(Φωτο)-Ποια είναι η Dream Team που αγοράζει το ένα μετά το άλλο τα ελληνικά νοσοκομεία;

Αν το fund Fairfax που είναι σήμερα ο μεγαλύτερος ξένος επενδυτής στην Ελλάδα, φέρει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του Πρεμ Γουάτσα, το CVC Capital Partners που επελαύνει στο χώρο των ιδιωτικών νοσοκομείων της χώρας, έχοντας ρίξει σχεδόν 700 εκατ. Ευρώ, παραμένει τους περισσότερους ένας απρόσωπος τίτλος. Τα μεγέθη του, με 80 δις. δολάρια υπό διαχείριση, είναι ακόμη μεγαλύτερα του Fairfax, αλλά σε αντίθεση με τον κ. Γουάτσα που συχνά παρεμβαίνει τις εξελίξεις, οι επικεφαλής του CVC φροντίζουν να καλύπτουν με πέπλο μυστηρίου τόσο την εικόνα όσο και τις κινήσεις τους.

Όλα αυτά μέχρις ότου η μάχη για τον έλεγχο του Θεραπευτηρίου Υγεία, τις περασμένες εβδομάδες, απέναντι στην οικογένεια Αποστολόπουλου, άρχισε να κινεί το ευρύτερο ενδιαφέρον. Ποιοι είναι και τι θέλουν να κάνουν οι επενδυτές που εξαγοράζουν το ένα μετά το άλλο τα ελληνικά νοσοκομεία και επιδιώκουν να γίνουν ρυθμιστές των εξελίξεων στην Υγεία;

Η πορεία του CVC στην ελληνική αγορά Υγείας ήταν αξιοσημείωτη. Ξεκίνησε τον Απρίλιου του 2017 με την εξαγορά του Metrpolitan. Μια κίνηση που άρχισε να σέρνει και το χορό των εξελίξεων στον κλάδο. Στα τέλη της ίδιας χρονιάς, και την ώρα που όλη η «πιάτσα» πίστευαν ότι το CVC «χτυπήσει» το Ντυνάν, το fund εξαγόρασε στα γρήγορα το Ιασώ General με το οποίο βρισκόταν σε αποκλειστικές διαπραγματεύσεις. Και φέτος, μετά από κινήσεις που θα ζήλευαν οι σεναριογράφοι κατασκοπικού θρίλερ, βρέθηκε να ανακοινώνει τη δεσμευτική του προσφορά για τον όμιλο του Υγεία, σε ύψη ιστορικά υψηλά για την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη.

Η τριανδρία των MacKenzie, Koltes και Van Rappard διαχειρίζεται 80 και πλέον δισ. ευρώ από το Λουξεμβούργο

Εμπνευστές του σχεδιασμού αυτού, που στηρίζεται στα «χοντρά κεφάλαια», την εξαιρετική προεργασία και τις «αόρατες κινήσεις», είναι η τριάδα των σημερινών διαχειριστών του CVC: Donald Mackenzie, Steve Koltes και Rollyvan Rappard. Με κινητήριο μοχλό τον MacKenzie, που απογείωσε τα νούμερα του CVC την περασμένη δεκαετία, το fund λαμβάνει τις αποφάσεις του από το Λουξεμβούργο και κινείται σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο Donald MacKenzie, ιθύνων νους του CVC είχε εμπλακεί πριν μερικά χρόνια και στη Formula 1

Για την «ελληνική εκστρατεία», ιδιαίτερα στα πρώτα βήματα, ρόλο κλειδί είχε ο partner του CVC στα γραφεία του Λονδίνου, Άλεξ Φωτιάδης. Σήμερα όμως, το fund έχει ενισχύσει την ομάδα του, διαμορφώνοντας ένα γραφείο με συμβούλους και ειδικούς στα βόρεια προάστια της Αθήνας. Και κυρίως έχει «αναπτύξει» τον δικό του μηχανισμό στην Ελλάδα με επικεφαλής τον Δημήτρη Σπυρίδη, τον οποίο οι άνθρωποι του CVC γνώρισαν κατά την εξαγορά του Metropolitan.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Στάση εργασίας για τους νοσοκομειακούς γιατρούς στην Αττική την Τρίτη

Στάση εργασίας για τους νοσοκομειακούς γιατρούς στην Αττική την Τρίτη

Την περίοδο εκείνη, ο Σπυρίδης, όσο και ο Βασίλης Θεοχαράκης (σ.σ. της μεγάλης επιχειρηματικής οικογένειας), αμφότεροι μέτοχοι του νοσοκομείου υπέγραψαν δεσμευτική συμφωνία συνεργασίας με τη Hellenic Healthcare S.a.r.l. Την εταιρεία δηλαδή που σύστησε το CVC για την εξαγορά του Metropolitan και η οποία έκτοτε είναι το όχημα για όλες του τις κινήσεις στην ελληνική αγορά. Με την ίδια συμφωνία οι δύο Έλληνες επιχειρηματίες, ως μέτοχοι μειοψηφίας πλέον, συνέχισαν την παρουσία τους στον νέο όμιλο, με τον Σπυρίδη στη θέση του CEO να ασκεί καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις.

Το lobbying είναι πλέον πολύ σημαντικό μιας και το CVC δεν προτίθεται να σταματήσει στα τρία νοσοκομεία. Αντίθετα, όπως αναφέρουν καλά ενημερωμένες πηγές, θα επιδιώξει να αναλάβει το management νοσηλευτικών μονάδων του δημοσίου, αλλά και να επεκταθεί στην ασφαλιστική αγορά, που είναι κρίκος για τη λειτουργία των νοσοκομειακών μονάδων. Στην ευρύτερη αυτή στρατηγική εντάσσεται και το ενδιαφέρον του για το Ερρίκος Ντυνάν, το οποίο θα πωληθεί από την Πειραιώς, αλλά με την προοπτική να «επιτρέψει» με κάποιο τρόπο στο δημόσιο να μην αποκλειστεί πλήρως.

Μεθοδικός στο παρασκήνιο

Σε όλες αυτές τις διεργασίες ένας ικανός manager είναι αναγκαίος για το CVC. Ο Δημήτρης Σπυρίδης, όπως και οι ξένοι του συνεργάτες είναι ένας άνθρωπος που δρα με μεθοδικότητα στο παρασκήνιο. Το όνομα του συζητήθηκε έντονα στους επιχειρηματικούς κύκλους της υγείας,  όταν το 2016 σε «ανύποπτο χρόνο» είχε κινηθεί για να αποκτήσει ένα επιπλέον 16% του μετοχικού κεφαλαίου του Metropolitan. Στην πράξη αγόρασε το μερίδιο του επιχειρηματία Γιώργου Κουμπα, επίσης μετόχου του Metropolitan, η εταιρεία του οποίου βρισκόταν  υπό εκκαθάριση. Στην αγορά ακούστηκε ότι η συναλλαγή έκλεισε στα 13,5 ευρώ ανά μετοχή, δηλαδή κοντά στα 6 εκατ. ευρώ. Έτσι, όταν το CVC αποφάσισε να εξαγοράσει Metropolitan θέτοντας το τίμημα στα 28 ευρώ ανά μετοχή, η αξία του «πακέτου» του κ. Σπυρίδη διπλασιάστηκε!

Ανεξάρτητα από το αν ο ίδιος βρέθηκε σημαντικά πλουσιότερος από την συνεργασία αυτή, η ουσία παραμένει ότι χάρη στις κινήσεις του το CVC βρέθηκε σε θέση ισχύος στην ελληνική αγορά.

Νευραλγικές θέσεις με υψηλό τίμημα

Για το δυναμικό fund, το deal του Υγεία εφόσον ολοκληρωθεί θα το καταστήσει τον κυρίαρχο παίκτη στην Ελλάδα. Με μια μεγάλη κλινική στα νότια προάστια (Metropolitan), μια ισχυρή μονάδα (ΙΑΣΩ) στον άξονα Χολαργού – Κέντρου Αθηνών, το «διαμάντι» των θεραπευτηρίων (Υγεία) στον άξονα Αμαρουσίου – Κέντρου και δύο μαιευτικές κλινικές (Μητέρα – Λητώ) θα καταστεί ο ρυθμιστής των εξελίξεων. Και πληρώνει γι αυτό.

Για να αποκτήσει τις κλινικές Metropolitan και Ιασώ General έχει, ήδη, δαπανήσει περί τα 100 εκατ. ευρώ, ενώ, ανέλαβε ή αναλαμβάνει το δανεισμό των παραπάνω μονάδων, που ξεπερνά τα 170 εκατ. ευρώ.

Για τον όμιλο Υγεία, το CVC δεν δίστασε να παρακάμψει το εμπόδιο της οικογένειας Αποστολόπουλου  αυξάνοντας την προσφορά του από τα 0,92 ευρώ αρχικά στα 0,95 ευρώ για το 70,3% των μετοχών που ανήκουν στην MIG. Δηλαδή όσο χρειαζόταν για να καλύψει την αντιπροσφορά της οικογένειας του Ιατρικού. Έτσι θα καταβάλει συνολικά 204,4 ευρώ, κάτι που ανεβάζει τη συνολική αποτίμηση για το 100% του Υγεία στα 290.4 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα, θα αναλάβει καθαρό δανεισμό της τάξης των 120 εκατ. ευρώ (σ.σ. μετά την πώληση της θυγατρικής στην Αλβανία). Η συνολική αξία του Υγεία (enterprise value) αποτιμάται, με βάση την προσφορά στα 400 εκατ. ευρώ και αντιστοιχεί σε περίπου 12 φορές τα EBITDA του 2017. Αποτίμηση που είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτή στην οποία το CVC αγόρασε το Metropolitan (8 φορές) και η οποία είχε χαρακτηριστεί από τις υψηλότερες σε τέτοια deals στην Ευρώπη.

Οι κινήσεις, και το συνολικό ποσό των σχεδόν 700 εκατ. ευρώ, είναι ενδεικτικές του «αέρα υπεροχής», με τον οποίο κινείται το αμερικανικό fund σε μια συγκυρία που οι εγχώριοι όμιλοι βρίσκονται, είτε προς πώληση, είτε εμφανίζουν αδυναμία να κινητοποιήσουν  επαρκή χρηματοδότηση, όπως φάνηκε και από τις κινήσεις Αποστολόπουλου.

Η τακτική των υψηλών προσφορών είναι παραδοσιακή στρατηγική του CVC όταν εισέρχεται σε νέες αγορές και διευκολύνεται από τον διευρυμένο χρονικό ορίζοντα που έχει για τις επενδύσεις του σε σχέση με credit funds και hedge funds τα οποία δεν μπορούν να παρακολουθήσουν ανάλογες τακτικές. Το CVC έπραξε ακριβώς και στην Ισπανία. Έκτισε γρήγορα μία κρίσιμη θέση και στη συνέχεια προχώρησε σε ευρεία αναδιάρθρωση, κερδίζοντας τεράστια οφέλη από την απόδοση μεθόδων εξορθολογισμού και συνεργειών.

Η ευρύτερη στρατηγική του, στον νοσοκομειακό κλάδο περιλαμβάνει (μαζί με τα ελληνικά) 25 νοσοκομεία τα οποία έχει εξαγοράσει στον ευρωπαϊκό νότο (Ιταλία, Γαλλία Ισπανία). Το fund έχει ήδη διαμορφώσει ένα κεντρικό σύστημα προμηθειών (για όλα τα νοσοκομεία του) με στόχο τον περιορισμό του κόστους λειτουργίας, ενώ στους σχεδιασμούς του περιλαμβάνει και τη διαχείριση μονάδων υγείας του δημοσίου. Κάτι που σκοπεύει να «αξιοποιήσει» και στην Ελλάδα…