefimerida.gr