Πέρασαν τα stress tests οι ελληνικές τράπεζες

Με δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που υπερβαίνουν το 5,9% στο δυσμενές σενάριο πέρασαν το τεστ αντοχής οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσε το Σάββατο ο ελεγκτικός βραχίονας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) o SSM, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας

*της Πειραιώς διαμορφώνεται στο 5,9%,

*της Εθνικής στο 6,92%,

*της Εurobank στο 6,75%

και

*της Αlpha Bank στο 9,69%.

 

Σύμφωνα με τον SSM η συνολική απομείωση (ζημιά ) που προκύπτει στα κεφάλαια των τεσσάρων τραπεζών στο δυσμενές σενάριο ανέρχεται σε 15,5 δισ. ευρω.

Η μεθοδολογία και οι παράγοντες κινδύνου

Οι τέσσερις τράπεζες υπεβλήθησαν σε άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων με βάση την ίδια μεθοδολογία και προσέγγιση που χρησιμοποιήθηκαν στην αντίστοιχη άσκηση της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ) σε επίπεδο ΕΕ, αλλά με συντομευμένο χρονοδιάγραμμα προκειμένου η άσκηση να ολοκληρωθεί πριν από τη λήξη του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για τη στήριξη της Ελλάδος τον Αύγουστο.

Στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας. Τα αποτελέσματά της, μαζί με άλλες σχετικές εποπτικές πληροφορίες, χρησιμοποιούνται για να σχηματιστεί μια συνολική εποπτική αξιολόγηση της κατάστασης μιας τράπεζας (SREP), τον Οκτώβριο.

Τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων διαμορφώθηκαν κατά κύριο λόγο από τους ακόλουθους παράγοντες κινδύνου:

Πιστωτικός κίνδυνος: ενώ υπό το βασικό σενάριο η αρνητική επίδραση του πιστωτικού κινδύνου στους δείκτες κεφαλαίου CET1 ήταν κατά μέσο όρο περίπου 260 μονάδες βάσης, υπό το δυσμενές σενάριο αυξήθηκε στις 850 μονάδες βάσης.

Καθαρά έσοδα από τόκους: τα καθαρά έσοδα από τόκους υπό το δυσμενές σενάριο μειώθηκαν κατά 22,5% σε σύγκριση με το βασικό σενάριο.

Τα σενάρια της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων περιλαμβάνουν τις ακόλουθες προβολές για το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας, όπως παρουσιάζεται στον παρακάτω πίνακα:

O SSM σημειώνει ότι λόγω της υπόθεσης για στατικούς ισολογισμούς, οι εκποιήσεις που δεν είχαν ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2017 δεν ελήφθησαν υπόψη στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι κεφαλαιακοί δείκτες να είναι χαμηλότεροι από ό,τι θα ήταν εάν αυτές οι εκποιήσεις με θετική κεφαλαιακή επίδραση είχαν ληφθεί υπόψη στην τελική επίδραση.

Η διαφορά μεταξύ του αρχικού επιπέδου κεφαλαίου CET1 και του εκτιμώμενου κεφαλαίου CET1 για το 2020 για την Eurobank δεν συμπεριλαμβάνει αρνητική επίδραση 250 μονάδων βάσης που σχετίζεται με τη σταδιακή κατάργηση προνομιούχων μετοχών του ελληνικού Δημοσίου που είχαν εκδοθεί για την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία. Αυτές οι προνομιούχες μετοχές μετατράπηκαν σε μέσα της κατηγορίας ΙΙ τον Ιανουάριο του 2018 και λόγω της υπόθεσης για στατικούς ισολογισμούς δεν συμπεριλήφθηκαν στα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.

Αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τον οίκο DBRS

Στην αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, σε Β από CCC, προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης DBRS, ενώ διατήρησε και τη θετική προοπτική.

Σύμφωνα με τον DBRS η αναβάθμιση οφείλεται στην ισχυρή μεταρρυθμιστική πρόοδο της χώρας μας από το 2010, στην περσινή οικονομική ανάκαμψη και στη δημοσιονομική υπεραπόδοση της τελευταίας τριετίας.

Επισημαίνει ακόμη ότι οι πολιτικοί κίνδυνοι είναι πλέον χαμηλότεροι και κάνει λόγο για ενθαρρυντικά σημάδια στη διαδικασία των αξιολογήσεων.